Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Φαίδρος Έρχομαι, Σωκράτη, από του Λυσίου , του υιού του Κεφάλου· πηγαίνω δε να περιπατήσω έξω του τείχους της πόλεως· διότι πολλάς ώρας επέρασα εκεί καθήμενος από το πρωί· ακολουθών δε το παράγγελμα του Ακουμενού , του κοινού μας φίλου, κάμνω τους περιπάτους μου εις τας οδούς· διότι διισχυρίζεται ότι είναι πλέον ξεκουραστικοί οι περίπατοι εις τας οδούς παρά εις τους τόπους όπου τρέχουν οι νέοι .

Φάγε λοιπόν και κοιμήσου. Τοιαύτη είναι η περί σου μέριμνα ημών και συμπάθεια, ώστε θα είμεθα πάντοτε φίλοι σου. Χαίρε. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Κύριέ μου, δέσποτα! ΚΑΙΣΑΡ. Όχι τοιούτον τίτλον. Χαίρε. ΕΙΡΑΣ. Ετελείωσαν όλα, κυρία. Επέρασεν η λαμπρά ημέρα και μας έρχεται σκότος. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Πήγαινε ταχέως· έδωκα ήδη διαταγάς, και όλα είναι έτοιμα· πήγαινε να είπης να σπεύσουν. ΧΑΡΜΙΟΝ. Πηγαίνω, κυρία.

ΝΕΑΝΙΣ Τώρα θα σ' ταποδείξω κ' εγώ, κ' εκείνος γρήγορα. Πηγαίνω να τανοίξω. Α' ΓΡΑΥΣ Τρέχω κ' εγώ• αυτός θαρθή μ' εμένα δίχως άλλο, να μάθης πως το δίκηο μου είνε το πειό μεγάλο. Εις το χωρίον τούτο, σκοτεινόν και ασαφές, διαφωνούσιν οι σχολιασταί, αποδίδοντες εις την Νεανίδα τους στίχους τούτους.

Πρέπει να πηγαίνω τώρα∙ να είσαι φρόνιμος και να μην το κουνήσεις από εδώΝαι, έμενε ακίνητος στη θέση του, ακίνητος και μόνος.

Πάρε την γυναίκα αυτήν και να μου την φυλάξης ως να γυρίσω απ' των Θρακών την χώρα που πηγαίνω να πάρω εκείνα τάλογα που των Βιστόνων έχει ο βασιλεύς στο άρμα του, αφού θα τον σκοτώσω. Αν τύχη—ο μη γένοιτονα μην το επιτύχω και δεν γυρίσω, πάρε την, για δούλαν μέσ' στο σπήτι. Αλήθεια, εκοπίασα πολύ για να την πάρω. Σε κάποιο αγώνα έτυχα, που ήτανε βραβεία άξια για τους νικητάς.

Ο θάνατος να πάρη.... Τι μου τον έβαλαν εκεί; Αυτό με πείθει ότι μου κρύπτονται εξεπίτηδες κ' εκείνη και ο δούκας! — Τον άνθρωπόν μου δότε μου! — Πήγαιν' ευθύςτον δούκα κ' εις την γυναίκα του, κ' ειπέ έξω εδώ να έλθουν να τους ιδώ. Τώρα ευθύς να έλθουν να μ' ακούσουν! Ειδέ, πηγαίνω και βροντώτην θύραν 'πού κοιμούνται, ως 'που να γίνη θάνατος ο ύπνος και των δύο!

Άφησε να κάμω εγώ, της είπα, σου τάσσω ότι θα σου φέρω τα κλειδιά, χωρίς να κινδυνεύσω. Και έτσι λέγοντας εβγαίνω ευθύς από το παλάτι, και πηγαίνω εις το περιβόλι, εις το οποίον βλέπω την Μερχάνην που κοιμούνταν, με την σακκούλαν υποκάτω από το κεφάλι της.

Συνέπεσε μάλιστα να είνε πολύ ακριβά, ύστερον από τας βροχάς εις την αγοράν τα σταφύλια, ενώ τα ιδικά της, καθώς είχον ωριμάσει προφυλαγμένα κάτω από την κληματαριάν, ήσαν εξαίσια! — Γρήγορα, παππού, θα σου φέρω και ζεστό επανωφόρι, έλεγεν ευτυχής η Φωτεινή, και ό,τι άλλο χρειάζεσαι διά τον χειμώνα! Κάθε βράδυ θα πλέκω καλάθια και το πρωί θα πηγαίνω εις την αγοράν φορτωμένη.

Μα όταν μπαίνη μέσα, έρχεται ίσια σε με, βγάζει το φυλαχτό και μου λέει τι έχει μέσα. Έπειτα μου το φέρνει εμπρός στο στόμα και με παρακαλεί να το φιλήσω. Το κάνω για να μην της ταράξω τη χαρά και μ' ένα ευτυχισμένο χαμόγελο το ξανακρύβει στο στήθος της ενώ λέει: — Αν ήξερες πόσο είμαι ευτυχισμένη όταν είμαι έξω κοντά στο Σβεν, δε θα σε πείραζε που πηγαίνω τόσο συχνά.

Πού θα με πάτε τώρα, τους λέω, με τέτοιο κατακλυσμό; Μείνετε μέσα ώσπου να καλοσυνέψη, κ' ύστερα ό,τι θέλετε κάμετε. Ο άντρας μου κοίτεται λαβωμένος, ποιόνα φοβάστε; Τι τα θες, παιδί μου, με ξαναφέρανε μέσα. Και σαν τους λύκους πέσανε στο φαεί που μαγείρευα. Τους αφίνω και τρων οι έρημοι, και με δαδί στο χέρι πηγαίνω κατά την πόρτα να ρίξω μια ματιά του Γιωργάκη μου.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν