United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ο παινεμένος σύντροφος του Δομενιά, ο Μηριόνης, πιο πίσω, ως πες μια κονταριά, πιλάλαε απ' το Μενέλα, τι πιο αργοκίνητα αλόγα αφτός τραβούσε απ' όλους, 530 όντας κι' ατός του ακάτεχος σ' αμαξοσύνης τέχνες. Κι' ο γιος τ' Αδμήτου ερχότανε στερνός ξεμεινεμένος, και θώραες πέρα τ' άλογα που τούσερναν τ' αμάξι.

ΑΣΤ. Και πούθε είσαι γιαμά; ΠΕΛ. Απ' την Πελοπόννησος. ΑΣΤ. Και πες δα κακόροικε π' ούσαι απέ του Μουρέακαι τι τέχνη κάμεις. ΠΕΛ. Έμπορος. ΑΣΤ. Και τι θα πη μουρέ έμπορος; ΠΕΛ. Πραματευτής. ΑΣΤ. Ώρσαι και συ διάολλεέμαθες και συ τζη ελληνικούραις. ΠΕΛ. Τήρα δω, κύρ αστρονόμο, είμαι έλληνας, ακούς με, και πρέπει να μιλώ με μάθησις. ΑΣΤ. Και πώς εγίνηκε ο λαβωμός του Κρητικού;

Αυτό δα ήτανε και το παράπονο της μακαρίτισσας... — Καλά, παιδί μου, — της έκοψε την κουβέντα ο αστυνόμοςαυτά δεν μας ενδιαφέρουνε. Για πες μου τώρα! Απ' τον καιρό, που πέθανε η μακαρίτισσα, είχε δείξει καμμιά διαφορά ο αφέντης σου; Θέλω να πω, φαινότανε λυπημένος έκλαιγε, είπε τίποτα σημαδιακά λόγια; Η κοπέλλα αναστέναξε, χαμογελώντας μαζί. — Θεός σχωρέσ' τονε!

Πες τους ότι, αν δεν δώσουν των πατέρων μας την προίκα, Θα ανέβουμε και πάλι καμμιά μέρα εις την Πνύκα, Να ειπούμε εναντίον της Ευρώπης όλης γιούχα Και γεμάτοι από λύσσαν να ξεσχίσωμεν τα ρούχα. Νέοι ρήτορες και πάλιν εις τους δρόμους θα φανούν, Και πτερά θα δώσουν νέα στον ελεύθερόν μας νουν,

Η Παυλίνα σήκωσε τα μάτια της, δακρυσμένα, και τον κύτταξε γλυκά. — Θέλω ένα διαμάντι πιο μεγάλο από το μεγαλύτερο διαμάντι που φορεί στο διάδημά της η βασίλισσα. Ο Παύλος αναστέναξε. Όμοιο διαμάντι δε βρισκότανε σ' όλο τον κόσμο. — Πες μου, αγάπη μου, πού βρίσκεται, να σχίσω βουνά και θάλασσες να πάω να στο φέρω. Η Παυλίνα τον κύτταξε πιο γλυκά ακόμα. — Αν μ' αγαπάς θα πας να μου το βρης.

Πώς πάνε οι δικές σου οι δουλειές; Ξαναρχίζει λοιπόν, πάει να πη, το παλιό ειδύλιο; Τι τρέλλα! Τι τρέλλα! ΦΛΕΡΗΣΆφισέ τα, γιατρέ. Δεν έμαθες τα άλλα νέα.. . ΜΙΣΤΡΑΣΠοια; ΦΛΕΡΗΣ — Η Λέλα ήρθε εδώ. Βρίσκεται στα λουτρά. ΜΙΣΤΡΑΣΤου Διαβόλου τη γυναίκα. Πάει να πη σούγινε κολυτσίδα. Σου τρέχει ξοπίσω. Έτσι είναι αυτές οι γυναίκες πανάθεμά τες. Πες μου. Ξέρει τίποτε για τη Βέρα;

Στο δρόμο τους που περπατάν, 655 Ένας τον άλλον ερωτάν· Αν λάχη και χαθούμε, Πώς να ανταμοθούμε; Με χάσεταν, λέει η Φωτιά, Ρίξτε τριγύρω μια ματιά, 660 Κι' οπού καπνό να ιδήτε, Ελάτε να με βρήτε. Κι' εγώ αποκρίθη το Νερό Έχω τον τόπο φανερό· Οπού χλωρό λιβάδι, 665 Δικό μου είναι σημάδι. Γυρίζουν λεν και της τιμής· Σου φανερόσαμαν εμείς Του καθενού μας τόπο, Πες μας κι' εσύ τον τρόπο. 670

Τον είδα κ' ετρελλάθηκα κι άναψεν η καρδιά μου, ξεθώριασεν η όψη μου κ' έσβυσ' η ωμορφιά μου, κι ούτ' ένοιωσα τι γίνηκε στο πανηγύρι εκείνο ούτε και ξέρω η δύστυχη πώς γύρισα στο σπίτι· μα κάποια αρρώστια πύρινη άλλαξε τη θωριά μου κ' ήμουν δέκα μερόνυχτα πεσμένη στο κρεββάτι. Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.

Πες τους ότι την Ελλάδα ταπεινήν δεν υποφέρεις, Πες τους, πες τους, αλλά πες τους, Δεληγιάννη, ό,τι ξέρεις· Και αν δεν μπορέσης πέρα να τα βγάλης συ μονάχος, Ας σε βοηθήση λίγο και ο Άγγελος ο Βλάχος. Έτσι πλέον και οι δυο σας θε να ήσθε αρκετοί, Για να κάμετε βεβαίως εις το έθνος κάτι τι.

Μπορεί να πάη στην Κόλαση παιδί που χαμογελάει της μάννας; Στην Κόλαση πάει η μάννα που το γλυκοχαδεύει; Πες μου· ταηδόνια που κελαϊδούν την αγάπη τους στην Κόλαση μαθές πάνε; Αρετ. Ντροπή και καταφρόνιο μελετάς να μας φέρης, και για πουλάκια μου κουβεντιάζεις; Αυτό το πουλάκι που βλέπεις έχει μάννα κι αδέρφια, και κει να πας να κελαϊδής τα τραγούδια σου. Στεφ.