United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !
— Για πες μου, καλό πουλί, εσύ που βλέπεις μακρυά, απ' το ψηλό κλαδί σου, ποιο δρόμο πήρε ο καλός μου, για να τον συντύχω στο δρόμο να τον συντροφέψω στο φτωχικό μας. Είναι δυο χρόνια που λείπει και θα ξέχασε το σπίτι του και θα γυρίζη μες στην άγρια νύκτα σαν κολασμένος. Πες μου, καλό πουλί, ποιο δρόμο πήρε, για να πάω να τον συντύχω.
Νάναι 'ς το μνήμα μου κεροδοσά μου, Πρωτοπαλλήκαρα 'ς την ερημιά.» »Κ' όταν, Λαμπέτη μου, με χωματίσης Έβγα 'ς το Τρίκορφο γοργά, γοργά Να πης πως σ' έστειλα να πολεμήσης Πες χαιρετίσματα 'ς την κλεφτουριά.» »Εχτές επιάστηκε κ' εκεί τουφέκι 'Σ τον ύπνο μου άκουσα το βογγητό Εγώ αποσβύστηκα κι' αστροπελέκι Λαμπέτη, μώμεινες εσύ στερνό.»
Συχνά-πυκνά το χρώμα μου κιτρίνιζε σα θράψος, έπεφταν αναρίθμητες της κεφαλής μου οι τρίχες κ' εκόλλησε το δέρμα μου στα κόκκαλά μου απάνω. Και πού δεν πήγα η δύστυχη γυρεύοντας να γιάνω, και ποια γερόντισσ' άφησα που ξέρει να ξορκίζη; Τίποτα δε μ' αλάφραινε κ' έλειωνα με το χρόνο. Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.
Την αγάπη μου για μένα, Από τόξα φλογισμένα, Με την πρώτη σαϊτιά Πλήγοσέ τη πέρα πέρα, Να τη νιόθει νύχτα ημέρα Αναμμένη σα φωτιά. Με τη δεύτερη να σώσης Στην καρδιά της ν' αποδώσης Σαϊτιάς την αρετή, Που χωρίς αμφιβολία Να 'χη τέλια αδιαφορία, Για το παν ν' αναισθητή. Πες μου, Έρωτα, να ζήσης, Άδιον τάχα θα μ' αφήσης; Ένας δούλος σου κι' εγώ·
Αλλ' αν μου υποσχεθής να κρατήσης μυστικόν ό,τι θα σου πω, θα σου φανερώσω την αληθινήν αιτίαν που ομιλώ ως άνθρωπος και πώς μου συνέβη αυτό. ΜΙΚ. Μωρέ, μήπως εξακολουθώ να ονειρεύωμαι και σ' ακούω στον ύπνο μου να μου μιλάς έτσι; Αλλά τέλος πάντων πες μου, σε παρακαλώ, καλέ μου κόκορα, πώς απέκτησες την ανθρωπίνην φωνήν.
Και για να τον πειράξουν δεν χρειάζονται παρά να του ειπούν το στερεότυπο εκείνο: — Έλα, πες μας Μπάρμπα — Καληώρα, πόσες φορές εναυάγησες; Στο άκακο ερώτημα ο γεροναυτικός ανάβει άξαφνα σαν δαδί.
Ω πηγάδι — Δίχως βάθου καν σημάδι. Ω καδδί που δε χορταίνεις, Και ποτέ δεν αποσταίνεις Σ' όσο βρίσκεις — Κι' άδιο πάντα σου απομνήσκεις! Ω καρούτα αναιώνια Που να ρίχνουν χίλια χρόνια, Στα χαμένα — Θα παιδεύουνται μ' εσένα! Ω κρασιού αλήθια τάφε, Τ' άντερα σου βάφε, βάφε!... Ε κοντύλι — Μούρθε πλιο η ψυχή στ' αχείλι! Πες κάνα άλλο κι' άφς τη βρόμα.
Να τρέξεις στην καλύβα εφτύς του βασιλιά Αγαμέμνου, κι' όλα σωστά ναν του τα πεις, καθώς σ' τα παραγγέλνω. 10 Πες του να κράξει στ' άρματα όλο τα' ασκέρι αμέσως, που τώρα την πλατύδρομη μπορεί να πάρει Τροία, γιατί στον Έλυμπο οι θεοί δεν έχουν πια διο γνώμες, τι με τα περικάλια της τους γύρισε μαζί της όλους η Ήρα, και καημοί τους Τρώες καρτεράνε.» 15
Σ' αυτήν τότε ο πολύγνωμος απάντησ' Οδυσσέας• «Τι δεν του το 'πες συ, θεά, 'π όλα γνωρίζει ο νους σου; ή θέλησες πλανώμενος και αυτός εις τα πελάγη να παραδέρνη και το βιο να του χαλούν οι ξένοι;»
ΒΛΕΠΥΡΟΣ Τι του χρησιμεύει, λέει; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα φτωχός δε θάν' κανένας, κι' όλοι θάχουνε απ' όλα, άρτους και παστά και χλαίνας, και κρασιά, μα και στεφάνια, και γλυκά, ως και ρεβίθια• ώστε, αν δεν καταθέση, τι κερδίζει; κολοκύθια! Όχι, πες μου, τι κερδίζει; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Κ' έτσι πάλι όποιος κλεφτεί πειό πολύ θα θησαυρίζη.
Λέξη Της Ημέρας