Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025


ΟΡΑΤΙΟΣ Ιδού, σου κάμνει νεύμα αλλού να πας μαζί του, ωσάν να θέλη κάτι να φανερώση προς εσένα μόνον. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Κύττα, με ήθος πόσο ευγενικό σε καλεί πέρα εις μέρος πλέον μακρυνόν· όμως μαζί του μη πας. ΟΡΑΤΙΟΣ Όχι, ποσώς, καθόλου. ΑΜΛΕΤΟΣ Αυτό δεν θέλει ομιλήση· λοιπόν θα το ακολουθήσω. ΟΡΑΤΙΟΣ Κύριε, μη το κάμης.

Ω πολυαγαπημένη μου! σ' αυτή την κατασπαραγμένη καρδιά μου συχνά εισέδυσε η τρελλή ιδέα . . . να γείνη το τυχερό μου; Όταν ανεβαίνης στο βουνό καμμιάν ωραία καλοκαιρινή βραδειά, τότε θυμού εμένα, πως ανέβαινα τόσες φορές από την κοιλάδα, και τότε ρίξε βλέμμα προς το κοιμητήριο εκεί πέρα στον τάφο μου, που επάνω του ο άνεμος θα κινή τα ψηλά χόρτα εις τη λάμψη του ηλιοβασιλέματος, Ήμουν ήσυχος όταν άρχισα· τώρα, τώρα κλαίω σαν παιδί βλέποντας να έρχωνται γύρω μου αυτές η ζωντανές εικόνες . . . »

Μην τα πετάς τα μήλα σου, φέρε τατην ποδιά σου. Φέρε τα καιτον κόρφο σου για να τα φάμε αντάμα. Έλατην πέρα την πλαγιά, πούν' η πολλές η λεύκες Και τα ρουπάκια τα ψηλά, οπώχω το μαντρί μου Και στάνη και παραστάνη, να ιδής τα κρύα νερά μου, Και τες χλωρές μου τες βοσκές. Έλα να ιδής, βοσκούλα, Τα ισκιερά τα ορμάνια μου.

«Μάλιστα αυτός!», έλεγεν ένας γέρων κυνηγός, «που εφίλησε την Αννέτταν εις τον χορόν, έχει αρχίσει με το Α και θα φιλήση πέρα και πέρα όλον το αλφάβητον. Ένα φιλί εις τον χορόν ήτο όλο-όλο, που αι ακούραστοι γλώσσαι ηδύναντο έως τώρα περί αυτού να είπουν· πραγματικώς είχε φιλήσει την Αννέττα και μόλα ταύτα καθόλου δεν ήτο αυτή το άνθος της καρδιάς του.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ακόμη δεν 'ξημέρωσε· θα φύγης από τώρα; Ήτον φωνή αηδονιού, κορυδαλός δεν ήτον που σου εφόβισε τ' αυτί με το κελάδημά του·εκείνην πέρα την ρωδιάν τ' ακούω κάθε νύκτα. Ω! πίστευσέ μ', αγάπη μου, ήτον αυτό αηδόνι. ΡΩΜΑΙΟΣ Κορυδαλός ελάλησε και την αυγήν κηρύττει· δεν είν' αηδόνι. Κύτταξε τα φθονερά χαράκια, που εσημάδευσε το φως σταις άκραις των συννέφων.

Τι; τον ρώτησε τέταρτος. — Τι;.... Έχομε το παιδί του εδώ πέρα... — Και σαν τώχομε; — Να το βάλωμε στη θέση του πατέρα του....... κριτή. — Μπρε αλήθεια! Να το βάλωμε κριτή. Αν και μικρό ακόμα, θα ξέρη να ειπή κάτι, ως παιδί του κριτή μας. — ΣπύροφώναξεΣπύρο Τι γίνεται ο Σπύρος του κυρ-Χρήστου;

Συγχρόνως τότε, κατά συγκυρίαν όχι παράδοξον, καθότι όλοι οι αιγιαλοί και αι θάλασσαι εκείναι εσυχνάζοντο από τους αλιείς, μία βάρκα εφάνη να προβάλλη αντικρύ, προς το ανατολικομεσημβρινόν μέρος, από τον πέρα κάβον, τον σχηματίζοντα το δεξιόν οιονεί κέρας του κολπίσκου.

Μα και μέρα βγαίνει και τότε κανείς δεν τονέ βλέπει, γιατ' είναι ντυμένος με του ήλιου τις αχτίδες και πιο φεγγερός από τον ήλιο. . .! Και πιο πέρα πιάνουν κάμποι κι άλλοι λόφοι, που πρασινίζουν απ' το Γεννάρη, πλατιά ξαπλωμένοι· κι ανεβαίνουν αγάλια-αγάλια όλοι μαζί αψηλά και με τον άσπρο δρόμο του Φαλήρου αντάμα, σα να τον πιάνουν απ’ το χέρι να τονέ σηκώσουν, ίσαμε το σπιτάκι· κ’ έπειτα τρέχουν πάλι όλοι μαζί τον κατήφορο ως πέρα στη θάλασσα.

Κοιτάζουν τα πρόσωπα, στα πρόσωπα προσέχουνε. Ο τάδες το γράφει έτσι; Αμέσως εγώ να το γράψω αλλιώς! Το λοιπόν τι βγαίνει; Βγαίνει που το μόνο σύστημα που μπορεί στην Ελλάδα να τα βγάλη πέρα, που μπορεί όλους τους Ρωμιούς μαζί να τους κάμη να είναι σύφωνοι, το μόνο είναι το απρόσωπο σύστημα, είναι η γραμματική, είναι η γλώσσα του λαού.

Η κοιλάς εβυθίζετο ολοένα κάτω αυτού βαθύτερον, ο ορίζων εγίνετο ευρύτερος· εδώ μία χιονοσκεπής κορυφή, πάρα πέρα άλλη και μετ' ολίγον η φωταυγής λευκή άλυσις των Άλπεων. Ο Ρούντυ ήξευρε το κάθε βουνόν· επλησίασε το Σρεκχόρν, το οποίον εκτείνει υψηλά εις τον κυανούν αιθέρα το πέτρινον δάκτυλό του, το πασπαλισμένο με χιόνι.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν