Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Το Θοδορίχο τον ξανανταμώνουμε στα 482. Πλημμύριζε πάλε και ρήμαζε Μακεδονία και Θεσσαλία. Πήρε και τη Λάρισσα τότες. Άλλα έξη χρόνια βάσταξε αυτό το κακό. Πότε στ' ανοιχτά πόλεμος, πότε καλοπιάσματα από τους δικούς μας με προδοσίες από λόγου του. Στα 484 τονέ βρίσκουμε Ύπατο, και πολεμούσε τον Ίλλο.

Ξαναδένει στο μεσάλι ό,τι απόμεινε, και τηράει πάλε γύρω με μάτια σα νυσταγμένα, ορθάνοιχτα όμως και γαλήνη γεμάτα· θάλασσα σωστή, όσο θέλεις βαθειά, μα αυτή την ώρα ατάραγη κι ακυμάτιστη. Δε βλέπει ψυχή πουθενά! Της ήρθε όρεξη να πλαγιάση απάνω σε μερικά κιτρινόφυλλα που θάρρειες πρόλαβαν και πέσανε, να της δώσουνε στρώμα πιο ταιριαστό.

Πότε περιγράφει τα βάσανα του γέρου Επισκόπου που όρη και βουνά διάβαινε νανταμώση το Θεοδόσιο και να του ζητήση συχώρεση για την Αντιόχεια, πότε τη θλίψη του απελπισμένου λαού που γύρευε κι αυτός να πάρη τα όρη για να ξεγλυτώση από τη βασιλική οργή, και πότε πάλε παρασταίνει τη φρίκη του ο Χρυσόστομος θωρώντας στο Πραιτώριο ταδέρφια του να παιδεύουνται και να τυραννιούνται.

Επί τέλους λαβών τον αδελφόν μου κατά μέρος: — Έλα, άφησε τα γέλοια σου, λέγω, και ειπέ μου τι συμβαίνει εδώ πέρα; Τι σας είναι αυτοί; — Τώρα θα σε το πω, είπεν ο αδελφός μου γελών έτι περισσότερον. Τώρα θα σε το πω. Πήγαινε, Λουή! δυο καφέδες γρήγορα! Μα κύτταξε, να μην τους κάμης πάλε σαν τα φραγκικά σου τ' αποπλύματα! Α — λατούρκα, και χωρίς ζάχαρι! Ακούς;

Αφτός τόχε δοσμένα στο Δία, τον αφέντη γιο του Κρόνου, πάλε ο Δίας τόδωκε στον αργοφονιά Ερμή, τον αγωγιάτη, και πάλε αφτός στον Πέλοπα, τεχνίτη αμαξολάτη, 105 κι' ο Πέλοπας στον βασιλιά τόσων λαών Ατρέα· τ' άφισε αφτός πεθαίνοντας στο μυριοπλούσιο Θιέστη· στον Αγαμέμνο τ' άφισε κι' εκείνος, που έχοντάς το, να βασιλέβει σε πολλά νησά και στ' Άργος όλο.

Αυτό μας το χάρισμα γέννησε την εφτάψυχη τη δύναμη που μας βάσταξε μέσα σε τόσους και τόσους κατακλυσμούς, αυτό μας ξηγάει με τι τρόπο τα κατάφερε ο Ρωμιός και τα κατάπιε όλα εκείνα τανήμερα θηριά, από Γότθους και κάτω, και τάκαμε θροφή του από φαρμάκι του, τέλος με τι τρόπο ξαναπρόβαλε εκεί που τονέ θάρρειε ο κόσμος χαμένο, και σήμερα ζη πάλε και παραζή μάλιστα, αφού μεγάλο Ανατολικό ζήτημα δε βγαίνει στη μέση δίχως ναντιλαλούν οι φωνές του μέσα στη σαστισμένη Ευρώπη.

Μα φαίνεται πως έχει μέσα του κάτι. — Γιατί δεν το βαστά εκεί που τόχει; του κάμνω και γω. Χαμογέλασε το παιδί και μου έδειξε πάλε το Άστυ. — Τρώγουνται, λέει. Είναι νόστιμο το ξαδερφάκι μου πολύ. Μετρημένα τα λόγια του, μα σωστούτσικα. Ναι! τρώγουνται πάρα πολύ. Έτσι μοιάζει πως είναι, και δε γιατρέφτηκε ακόμη το κακό.

Πέρασαν τα πέντε τα χρόνια, γύρισε στην πατρίδα, παντρεύτηκε, μεταγύρισε στην Ανατολή, πάλε ξαναήρθε στον τόπο του, όλα σ' ένα χρόνο μέσα, κ' η αλήθεια είνε πως είδε Θεού πρόσωπο τους δώδεκα αυτούς μήνες, την απογεύτηκε την αληθινή την καλοτυχιά. Γραφτό του είταν όμως να μην πολυχρονίση μήτ' αυτό το μεγάλο το καλό.

Και τους ντόπιους θα γιάτρεβα και τους ξένους. Και δε θα γιάτρεβα μόνο τους τρελλούς, τους στραβούς και τους παράλυτους. Αμέ τι; Να είμαι Παναγιά και να φέρνουμαι σαν τους γιατρούς, που ο ένας είναι για τα δόντια, ο άλλος για ταφτιά, ο άλλος πάλε για κάτι άλλα! Δεν ταιριάζει.

Από τη μια έμπαινε σπίτι με την ακριβή του Μιχάλαινα, κι από την άλλη οι παραφρενιασμένοι οι Τούρκοι έστελναν την Ασήμω να πάη και να μάθη ποιος την έπαιξε τη στερνή τη μπαλλοτέ. Έτρεξε η Ασήμω στης θειας της, κι απ' άκρες μέσες που άκουσε από τη γριούλα βρήκε πάλε μονομιάς το φταιξάρη. Λέει της γριάς πως πάει ναπονυχτερέψη με του Χουσεήνη το χαρέμι, πως τόταξε και πρέπει, αφού το ψωμί τους τρώνε.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν