United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτό μας το χάρισμα γέννησε την εφτάψυχη τη δύναμη που μας βάσταξε μέσα σε τόσους και τόσους κατακλυσμούς, αυτό μας ξηγάει με τι τρόπο τα κατάφερε ο Ρωμιός και τα κατάπιε όλα εκείνα τανήμερα θηριά, από Γότθους και κάτω, και τάκαμε θροφή του από φαρμάκι του, τέλος με τι τρόπο ξαναπρόβαλε εκεί που τονέ θάρρειε ο κόσμος χαμένο, και σήμερα ζη πάλε και παραζή μάλιστα, αφού μεγάλο Ανατολικό ζήτημα δε βγαίνει στη μέση δίχως ναντιλαλούν οι φωνές του μέσα στη σαστισμένη Ευρώπη.

Τέτοιο μέρος ποιό είχε καταλληλότερο από το Βυζάντιο; Τα μεγάλα, τα σπάνια συστατικά της τοποθεσίας εκείνης, που δεν τα είδε μήτ' Αρταξέρξης μήτ' Αλέξαντρος μήτε Μιθριδάτης, που σα να τα συλλογίστηκε ο Καίσαρας ο Ιούλιος, μα δεν τα μεταχειρίστηκε, τα είδε, τάννοιωσε, και τάκαμε δικά του ο Κωσταντίνος.

Έργα που αν πρωτογραφήκανε στο λατινικό, αφού επίσημη γλώσσα είταν ακόμα η λατινική, κι ο Ιουστινιανός μήτε τονειρεύτηκε να το ρίξη αυτό το σύστημα, γλήγορα όμως, και με του ίδιου του Ιουστινιανού τη βοήθεια καθώς θα δούμε, τάκαμε δικά του το έθνος. Το καθαυτό υλικό τους δεν είτανε φυσικά μήτε του Ιουστινιανού μήτε του περίφημου του Νομικού «Αρχιτέχτονα», του Τριβωνιανού.

Πόσα και πόσα στολίδια της Άγιας Σοφιάς δεν ταποδίνει ο τεχνίτης ο κριτικός σε συνήθειες βάρβαρες κι Ασιατικές! Κι ως τόσο κοιτάξτε το σύνολο, κοιτάξτε το ξαναχύσιμο! Έτσι και το έθνος. Δικά του τάκαμε όλα τα ξένα στοιχεία. Τόσο δικά του, που αδύνατο πια το παραμικρό να του αφαιρέσης δίχως νασκημίσης την ξαναπλασμένη του ομορφιά. Ας έρθουμε όμως στην ιστορία του μεγάλου ναού μας.

Τάκαμε όλα χρήμα χρυσό κι άργυρο, αφού έγραψε πρώτα των ιερέων πως πιο ασφαλισμένος θα είναι ο θησαυρός στα χέρια του, και πως αν τα ξοδέψη, πάλε με τόκο θα τα γυρίση.

Στο Τινταγκέλ, ο Βασιληάς την τιμάει και την υπηρετεί. Ζη μέσα στη χαρά. Βέβαια το κουδουνάκι του μαγεμένου σκυλλιού τάκαμε αυτά. Με ξεχνάει, και λίγο τη μέλει για της περασμένες χαρές και λύπες, λίγο την μέλει για το δυστυχισμένο που περιπλανιέται σ' αυτόν τον καταστραμμένο τόπο, Κ' εγώ λοιπόν δε θα ξεχάσω ποτέ κείνη που με ξεχνάει; Ποτέ δε θα βρω κάποια που να γιατρέψη τη λύπη μου

Σου έτυχε καμμιά φορά εις την θάλασσα, παπά μου, να φυσάνε οι καιροί από παντού, γύρω-γύρω, και να μη ξεύρης τι καιρός είνε, τι καιρός θα στερεώση, και να σαστίζης, και να μη ξεύρης τι να κάμης; Το ίδιο συμβαίνει τώρα εις εμένα και έξω εις την στεριά. Μάγια από δω, μάγια από κει! Και να μη ξεύρης ποιος τάκαμε. Ότι είνε καμωμένα μάγια εις αυτήν την δουλειά, δεν έχω αμφιβολίαν.

Παρακινούσε ο Δάμωνας και το Δάφνη να παχαίνη τα γίδια όσο μπορούσε περισσότερο, λέγοντας, ότι δίχως άλλο κ' εκείνα θα ζητήση να τα ιδή ο αφέντης, ερχάμενος ύστερ' από καιρό. Κ' εκείνος δε φοβότανε ότι δε θα παινευτή γι' αυτά, επειδή και διπλά από όσα είχε πάρει τάκαμε και κανένα δεν του είχε αρπάξει λύκος και ήτανε πιο παχιά από τα πρόβατα.

Τα πήρε και τάβαλε στο καλούπι του τραγουδιού. Γίνηκαν δικά του, γιατί αυτός τάκαμε αγαπητά. Ήταν πλασμένα από μουσικήν, Κ' έτσι δεν ήταν διόλου πλασμένα, γ' αυτό δα για πάντα πλασμένα θα ήταν. Όσο περισσότερο μελετάει κανείς τη ζωή και τη φιλολογία, τόσο γερά αισθάνεται πως από πίσω από κάθε πράγμα θαυμαστό στέκεται το άτομο, κι ότι δεν κάνει η στιγμή τον άνθρωπο, μα ο άνθρωπος πλάθει την εποχή.

Οι στρατιώτες του έσπειραν παντού τη φωτιά, και παντού πήρανε πλιάτσικα. Οι άνθρωποι του έγιναν για όλη τους τη ζωή πλούσιοι: έτσι είν' ο πόλεμος. — Αδελφέ, είπεν ο Τριστάνος, γιατί ο κόμης Ριόλ τάκαμε όλα αυτά στον Άρχοντά σας, το Χόελ; — Θα σας πω λοιπόν, Άρχοντα, την αφορμή του πολέμου. Μάθετε, ότι ο Ριόλ ήτανε υποτελής του Δούκα Χόελ.