Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Μα αν πες εδώ στη χώρα ομπρός με τ' όπλο τον προσμείνω; Τι έχει μαθές και σάρκα αφτός που την τρυπάει κοντάρι, θνητό τον λένε, μια ψυχή έχει κι' αφτός στα στήθια.» 569 Είπε, και στέκει μαζεφτός ναν τον προσμείνει, κι' είχε 571 μέσα η καρδιά του απόφαση γερά να πολεμήσει.
Μα όπιος να φύγει βάρθηκε καλά και σώνει, ας έβγει να βάλει χέρι στο γοργό καλόδετο καράβι, για να κατέβει αρχύτερα των αλλωνών στον Άδη. Μα, αφέντη, κρίνε ορθά κι' εσύ, μα αγρίκα και τους άλλους, 360 κι' ο λόγος τώρα που θα πω δεν είναι ναν τον ρήξεις. Κατά γενιές τους Αχαιούς και κατά έθνη σάξ' τους, γενιά βοήθια σε γενιά κι' έθνος να φέρνει σ' έθνος.
Γονιό 'χω τον Πολύχτορα, γέρο εστιδά όπως είσαι, άρχοντα πλούσιο εφτά με γιους κι' εγώ το στερνοπαίδι· μα εμένα απ' τους εφτά ο λαχνός μούπεσε εδώ να σύρω. 400 Κι' ήρθα οχ τα πλοία τώρα εδώ στον κάμπο· τι άμα φέξει, θα πιάσει πόλεμο ο στρατός στο κάστρο γύρω πάλι, τι παν να σκάσουν κάθοντας, και πού ναν τους βαστάξουν οι στρατηγοί που πόλεμο διψούν τα παλικάρια!»
Από 'ναν κάπιον ποιητή, τα πήρε, ξαϊκουσμένον, Στους αλλοτεσινούς καιρούς, σε τέτια προκομμένον· 20 Που σ' όσα και αν εσύνθεσε παρόμια παραμύθια, Ποτέ δεν παραστράτησε οχ τη σωστήν αλήθια. Και λέγει από 'ναν τα ήκουσε, που κείνος τα 'χε μάθη Απ' άλλον, που τα διάβασε σε ποίημα, που χάθη. Πως μια φορά εσυνέβηκε, πως κάποτ' είχε λάχη, 25 Σε Ποντικούς ανάμεσα και σε Μπακάκους, μάχη.
Μα τώρα εμένα με μισεί, και πήγε και της Θέτης 370 το θέλημα τής τόκανε, π' ομπρός του, με το χέρι κρατώντας το πηγούνι του, τα γόνατα φιλώντας, του πρόσπεσε το γιόκα της ναν της καλοκαρδίσει. Μα ας είναι, θα ξανάρθει αβγή να πει καλή μου κόρη.
Είπε, κι' εκείνος ήθελε, πηγουνοπιάνοντάς τον με το παχύ το χέρι του, σπλαχνιά ναν του ζητήσει, 455 Μον ο Διομήδης χοίμηξε και τούχωσε το λάζο μεσόσβερκά του, κι' έκοψε τα δυο ποντίκια αντάμα, κι' έφαγε χώμα η κεφαλή ενώ λαλούσε ακόμα.
Και τότε εκεί ίσως χάνουνταν ο θνητοφάγος Άρης, Μον στον Ερμή το πρόφτασε η γλυκομάτα Ερίβια, η μητρυιά τους, κι' ο Έρμης τον κλέβει από κει μέσα 390 σ' άσκημα χάλια, κι' η σκληρή τον έτρωγε τριχιά του. Έπαθε η Ήρα τον καιρό που στο δεξύ βυζί της ο θεριομάχος Ηρακλής με τρίγλωσση σαΐτα την κάρφωσε, που πήγε πια ναν την τρελάνει ο πόνος.
Έπειτα τσάκωσε δυο γιους του βασιλιά Πριάμου, διο σ' ένα αμάξι, που Χρομιό τους λέγανε κι' Εχέμο. 160 Κι' όπως λιοντάρι χύνεται σε βόδια εκεί που βόσκουν, και σπάει το σβέρκο μοσκαριού στο λόγγο και γελάδας, έτσι σκιαγμένους γκρέμισε κι' εκιούς τους διο ο Διομήδης μέσα απ' τ' αμάξι, κι' έπειτα και τ' άρματά τους πήρε, κι' έδωκε ναν του παν τα ζα οι φίλοι στα καράβια. 165
Πάω ναν τους δω κι' ένα σωρό παλιές τους δυσαρέσκιες ναν τους διαλύνω, τι καιρό τώρα δεν παν να σμίξουν 305 σε στρώμα αγάπης, επειδής πεισμάτωσε η καρδιά τους. Αν την καρδιά τους πείσω εγώ με διο καλά λογάκια και φιλιωμένοι αγκαλιαστούν σαν πριν σ' αγάπης στρώμα πάντα ακριβή τους θα με λεν και λατρεφτή θα μ' έχουν.
Τότες στης Λήμνος το νησί τον πήρε και τον πήγε 40 ναν τον πουλήσει, κι' έδωκε τα γρόσα ο Καλοκράσης. Εκεί ένας βλάμης του, ο Αητιός, ξαναγοράζοντάς τον με χρήματα πολλά, αντικρύ τον πήγε στην Αρίσβα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν