Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Ήτο χήρα από είκοσιν ετών κ' εφόρει τα μαύρα καθαρά-καθαρά. Ιδίως η μαύρη μανδήλα της εγυάλιζε πάντοτε ως νεοβαφής.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και τι θέλεις να είπω εκ μέρους σου εις τας αδελφάς σου ; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Να μη τας ενδύσης ούτε αύτας εις τα μαύρα. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ποίον γλυκύν σου λόγον θέλεις να φέρω προς αυτάς; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Να ήναι ευτυχείς. Αυτόν δ' εδώ τον Ορέστην να μου τον αναθρέψης εις άνδρα ισχυρόν. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Λάβε τον εις τας αγκάλας σου και φίλησέ τον. Τον βλέπεις διά τελευταίαν φοράν. Ω αγαπημένε μου αδελφέ!
Ήρθαν και μαύρα χρόνια· Κ' έπρεπε τώρα ο κυνηγός 'ς τα ξένα να γυρέψη Ψωμί για τη γυναίκα του, ψωμί για το παιδί του. Κρεμάει στον τοίχο τ' άρματα και φεύγει, πάει 'ς τα ξένα. Μια Κυριακή και μια γιορτή στολίζετ' η Νεράιδα Να πάη κι' αυτή 'ς την εκκλησιά, να βγη και 'ς το σεργιάνι Κ' εκεί που βγάζει τα χρυσά 'πώνα σεντούκι απ' άλλο Ξανοίγει το μαντήλι της και κάμει πώς το δένει.
Επί ώρας ολοκλήρους επάλαισαν με τα μαύρα κύματα της λίμνης, άτινα τα εκύλιον αδιακόπως, ως κολοκύνθας και τ' απώθουν επιμόνως προς την ξηράν, ως να ήθελον και αυτά να εξυπηρετήσουν τας ορέξεις της Κυρά Ρήνης.
Το νερό αργοκίνητο, χωρίς μουρμουρητά ή παράπονα, περνούσε αφλοίσβητο ανάμεσα στις πρασινάδες. Κάτω από τον ήλιο ο Ποταμός φορούσε τα χρυσάφια του και στολιζότανε με διαμάντια και με ζαφείρια· κάτω από το φεγγάρι έβαζε τασημένια του και φορούσε τα οπάλια και τα μαργαριτάρια του· μέσα στο σκοτάδι της νύκτας ντυνότανε τα μαύρα του βελούδα, κεντημένα με χρυσά άστρα.
Όλα γίνανε όπως τα πιθυμούσε και το στερνό κρεβάτι της στρώθηκε μέσα στην μικρή κάμαρα του Σβεν. Εκεί είτανε ξαπλωμένη με ταπαλά, μαύρα μαλλιά λυμένα απάνω στο λευκό φόρεμα και γύρω της είταν όλα τανοιξιάτικα άνθη. Πίσω της είτανε στημένη κοντά στο μικρό παράθυρο μια ολοπόρφυρη αζαλέα και στο κρεβάτι της χυμένη μια βροχή από κίτρινα ρόδα.
Και έλαμπον τα μαύρα τα μάτια της από την χαράν και από την ελπίδα, και περιήρχετο τα εξωκκλήσια κατά τας εορτάς ξένοιαστος κ' ελευθέρα παθών και βασάνων, ανάπτουσα τας κανδήλας και δεομένη του Δεσπότου Χριστού, όστις φροντίζων εν τη απείρω αυτού αγαθότητι περί των πετεινών του ουρανού, τα οποία ούτε σπείρουσιν ούτε θερίζουσι, πολύ περισσότερον φροντίζει περί των ευσεβών και αγαθών θυγατέρων.
Αποφάσισαν λοιπόν να λουστή, προτού ο Λάμωνας κ' η Μυρτάλη μάθουν τι έγινε. Κι αφού ο Δάφνης πήγε μαζί με τη Χλόη στη σπηλιά των Νυμφών, της έδωκε και το ρούχο του και το ταγάρι να τα φυλάη κι' αυτός στεκάμενος εμπρός στην πηγή έπλενε τα μαλλιά κι όλο το σώμα του. Κ' ήτανε τα μαλλιά του μαύρα και πολλά και το κορμί του μαυρισμένο από τον ήλιο.
'Στο πλευρό της Δημοπούλας της περίμορφης! Η ΦΛΟΓΕΡΑ κ. Ν. Πουρναρά. — Ήσυχα πούναι τα βουνά, ήσυχοι πούναι οι κάμποι Ήσυχαις πούναι η λαγκαδιαίς και τα κλαριά κι' η βρύσαις, Ήσυχαις πούναι κ' η σπηλιαίς! Κι αυτά τα νυχτοπούλια Γρήγορ' απόψε κούρνιασαν τα μαύρα και δεν σκούζουν.
Πήγε πάλε στο παράθυρο και κύτταξε κάτω με πολλή θλίψη. Ο ήλιος βασίλευε στο αντικρυνό διάσελο. Μαύρα σύγνεφα κρέμονταν μπροστά του κ' έρριχαν στο μετόχι μαύρους ίσκιους, σα μεγάλες νυχτερίδες. Ο βραδυνός αέρας ερχόταν από τα χιονισμένα βουνά κρύος. Ανατρίχιασε κ' έκαμε να κλείση το παράθυρο. Μα την ίδια στιγμή αγνάντεψε πέρα δυο ίσκιους. Τους γνώρισε αμέσως.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν