Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Κανείς φίλος λόγο να μη μ' απαγγείλη, κι' αν 'στο νου του τέτοιο έγκλημα περάση, να τον σακατέψουν 'στης σβερκιαίς οι φίλοι, κι' είθε τη 'μιλιά του 'στη στιγμή να χάση. Και τ' ακίνητά μου και τα κινητά τα χαρίζω όλα 'στην καλή πατρίδα, όχι για να κάμη πόλεμο μ' αυτά, αλλά ν' αγοράση 'λίγη δαμαλίδα.

Χίλια χρόνια τόρα σε τέτοια αμαρτία δεν έπεσε το μοναστήρι, έκανε ακόμα ο πάτηρ Συμεών, χίλια χρόνια. Ύπαγε οπίσω μου, ύπαγε οπίσω μου!... Να τους φάη η κίσσα η κακιά, να τους φάη!... Ύστερα από λίγη ώρα έφτασε απ' το χωριό κι ο αστυνόμος.

Άξαφνα δε μπορεί πλιο, δε δύνεται, και κάθεται στο μαρμαρένιο σκαλοπάτι ενού παλατιού. Εκάθησε ν' ανασάνη· να ρουφήξη ακόμα λίγο ήλιο, λίγο αέρα, λίγη ζωή, μια στάλ' ακόμα, που της χρειάζεται σήμερα . . . Και χαμογελά, δεν παύει να χαμογελά, σαν να χαιρετά, σαν να στέλνη φιλήματα σ' όλα τριγύρω της.

Είμαι μαμαμούκος. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι είδους ζώο είν' αυτό; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μαμαμούκος, αμαθεστάτη, θα πη μεγιστάν. Κατάλαβες; Να, λίγη ώρα είνε που με χειροτόνησαν. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Σαν τι χειροτονία σούκαναν; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Αν ξαίρης, αποκρίσου· δεν ξαίρεις; σκασμός! Κα ΖΟΥΡΝΤΑΝ Πώς; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Είμ' εγώ Μουφτής, Τ' είσαι συ; Δεν καταλαβαίνεις; Σκασμός! Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι;

Γελούσαν και οι τρεις, το κορίτσι με κατεβασμένο το κεφάλι, ο Τζατσίντο αγγίζοντας το λαιμό του αλόγου. «Έφις», είπε ο ιερέας, τινάζοντας με το μαντήλι το ταμπάκο από το στήθος του, «να ο ντον Πρέντου. Καλύτερα, θα έχουμε και λίγη κακογλωσσιά. Και ο δικός σας ο Τζατσίντο είναι καλό παιδί∙ έρχεται στη λειτουργία και στις παρακλήσεις. Έχει καλή ανατροφή και είναι καταδεχτικός.

Τώρα ήρχιζε να γίνεται πλημμύρα. Η Φραγκογιαννού εστάθη κ' εδίστασε. «Τάχα δεν θα . . . ξαναγείνη ρήχη σε λίγη ώρα, είπε. Γιατί να βιαστώ τώρα, να γίνω μούσκεμμαΑλλά την ιδίαν στιγμήν ήκουσε θόρυβον όχι μικρόν επί του κρημνού. Δύο άνδρες ο είς στρατιωτικός, ο άλλος πολίτης, με δύο τουφέκια, επ' ώμου, κατήρχοντο τρέχοντες τον κατήφορον.

Κι ο Λάμωνας μην ημπορώντας πια μήτε τη φτώχια να προφασιστή, επειδή αυτοί δεν υπερηφανεύονταν, μήτε την ηλικία του Δάφνη, επειδή ήταν πια παλληκάρι, δεν εξεστόμισε καθόλου την αλήθεια ότι δεν ταίριαζε στο Δάφνη τέτοιος γάμος. Μα ύστερ' από λίγη σιωπή έτσι αποκρίθηκε: — Καλά κάνετε να προτιμάτε τους γειτόνους από τους ξένους κι από την τίμια φτώχια να μη θαρρήτε καλύτερα τα πλούτια.

Και πόση ώρα είνε που τους είδατε; — Να, ως δύο ώρης κη παραπάν'... ταπουτώρα. — Και γιατί δεν ήρθατε πρωτήτερα να μου πήτε! — Μα δεν είνε πουλλή ώρα... ως μια ώρα, μια ουρίτσα... κη παρακάτ'... λίγη ώρα... ταπουτουρίτσα. Ο κυρ Μοναχάκης έκαμε νέαν οργίλην χειρονομίαν, διά ν' αποθέση παρά την γωνίαν το τσιμπούκι του. Το παιδίον έσπευσε να τραπή εις φυήν.

Ανοίξαμε τα πανιά και το μπάρκο έπιασε πάλι σε λίγη ώρα τη γραμμή του. Τρεις εβδομάδες αργότερα εκατεβήκαμε στην Πόλη φορτωμένοι. Εκεί έλαβα πρώτο γράμμα της μάνας μου. Πρώτο γράμμα πρώτο μαχαίρι στην άμαθη καρδιά μου. «Παιδί μου, Γιάννη μου· έλεγεν η γριά. Όταν γυρίσης πάλι στο νησί με τη βοήθεια του Αγίου Νικόλα και την ευχή μου, δεν θα ήσαι καπετάνιου παιδί όπως όταν εμίσεψες.

Όχι, δε δείλιασα· διαμαρτυρήθηκε αμέσως εκείνος. Στη ζωή μας, Ελπίδα· ούτε δείλιασα ούτε κουράστηκα. Θα ήταν ντροπή μου στην ηλικία μου. Μα σκέφτουμαι· κι αυτό το αξετίμωτο δώρο μου τώκαμες εσύ όπως και τόσα άλλα· εσύ αγαπημένη. Και βρίσκω πως ο αγώνας είνε μακρύς κ' η ζωή μας λίγη. Τ' είνε μια ζωή για τόσο μεγάλο σκοπό; Εγώ θ' αγωνιστώ, ναι· μα φοβάμαι, Ελπίδα, φοβάμαι.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν