Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Είδα μυθώδη κέρδη χωμένα σε λαγούμια, κι' αυτόν τον Ψευδοσμέρδη πριν καταντήση μούμια. Διέμεινα 'στήν νήσον του πλάνου Ροβινσώνος, αλλ' είδα και τον Κροίσον να ψήνεται απόνως. 'Ξεκούφανα με σείστρα θεούς κι' ανθρώπους γαύρους, κι' είδα την Οθωνίστρα με τους Μεγαλοσταύρους. Έπαιξα 'λίγη πρέφα μετά του Μαθουσάλα, κι' είδα την Γενοβέφα εις τα βουνά πηλάλα.

Μα το χαράκι εψήλωνε, όλο κεψήλωνε που σε μάκη ώρα δε σε διαντέριζα. Ήσουνε μική, μική, σαν ένα πουλί. Κι αληθινά είχες φτερούγες· σε λίγη ώρα επέταξες κιαπάνω σ'αυτό εξύπνησα. — Κείντα να λέη αυτό τόνειρο, μα; είπε η άρρωστη. — Το χαράκι 'νε δύναμη· τα φτερά και το πέταμα δίδουν υγειά και κάλλη· και το κόκκινο 'νε γλίγωρο. Γιαυτό τόνειρο πήα στου Ταχτικού και μου το ξεδιάλυνε.

Έπειτα κατέβηκε στην κουζίνα και ηύρε λίγη κανέλλα μέσα σ' ένα κουτί τενεκεδένιο που ήτανε διάφορα μπαχαρικά και της έβρασ’ ένα φλυτζάνι με λίγο πιπεράκι και της τόδωσε να πιή για να στυλώση την καρδιά της. Από τέτοια δα άλλο τίποτα η Κυρία Ευρυδίκη του κάκου δεν ήτονε μαμμή ξεσκολισμένη. Κ'έπειτα ξανάρχισε απ'άλλη μεριά τώρα. Της φάνηκε περίεργο γιατί να λείπη απ’ το σπίτι το κορίτσι.

Αλλά τα λόγια αυτά δεν παρηγορήσανε τον Αγαθούλη. Η μελαγχολία του μεγάλωσε κι' ο Μαρτίνος δεν έπαυε να του αποδείχνη, πως υπήρχε πολύ λίγη αρετή και πολύ λίγη ευτυχία πάνω στη γη, εξόν από το Ελδοράδο, όπου όμως κανείς δε μπορούσε να πάη.

ΝΙΚΟΣΔε θα μας δώσετε, σήμερα και τη Δίδα Δώρα, κύριε Φλέρη; Έρχομαι να σας τη ζητήσω από μέρος όλων των δεσποινίδων. ΜΙΣΤΡΑΣΘα της κάνη πολύ καλό λίγη άσκηση, Τάσσο. Στείλε την με τη βάρκα, να σε χαρώ. ΦΛΕΡΗΣ — Α! φίλε μου. Αν μπορούσατε να μου την ξεκολλήσετε από τους ουρανίους φίλους της, θα σας ήμουνα και υποχρεωμένος. Φτάνει να θέλη μονάχα. ΝΙΚΟΣΘα την παρακαλέσω εγώ, κύριε Φλέρη.

Σε λίγη ώρα ήρθε η μαμμή, κοντόχοντρη σα πάπια, με κόκκινα μάτια, με ζαρωμένο πλακωτό πρόσωπο, σκεπασμένη μ' ένα κιτρινισμένο μαύρο σάλι, με το νιογέννητο τυλιγμένο στις φασκιές του, ένα μικρό εκεί πανένιο δεματάκι, π' ανάμεσά του μόλις χώριζε ένα κομματάκι άσπρης σάρκας, ένα κεφαλάκι σχεδόν άμορφο, απαλό, τρυφερό.

Όμως ο Καλίφης που δεν είχε συνηθίσει να μην του περνάει, απέρριψε την συμβουλή, και μετά από λίγη συζήτηση ακόμα αποφασίστηκε ότι η ερώτηση θα γινόταν από τον βαστάζο. Ξαφνικά η Ζωηδία γύρισε και βλέποντας την αναταραχή ρώτησε, «Τι συμβαίνειτι συζητάτε με τόση σοβαρότητα

Και τ' άλογα τ' αμάξια ξεζέψτε τα και βάλτε τους λίγη ταγή να φάνε, κι' έπειτα πλούσια πρόβατα απ' το καστρί και βόδια 505 αμέσως φέρτε, και ψωμί κρασί απ' τα σπιτικά σας.

Πού πας περδικομάτα μου, κατά 'ςτό μεσημέρι, Που σε λερώνει ο κορνιαχτός και σε μαυρίζει ο ήλιος; 'Στά φουντωτά τα δένδρα μου να ξαποστάσης έλα, Να πιής οχ' τη βρυσούλα μου, να πάρης λίγη ανάσα, Να ξαπλωθήςτους ίσκιους μου όσο να πέσ' η κάψα Κι' όσο να πάρη το δροσιό, κ' ύστερ' αν θέλης φεύγεις.

Σταίνουν αράδες τ' άλογα, και βγαίνουνε απ' τ' αμάξια, έπειτα βγάζουν τ' άρματα κι' εκεί τ' αφίνουν χάμου, σιμά κι' οι διο, και λίγη γης τους χώριζε στη μέση. 115 Κι' ο Έχτορας τότε έστειλε διο κράχτες μες στη χώρα να φέρουν γλήγορα τ' αρνιά, το γέροντα να κράξουν.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν