Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Όλη νύχτα επάλαιβα με τις τρόμπες και ούτε κόπο εκατάλαβα, ούτε κρύο, ούτε νύστα, ούτε τίποτα. Πείσμα μόνον φοβερό, που έλεγα πως ήμουν ικανός να καταπιώ τα πέλαγα. Επατούσα την τρόμπα κ' ενόμιζα πως έβγαινεν άμπουλος το νερό. Μόλις όμως επλάκωσε η ημέρα εκόπηκαν τα ήπατά μου.
Γιατί πολλά θα σου ήλεγα, και να σου φανερόσω, Πως γληγορεύω τον καιρό ναρθώ να σ' ανταμόσω, Πως προσπαθώ νυχτοήμερα μ' αγώνα και με κόπο, Του μισεμού μου κι' ερχομού να κάμω κάθε τρόπο, Και με αυτήν την αφορμή περίσια να σου γράψω, Του νου μου τον περιορισμό να χαμοκαταπάψω, Μον όσο κι' αν δυναστευτώ το νου μου αλλού να στείλω, Εκείνος τρέχει κλέφτικα στο μαθημένον φίλο. Αχ!
Και σα θέλεις λίγον κόπο 695 Κάνομε ως αυτόν τον τόπο, Μήπως τύχη και το βρούμε, Και χωρτάτα δροσιστούμε. Συνοδιά το δρόμο παίρουν, Και αρκετή ώρα γύραις φέρουν· 700 Τελοσπάντων πιτυχαίνουν, Κι' ευχαριστημένοι μένουν. Το πηγάδι είχε πλάτο, Κι' αρκετό νερό στον πάτο· Εύκολο ήταν να κατέβουν, 705 Μόνε δύσκολο ν' ανέβουν·
Κρατούσε με κόπο από το μπράτσο μια γυναίκα, που έτρεμε, πούχε ανάστημα μεγαλόπρεπο, κ' έλαμπε ολόκληρη μέσα σε πετράδια κ' ήτανε σκεπασμένη μ' έναν πέπλο. — Τραβήχτε αυτόν τον πέπλο, είπε η γριά στον Αγαθούλη. Ο νέος πλησιάζει· σηκώνει τον πέπλο με φοβισμένο χέρι. Τι στιγμή! Τι ξάφνισμα! Νομίζει πως βλέπει τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη. Τη βλέπει πραγματικά, ήταν η ίδια.
Και τέλος να μην παραλείψουμε την αγάπη της ομορφιάς, την αγάπη της αγάπης, την καλλιτεχνική τη φλέβα που κλαδώνεται κι αυτή αργυρόχρυση μέσα στ' ασκάλιστο, ταδούλευτο μάρμαρο. Σπάνιο υλικό, και να μη θέλη, λέει, νακούση σμίλι! Να μη θέλη νακούση νόμο, να μάθη κόπο, να σεβαστή αλήθεια κ' επιστήμη, και το χερώτερο, να μη θέλη να τιμήση και τα δικά του. Ξολοθρεμός κι απελπισία, θα μου πης. Τίποτις.
Όποιους πεινούνε κι όποιους γυμνητεύουν τους άναψε τα λίγα τα μυαλά, τους είπε αν δεν τους δίνουνε να κλέβουν και να σκοτώνουν όποιον βρουν μπροστά. Να γδύνουν όσους πλούτισαν με κόπο, κάθε άρχοντα και αφέντη να χτυπούν, να κάψουν, να ρημάξουνε τον τόπο, να ρίξουν τις αρχές που κυβερνούν.
Ακόμη και η γυναίκα με τα γλυκά έκλεισε τα κουτιά της που απόμειναν γεμάτα και αγανακτισμένη άρχισε να μιλά με τους ζητιάνους. «Δεν άξιζε τον κόπο που κάναμε τόσο δρόμο! Γιορτή της συμφοράς, αδέλφια μου!» «Δεν τα βγάζουμε πια πέρα», είπε ο γέρος, άδειασε τα κέρματα σ’ ένα μαντήλι και ξαναέβαλε το καπέλο στο κεφάλι.
Έπειτα μέσα απ' το πηχτό το αίμας ροβολώντας και τα κουφάρια, παν γοργά ως στων Θρακών τους λόχους. 470 Αφτοί απ' τον κόπο αχόρταγα κοιμόντουσαν μ' ομπρός τους όλα γυρμένα κατά γης τα χάλκινα άρματά τους, σωστά, με τάξη, τρεις σειρές· κι' είχε ο καθένας δίπλα τα γλήγορά του τ' άλογα· κι' ο Ρήσος μες στη μέση κοιμούνταν, κι' είχε πρόχειρο τ' άσπρο εκειπά ζεβγάρι, δεμένο πίσω με λουριά απ' τ' αμαξιού το γύρο. 475
Ένας μαθητής μου μια μέρα ήρθε να με βρη και τον έβλεπα σα ζεματισμένο. «Δεν αξίζει τον κόπο, με λέει, να κάμη κανείς ετυμολογικό Γλωσσάριο της νεοελληνικής, γιατί αμέσως φαίνεται η παραγωγή κάθε λέξης και πολλή δουλειά δε θέλει να την ετυμολογήσουμε. Πού είναι οι λατινικές γλώσσες!
Οι ανωτέρω. — Η Μάννα. — Χορός Μανάδων. Η Μάννα του! Η Μάννα του! 1ος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ. Τόπο! Κάνετε τόπο! 1η ΓΥΝΑΙΚΑ. Για δες πως σέρνεται με κόπο η δύσμοιρη!. . . Την οδηγάνε λυγισμένη όπως είνε, σαν δένδρο τσακισμένο από καταιγίδα· Χορός από Μαννάδες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν