Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Δεν το βρήκε ως τόσο εύλογο ο Βελισάριος να κατέβη ίσια στην Καρχηδόνα, μόνο τράβηξε κατά τη Μάλτα, κι από κει κατέβηκε σε μέρος της Αφρικής ονομαζούμενο Καπουτβάδα, πέντε μέρες δρόμο από την Καρχηδόνα.
Ο παππά Συνέσιος εσηκώθηκε ανυπόμονος και η μάννα του ετραβήχθηκε. Επεριπάτησε ταραγμένος στην κάμαρα για κάμποση ώρα, έπειτα κοντά τα μεσάνυχτα, ετυλίχτηκε σ' ένα χονδρό σάλι, άνοιξε την πόρτα του ηγουμενιού και κατέβηκε κάτω.
Γύρισαν τότε οι Τρώες κι' αντίκρυσαν τους Αχαιούς· κι' αφτοί κωλώνουν πίσω και παραιτάνε τη σφαγή, τι λέγανε στο νου τους, κάπιος κατέβηκε θεός τους Τρώες να βοηθήσει απ' τον αστρόφωτο ουρανό· έτσι γυρίσανε όλοι!
Και δεν έδωκε πλέον προσοχήν εις τον ανόητον Αστρονόμον που άφινε τη δουλειά του για να κάθεται να μελετά το χρώμα της πρωινής ομίχλης ή την κίνησιν των νεφών. Οι πρακτικοί άνθρωποι τον έθεταν εις την αυτήν μοίραν με τον οκνηρόν Μπαρμπαρέζον, που κατέβηκε και αυτός μια μέρα για να δουλέψη, λέει, κιόλη η δουλειά που είχε κάμη ήτο να τυλίση τσιγάρα και να καπνίζη.
Αποφέβγουν το νόημα το χυδαίο· τα χυδαία όμως δεν ταποφέβγουνε διόλου, μήτε τις λέξες τις πιο δημοτικές δεν τις αποφέβγουνε — από τον καιρό που κατέβηκε ο ρωμαντισμός, όπως η ρωμιοσύνη κατεβαίνει σήμερις από τα βουνά, κι άνοιξε ολόφαρδες τις πόρτες και χούμηξαν όλα τα χυδαία, μέσα στα Παλάτια όλα. Εσένα, κανείς να μη σ' αγγίξη! Βαστούμε ρόπαλο στο χέρι, πολύ γερό. Το ρόπαλό μας είναι η αλήθεια.
Πλημμύρησε ολόγυρα, χύθηκε ανάμεσα σε κλαδιά, γλύστρησε στανοίγματα των παραθυριών, κατέβηκε από τις σαθρωμένες στέγες, πέρασε από τρύπες και χαραμάδες και μοίρασε από ένα γλυκό όνειρο σε κάθε κρεββάτι. Μονάχα στο στρώμα της όμορφης χήρας δεν μπόρεσε ναφήση το χάρισμά του. Καθώς γλύστρησε απ' τη σχισμάδα του παραθυριού, αντίκρυσε δυο μεγάλα μάτια, ορθάνοικτα, γεμάτα δάκρυα.
Έπειτα έρριξε χάμω το ραβδί του, σα νάρριχνε το σπασμένο του σπαθί και μπήκε στο γραφείο ψιθυρίζοντας ακόμα: — Στάχτη — μπούλμπερη θα τον κάνω· στάχτη — μπούλμπερη, να μου το θυμάσαι. Ο Δημητράκης τον ακλούθησε με θλιμμένα μάτια ως που έκλεισε πίσω του την πόρτα. Έπειτα σταύρωσε τα χέρια, έγειρε το κεφάλι και κατέβηκε αργά τη σκάλα.
Ναι, έπρεπε να φύγει, να πάει να βρει την τύχη του. Για να μην ξαναπεράσει μπροστά από το σπίτι της καλής του, κατέβηκε ένα στενό, έπειτα ένα άλλο, μέχρι που έφτασε σ’ ένα πλάτωμα όπου πρόβαλαν τα ερείπια μιας εκκλησίας.
Ο Κωσταντίνος στην αρχή αυτά μήτε τάξερε μήτε τα πρόσεχε. Κι' όταν ύστερ' από τον αφανισμό του Λικινίου κατέβηκε στη Νικομήδεια και τρέξανε γύρω του Αρειανοί και Ορθόδοξοι γυρεύοντας την προστασία του, τα πήρε κατάκαρδα όλ' αυτά, και θύμωσε μάλιστα που χασομερούσε ο κόσμος με τέτοια μικρολογήματα. Δεν τους ήξερε τους Ρωμιούς του ακόμα ο Κωσταντίνος!
Χυμίζει ο Χοσρόης στη Συρία και στην Παλαιστίνη, κουρσεύει και ρημάζει την Αντιόχεια, έπειτα παίρνει τους κατοίκους της, τους φέρνει σιμά στην πρωτεύουσά του, κ' εκεί τους χτίζει καινούρια Αντιόχεια, που την ονόμασε του Χοσρόη. Μα κι ως την ακροθαλασσιά κατέβηκε τότες, και κάπου κοντά στη Σελεύκεια έκαμε θαλασσινό λουτρό και θυσίασε στον Ήλιο ο φιλόδοξος κι ο μεγαλοπίχερος αυτός πυρολάτρης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν