United States or Taiwan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η διάθεσή μας είχε φτάσει στο κορύφωμα, όταν η γυναίκα μου με ρώτησε ψιθυριστά αν θα με δυσαρεστούσε πολύ αν έφευγε αυτή πρωτήτερα από μέ. Πολύ σπάνια κάναμε εκδρομή για να διασκεδάσουμε κ' η πρότασή της δε μου άρεσε πολύ. Είπα λοιπόν της Έλσας πως ειδοποιήσαμε στο σπίτι πως θα γυρίσουμε με το τελευταίο βαπόρι κ' έτσι δε μας περίμενε κανείς.

— Ο Καπετάν-Πρέκας! Δεν τονέ βλέπεις; Ο βαρκάρης σέρνοντας το σκοινί, να το δέση στην πρύμη, σήκωσε μια στιγμή το δεξί του χέρι κ' έκανε, το σταυρό του. — Κύριε ελέησον! Τούτο πάλι ήτανε απ' τάγραφα... Δεν είπε άλλο λόγο. Σιγουράρησε το σκοινί πίσω στην πρύμη και ξανακάθησε στο κουπί. — Έλα! Τράβα να γυρίσωμε! είπε στο παιδί. Τη δουλειά μας την κάναμε σήμερα! Πιάσαμε μεγάλο ψάρι..

Εμείς πράγματι τη γραφή την κάναμε έναν ωρισμένον τύπο εκθέσεως και την πήραμε για μια φόρμα δουλεμένου σχεδίου. Οι Έλληνες από το άλλο μέρος τη γραφή την θεωρούσαν απλώς σαν έναν τρόπο χρονογραφίας. Τη δοκιμή την έκαναν πάντα με τον προφορικό λόγο στις μουσικές και μετρικές σχέσεις του. Η φωνή ήταν το μέσον και ταυτί ο κριτικός.

Πίσω από την κρεββατοκάμαρα είταν ένα μικρό χώρισμα, που στην αρχή λογαριάζαμε να τα κάνουμε δωμάτιο τουαλέττας, μα έπειτα δεν ξέρω για ποιους λόγους δεν το κάναμε. Είτανε πολύ ακανόνιστο, τα παράθυρα ψηλά και τα φως λιγότερο παρότι στις άλλες κάμαρες. Εκεί κατοικούσε ο μικρός Σβεν. Εκεί είταν η κάμαρά του κ' η κάμαρα αυτή έμενε κλειστή.

Πέρασε πολλή ώρα όσο ναλλάξουμε τη θέση μας, μα όταν το κάναμε σηκώθηκε η Έλσα κι άναψε όλα τα φώτα, σα να είχαμε γιορτή. Έπειτα φώναξε τα παιδιά μέσα κι όλα ήρθανε σιωπηλά και ξαφνισμένα και δε χρειαζόμαστε να τους εξηγήσουμε τίποτε.

Ο πάγος που είχε πήξει γύρω στην καρδιά μας λυώνει. Ξεσπούμε σ' άγρια δάκρυα αγωνίας και σκύβουμε το μέτωπό μας ίσαμε τη γη, γιατί ξέρομε πως κάναμε αμαρτία. Όταν έχουμε κάνει μετάνοια και αγνισθή και πιη από τη βρύση της Λήθης και λουσθή στην πηγή της Εύνοιας η δέσποινα της ψυχής μας μάς σηκώνει ψηλά στον Ουράνιο Παράδεισο.

Πήραμε μαζί τα παιδιά και κάναμε το γύρο του νησιού με τη βάρκα και μιλούσαμε για το βιβλίο μας, που είταν έτοιμο και θα έβγαινε το χινόπωρο.

Ο ΧΟΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ Σας τα είπαμ' αυτά για να εννοήσετε την υπεροχή και την χρησιμότητα του χορού και της μουσικής. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Εννοώ τώρα. Ο ΜΟΥΣΙΚΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ Θέλετε τώρα να δήτε τα δύο έργα μας; Ή μάλλον αφήστε να τ' ακούσετε όταν ενώσωμε το χορό με τη μουσική. Θα δήτε τι κομψό που είνε το μπαλλέτο που κάναμε εν συνεργασία για σας.

Δε φταίμ' εμείς, αφεντικό! φωνάζουν οι άγιοι· να, αυτός μας έβαλε σκάνταλα. Πιάνουν τον ναύκληρο· τον πηγαίνουν εμπρός του. — Μωρέ πού βρέθηκες εδώ μέσα! του λέγει Εκείνος θυμωμένος· μπάρκο την κάναμε την Παράδεισο; Μια κλωτσιά του δίνει και τον ρίχνει μίλια έξω. — Τόρα πού να πάω; λέγει συλλογισμένος. Να ήταν εύκολο τουλάχιστον να γυρίσω πάλι στον κόσμο. Κάπως του εκαλοφάνηκε αυτή η σκέψις.

Τι χάδια και τι φιλιά της κάναμε! — Δεν μπορώ, παιδιά μου, μας είπε, θα πάω να πέσω. Ήτανε γρηά, μα έκανε τα νάζια της η γιαγιακούλα. Ήθελε να την παρακαλούνε και να την χαϊδεύουν. — Έλα, γιαγιακούλα, πες μας κανένα παραμύθι, απ' αυτά που είδες με τα μάτια σου. — Δεν ξέρω, παιδιά μου, είπε πάλι η γιαγιά, σας τα είπα όλα. Δεν έχω πια άλλα. Μας λυπότανε όμως η γιαγιά, δεν μας χαλούσε χατήρι.