Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Και εκεί που όλοι τον ελεύθερον από τον δούλο ξεχωρίζομε, του λόγου του έρχεται και μου λέει να τον καλομεταχειρίζομαι τον δούλο και σαν αδερφό μου τον βάρβαρο να αγαπώ και τον εχθρό μου! Είμαστε τα βλαστάρια 'πάνω στα κλαριά, Την ώρα πού εσείς θε να κυλιώστε μέσ' στα χώματα, για μας του ήλιου η χρυσή θωριά, για μας τ' αρώματα, για μας τα χρώματα. Μια νέα σήμερα του κόσμου αρχινάει εποχή.

Και πιος είν' ο αναίστητος που να σ' αλησμονήση, Αφού σε ιδή για μια φορά, μαζί σου να μιλήση. Τ' αηδώνι σώδωκε λιαλιά, φωνή το καναρίνι, Τη χλορασιά σου δάνεισαν των περβολιών οι κρίνοι. Η χάρες αναπαύουνται απάνω στη θωριά σου, Της άνοιξις τριντάφυλλα ανθούν στα μάγουλά σου. Λεν το κοράλλι κόκκινο, μον δίχως νοστιμάδα· Δεν έχει σαν τ' αχείλι σου βαφή και κοκκινάδα.

Κι ένεψε ο βασιλιάςΤην άλλη μέρα σα φώτισε η αυγή τον ουρανό, το κορμί του νέου σειόταν στον αέρα στου πλατάνου τους κλώνους κρεμαστό. Χήτη νεκρή στις πλάτες απλωμένα τα μακρυά κατάμαυρα μαλλιά, τα μάτια άγρια κοιτάζουν πεταγμένα, φριχτή τρομάζει, μελανή η θωριά.

ΠΟΛΩΝΙΟΣ Ιδέ, αν δεν άλλαξε η θωριά του, αν δεν έχει δάκρυα εις τα μάτια! Παρακαλώ, παύσε. ΑΜΛΕΤΟΣ Πολύ καλά·ολίγο θα μου εκφωνήσης το τέλος. — Κύριέ μου, θα λάβης την καλοσύνην να διορίσης να γίνη καλή περιποίησις εις τους ηθοποιούς.

Δράκους αλλού κεντάει και λάμιες και νεράιδες, Κεντάει κ' έναν γιαλό με ζαφειρένια πλάτια·την άκρη του γιαλού την ίδια τη θωριά της Ολόφαντη ιστορεί από εμμορφιάν και νειότη Και πλούτον και αρχοντιά, καιτα λευκά της χέρια Τ' αργόχειρο κρατεί, τ' ωριόπλουμο μαντήλι, Μαντήλι του γαμπρού, του γάμου της κανίσκι, Ανάρηα το κεντάει κι όλο του λέει τραγούδια: Μαντήλι πλουμερό και χρυσοκεντημένο.

Κ' εμένα μέσα μου έβρασε κ' εκόχλασε το αίμα κι' από τον πόνο τον πολύ κοκκίνισ' η θωριά μου όπως τα ρόδα γίνονται κόκκιν' απ' τη δροσούλα. Κ' έφυγε, με παράτησε· κ' εμέ ο θυμός με πνίγει πως έτσι μ' επερίπαιξε με τόσες χάρες πούχω.

Έτσ' η συνείδησις δειλούς όλους μας κάμνει, κ' έτσι το φυσικό της αποφάσεως χρώμα νεκρόνει ο λογισμός με την χλωμήν θωριά του, ώστε μ' αυτόν τον δισταγμόν έργα μεγάλης ουσίας στρέφουν απ' το ρεύμα τους και χάνουν και τ' όνομα της ενεργείας. Σίγα, τώρα! Η εύμορφη Οφηλία; — Νύμφη, 'ς ταις ευχαίς σου μνημόνευ' όλα τ' αμαρτήματά μου. ΟΦΗΛΙΑ Κύριε, πώς ήσουν ταις πολλαίς ημέραις 'πού δεν σ' είδα;

Χ' τ εσέν' της γης η όψη Παντού κατοικημένη, Βλαστίζει στολισμένη Με λογιαστή θωριά. Τα πάντα ζιούν και είναι Στη δύναμί σου μόνη, Και ο κόσμος ξανανιόνει Με κύκλο σταθερό. Στην προσταγή σου νιόθει Μαλακομένο στήθος, Το ανήμερό της ήθος Η τίγρι απαρατάει. Τ' αρπαχτικό Γεράκι, Το αθώο Περιστέρι, Με το γλυκό τους ταίρι Συζιούν μες τη φωλιά.

Η λύπη η δική μου μοιάζει με τη λίμνη που κοιμάται μέσα στο βουνό, μακριά, στη μοναξιά, παραιτημένη, που άνεμοι κι ανεμοζάλες δεν την κοιλούνε. Μήτε χόρτο μήτε λουλούδι στην άκρη της δε φυτρώνει· γύρω γύρω, σα στεφάνι, ίσια με την κορφή του βουνού, βγήκαν τα κυπαρίσσια και σκεπάζουν τον ουρανό. Είναι η λίμνη ατάραχη και κρύα· είναι μάβρη η θωριά της.

Δεν είταν πια Βασιλέας ο Μέγας Κωσταντίνος· μόνο φορώντας τα κάτασπρα των κατηχουμένων έλεγε και ξαναέλεγε «Νυν αληθεί λόγω μακάριον οίδ' εμαυτόν, νυν του θείου μετειληφέναι φωτός πεπίστευκα». Ένα χρέος ακάμωτο έννοιωθε πως τούμνησκε ακόμα, και μολονότι πολιτικό, το χρωμάτισε κι αυτό με θρησκευτική θωριά.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν