Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Ολόγυρα κρέμονταν από σιδερένια καρφιά κι από πουρναρένια παλούκια μπηγμένα μέσα στους τοίχους σχισμένα και καταλερωμένα ράσα, δυο μεγάλες λαγύνες απ' ασπρόχωμα, μια φοβερή πλόσκα χαλκωματένια γιομάτη από λάδι και τότε γλήγωρα καλαλισμένη, δώδεκα αραδιαστές σκορδαρμάθες περασμένες απάνω σε καπνισμένη δοκάρα κ' ένα ζευγάρι δεκανίκια από κρανιά.

Τα παιδία λαβόντα έν άλλο κηρίον ετράπησαν προς το υπερώον, όπου είχον το δωμάτιόν των, ο δε πατήρ αυτών, κύψας εις την κλίμακα εφώνησε·Θοδωρή! — Ορίστε, αφέντη! — Πήγαινε να πιάσης έν αμάξι . . . μετά μισήν ώραν! — Πες του να περάση και από της Λιζιέ, να μου πάρη ένα ζευγάρι γάντια . . . επτάμισυ αριθμό, άσπρα! εφώνησεν εκ του δωματίου της η κυρία Ευφροσύνη.

Εμπρός, η λύρα σήμερα ας δώση και ας πάρη . . . σαν σήμερα, κυρία μου, μ' επήρες και σ' επήρα, σαν σήμερα εγίναμε αγαπητό ζευγάρι, κι' ενώθηκε η μοίρα σου με τη 'δική μου μοίρα. Σαν σήμερα ενοιώσαμε της αγκαλιάς της γλύκες, κι' ένας 'στον άλλον είπαμε: πού σ' ηύρα, πού με βρήκες!

Και όμως, είμαι της Ανατολής το διαλεχτό μαργαριτάρι κι' έχω εδώ στο στήθος μου ένα ζευγάρι καρπών, να σου δροσίζουνε όταν διψάς το στόμα, και λες με γάλα κι' από μέλι ζυμωμένο είνε μου το σώμα. Η Κλεοπάτρα της Αιγύπτου μια βασίλισσα από ράτσα, δεν είχε καθώς τα δικά μου χέρια και τα μπράτσα.

Τους κοίταζε ο κυρ Μαυρουδής από την πεζούλα κ' έλεγε του νωνού. — Να ζευγάρι για προξενειά! Ένα λόγο από τη μάννα του, και με πιάνεις. — Μα δε βλέπεις, κυρ Μαυρουδή, τι μωρό που είνε ακόμ' αυτός; Κ' είτανε σταλήθεια μωρό ακόμα ο Παυλής, κι ας είτανε και δεκάξη.

Πέρσυ μη ρωτάς πώς τα καψοκαταφέραμε να οργώσουμε μ' ένα βόιδι. Να πω και τ' άλλο. Σάματ' δεν είχε δίκιο κι αυτός ο μαύρος; Τίποτα εγώ! Άντρα, να πουλήσουμε το βόιδι· άντρα, να κοιτάξουμε το παιδί μας, το σπλάχνο μας. Είδε κι απόειδε κι αυτός, το δόσαμε προχτές, ντιπ, για ψωμί, που λένε, κι ήρθαμε μέσα. Όπως κάμουμε ας κάμουμε φέτος και χωρίς ζευγάρι.

Και μ' έθρεψε γίδα, όπως τη Χλόη προβατίνα. Αν κ' είμαι τόσο καλύτερος από τους άλλους, όμως μήτε στα χαρίσματα θα μείνω πίσω· εκείνοι θα δώσουνε γίδια και πρόβατα κ' ένα ζευγάρι ψωριάρικα βόιδια και στάρι, που δε φτάνει να ταΐσετε μήτε τις όρνιθες· εγώ όμως δίνω αυτές τις τρεις χιλιάδες δραχμές· μονάχα να μην το μάθη κανένας αυτό, μήτε ο ίδιος ο Λάμωνας ο πατέρας μου.

Έλαβα έν απ' αυτά, και εκείνος εξακολουθούσε: Αφ' ότου η επιμέλειά μου σ' αυτά μου την κατάφερε τόσον άσχημα, δεν θέλω πλέον να έχω σχέσιν με τέτοια πράγματα. — Ήμουν περίεργος να μάθω την ιστορίαν. — Έμεινα, διηγήθηκε, επί τρεις περίπου μήνας εις την εξοχήν εις ένα φίλον, είχα ένα ζευγάρι πιστόλια αγέμιστα, και εκοιμώμην ήσυχος.

Μια βραδειά, προ χρόνων, όταν είχε βγη περίπατο ένα ζευγάρι αρρεβωνιασμένων, οπού η μανάδες και των δυο κάτι παληά ψεγάδια είχαν, φαίνεται, στην υπόληψί τους, η γρηά έξαφνα είχε ξεφωνίση: — Τι ταιριασμένο αντρόγυνο, να σ' πω! — Σε τι είνε ταιριασμένο, θεια Μορισώ; την ερώτησαν. — Να, πλειά π......ς γυιός, και π.....ς θυγατέρα· απήντησεν η γερόντισσα.

Τώλεγε και το ξανάλεγε αυτό το τραγούδι και μέσα στο παραλόγισμα του θατανά έχανε τους στίχους κι' έλεγε αλλ' άντ' άλλων, κι' έδινε διαταγές, σαν όταν είταν γερή: — «Κώσταινα! Εσύ να πας για ξύλα σήμερα!.... » — «Εσύ, Γιώργαινα να μάσης τα σκουτιά και να πας στο πλύμα!.. Ο Κώστας να πάη στα πρόβατα, κι' ο Γιώργης στο ζευγάρι»

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν