Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
— Δεν θυμούμαι τίποτε. — Ήσουν πολύ μικρή τότε. — Δεν θυμούμαι. — Και όμως, είπε βιάζουσα την γλώσσαν η Σιξτίνα, διότι ησθάνετο δυσκολίαν όπως κινή αυτήν, αν και ήσουν μικρή, έπρεπε να θυμάσαι. — Διατί; — Διότι έκαμες εις τα χέρια μου. — Πώς; — Έζησες καμπόσους μήνας σιμά μου. — Εγώ; — Ναι. — Πότε; — Εις εκείνον τον καιρόν. — Πού; — Σοι το είπα, εις την Ρόδον. Η νεάνις εκίνησε τους ώμους.
Και εκίνησε την κεφαλήν του ωσάν να ήτο ευχαριστημένος, και επαρατηρούσε το εργαλείον με προσοχήν, διότι δεν του ήρχετο να ομολογήσει ότι δεν βλέπει τίποτε.
Τούτο, ότε με είδεν, ευθύς ώρμησε και έπεσεν εις τους πόδας μου μουγκρίζοντας και κλαίοντας, ωσάν να ήθελε να μου φανερώση πως είναι υιός μου, και να μη τον θανατώσω· εγώ από μίαν εσωτερικήν κίνησιν του αίματος έλαβον τόσην συμπάθειαν και ευσπλαγχνίαν, που απεφάσισα να μη το θυσιάσω· τόσον η φύσις μου εκίνησε την καρδίαν εις έλεος, που επρόσταξα τον ζευγίτην να το γυρίση οπίσω εις το ζευγάρι και να μου φέρη ένα άλλο.
Εκείθεν επέστρεψεν εις την Αίγυπτον, και λαβών ως λέγουσιν οι ιερείς πολύν στρατόν εκίνησε διά ξηράς και υπέταξεν όλους τους λαούς όσους εύρεν εν τη πορεία του.
Ούτω ο Κροίσος εκίνησε τον γέλωτα των Περσών, όταν ηττημένος και χωρίς πτερά πλέον ανέβη εις την πυράν, και ο Διονύσιος ο τύραννος, όταν κατελύθη η τυραννίς εις την Κόρινθον και ηναγκάσθη να γίνη δάσκαλος, και να διδάσκη τα παιδιά να συλλαβίζουν.
Τούτον λοιπόν τον Αστυάγη όστις ήτο προς μητρός πάππος του, κατέστρεψεν ο Κύρος· βραδύτερον θα είπω διά ποίαν αιτίαν. Ο Κροίσος, μεμφόμενος διά την αιτίαν ταύτην τον Κύρον, ηρώτησε το μαντείον διά να μάθη εάν τω ήτο συγχωρημένον να επιχειρήση πόλεμον κατ' αυτού. Αφού δε έλαβε την διφορουμένην απόκρισιν, επίστευσεν ότι αύτη ήτο υπέρ αυτού και εκίνησε διά να εισβάλη εις την επικράτειαν των Περσών.
«Ερρίφθη η βολή, το δίκτυον ανεπετάσθη, οι θύννοι θα ορμήσωσι την νύκτα με την σελήνην.» Και ούτος μεν, θεόθεν εμπνεόμενος, ταύτα εχρησμοδότησεν· ο δε Πεισίστρατος, εννοήσας τον χρησμόν, εκίνησε τα στρατεύματά του. Κατ' εκείνην την στιγμήν οι υπερασπισταί της πόλεως κατεγίνοντο εις το πρόγευμα· αφού δε έφαγον, οι μεν ήρχισαν να παίζωσι τας κύβους, οι δε ετράπησαν εις ύπνον.
Τούτα οι μνηστήρες έλεγαν, και αυτός αδιαφορούσε. το κτύπημα ο Τηλέμαχος μες την καρδιά του αισθάνθη, και όμως χάμου δεν έσταξε το δάκρυ, αλλά σιωπώντας 490 την κεφαλήν εκίνησε και ολέθρια μελετούσε. Last bookmark212
Είπε και όλων εκίνησε σφοδρά την προθυμία• 15 κ' η αγοραίς εγέμισαν ευθύς και τα θρονία από το πλήθος• και πολλοί τον γόνον του Λαέρτη τον συνετόν εθαύμαζαν ότι με χάρι θεία τους ώμους και την κεφαλή του λάμπρυνεν η Αθήνη, και όλον τον εμεγάλυνε 'ς τα μάτια των ανθρώπων, 20 ώστε εις όλους τους Φαίακαις αγαπητός να γείνη, και φοβερός και σεβαστός, και πράξη τους αγώναις, 'ς όσους κατόπ' οι Φαίακες αυτόν εδοκιμάσαν. — και άμ' όλοι αυτού συνάχθηκαν και ομού συναθροισθήκαν, 'ς την μέση τους ο Αλκίνοος τον λόγον πήρε κ' είπε• 25 «Προσέξετ', όλ' οι αρχηγοί και άρχοντες των Φαιάκων, να φανερώσω εγώ 'ς εσάς ό,τ' η ψυχή μου λέγει• 'ς το δώμα μου ήλθεν άγνωστος, πλανώμενος ο ξένος τούτος, είτ' ήλθε απ' της αυγής τα μέρη ή από την δύσι• ζητεί προβόδισμ' απ' εμάς και στέρεος να 'ναι ο λόγος• 30 κ' εμείς ας προβοδήσουμεν αυτόν, ως τόσους άλλους• ότι κανείς εδώ ποτέ, 'ς τα σπίτια μου όποιος έλθη, κλαίοντας απροβόδητος πολύν καιρό δεν μένει. αλλά 'ς την θείαν θάλασσαν ολόμαυρο καράβι ας ρίξουμε ολοκαίνουργο, και νέοι πενηνταδύο 35 ας διαλεχθούν εις το κοινόν, όσ' είναι τώρα οι πρώτοι. και αφού καλά προς τους σκαρμούς δέσετε τα κουπία, εβγάτε, και εις το δώμα μου κατόπιν αναιβήτε, να χαρήτ' όλοι 'ς το καλό τραπέζι, 'που ετοιμάζω. των νέων τούτα επρόσταξα• και σεις, οι σκηπτροφόροι 40 οι βασιλείς, εις τα λαμπρά τα μέγαρά μου ελάτε, τον ξένον να φιλεύσουμε• μην το αρνηθή κανένας. και ο αοιδός ας καλεσθή Δημόδοκος ο θείος, ότι ο θεός του εχάρισε του τραγουδιού το δώρο, να τέρπη όπως τον κινεί μέσα η καρδιά να ψάλλη». 45
ΚΟΡΔ. Το εγνώριζα και είμ' ετοιμασμένη να τους δεχθώ! — Πατέρα μου, εδώ αν είμαι τώρα, το άδικον που σ' έγινε μ' εκίνησε να έλθω. Ο άνδρας μου, ο βασιλεύς ο κραταιός των Γάλλων, ελέησε τα δάκρυα και την βαθειάν μου λύπην. Δεν τα κινεί τα όπλα μας το φούσκωμα της δόξης· αγάπη μόνον τα κινεί, αληθινή αγάπη, αγάπη, και τα δίκαια του γέροντος πατρός μας! Ν' αξιωθώ να τον ιδώ, ν' ακούσω την φωνήν του!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν