Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Τούτο, ότε με είδεν, ευθύς ώρμησε και έπεσεν εις τους πόδας μου μουγκρίζοντας και κλαίοντας, ωσάν να ήθελε να μου φανερώση πως είναι υιός μου, και να μη τον θανατώσω· εγώ από μίαν εσωτερικήν κίνησιν του αίματος έλαβον τόσην συμπάθειαν και ευσπλαγχνίαν, που απεφάσισα να μη το θυσιάσω· τόσον η φύσις μου εκίνησε την καρδίαν εις έλεος, που επρόσταξα τον ζευγίτην να το γυρίση οπίσω εις το ζευγάρι και να μου φέρη ένα άλλο.
Δειλέ, πάγαινε να φορέσης γυναικεία φορέματα και να τυλίγης στην ανέμη με της σκλάβες γνέμματα. Πω! πω! ντροπή μου! ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Καίσαρ, αυτή είνε η πίστι η δική μου και στους ανήμερους ανθρώπους, που έρχονται μουγκρίζοντας από αγνώστους τόπους, αυτά τα λόγια θε να πούνε οι Χριστιανοί κ' οι Βάρβαροι θα τα δεχτούνε, γιατ' είνε απλά και στην καρδιά μιλούνε. Είνε τρελλός!
Τράγοι, αφού εθύμωσαν, επιάστηκαν· και σαν έγιναν πιο δυνατά τα κουντρίσματα σπάει του ενός το ένα κέρατο· και μουγκρίζοντας τούτος από τον πόνο τόβαλε στη φευγάλα· μα ο νικητής ακολουθώντάς τον καταπόδι τον κυνηγούσε αδιάκοπα. Λυπάται ο Δάφνης τον τράγο με το σπασμένο κέρατο και θυμωμένος από την κακία του νικητή τον κυνηγούσε, αφού άρπαξε την αγκλίτσα του.
Αυτά 'πε, και τα εδέχθηκεν η ανδρική ψυχή μου, κ' εκίνησα προς το γοργό καράβι, 'ς τ' ακρογιάλι, και αυτού 'ς το πλοίον εύρηκα τους ποθητούς συντρόφους, 'που ήσαν απαρηγόρητοι και άπαυτα δάκρυα χύναν. και ωσάν οι μόσχ' οι μανδριστοί, την ώρα οπού γυρίζουν 410 απ' το γρασίδ' εις την αυλή χορτάταις η αγελάδαις, όλοι μαζή ταις προϋπαντούν πηδώντας, ώστε η μάνδραις δεν τους κρατούν, και ολόγυρα εις ταις μητέραις τρέχουν μουγκρίζοντας• όμοια και αυτοί, ως μ' είδαν έμπροσθέν τους, εχύθηκαν δακρύζοντας• κ' εφάν' εις την καρδιά τους 415 εις την πατρίδα ως να 'φθασαν, 'ς την πετρωτήν Ιθάκη, 'ς την γην όπου εγεννήθηκαν, 'ς την γην 'που ανατραφήκαν, και κλαίοντας μου ωμίλησαν• «για την επιστροφή σου, διόθρεφτ', εχαρήκαμεν, όσ' ήθελε χαρούμε εις την Ιθάκη αν φθάναμε, 'ς την ποθητήν πατρίδα. 420 πλην τώρα ειπέ μας την φθορά των άλλων των συντρόφων».
Κι' όπως στην πολυτάραχη ακρογιαλιά το κύμα δίχως πλακώνει ανακοπή, βοριάς σαν το ξυπνήσει, και πρωταρχύς στο πέλαγο φουσκώνει, μα κατόπι σπάει στην ξηρά μουγκρίζοντας, κι' ολύγυρα στους κάβους 425 θεριέβει καθώς έρχεται κορφοστρογγυλωμένο, κι' όξω απ' τα σπλάχνα του ξερνάει της θάλασσας την άχνη· έτσι και τότε απανωτοί των Αχαιών οι λόχοι μ' απόφαση να παν ομπρός στον πόλεμο κινούσαν.
Θα ν' αντιστηλωθούνε Θα να τινάξουν το ζυγό, θα φύγουν με τ' αλέτρι Και θάρθουνε μουγκρίζοντας 'ς το πρώτο βουκολειό τους. Σαλάγα τους!... Σαλάγα τους!... Τάλογο πάντ' αστράφτει. Μέσα 'ς τη μαύρη συγνεφιά... Εμπρός τα δυο κεφάλια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν