Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Άσε με, άσε με να φύγω, ίσως σε λίγο είναι αργά. Πήγαινε κάτου. Γύρισε όλο το σπίτι. Και κλείσε τα παράθυρα, Και σφάλοιξε τις πόρτες. Και μην ανοίξης σε κανέναακούς; σε κανένα. Η βουή τώρα ακούεται πια από πολύ κοντά. Ο Φιντής στέκεται μαζωμένος σε μια άκρη και άφωνος. Πάψη. ΥΠΕΡΕΤΗΣ. Όλα σφαλοισμένα. Και τα παράθυρα στο κάτου πάτωμα, κ' η μεγάλη οξώπορτα, κ' η μικρή πόρτα του κήπου.

Τέτοιαν ώρα να σου ανοίξω εγώ πόρτα; Μην τα έχεις χαμένα; — Θα μου ανοίξης, είπεν ισχυρογνωμόνως ο ψευδής Μάχτος. — Εγώ; Μην είσαι τρελλός; Και πού θα πας; — Φέρε τα κλειδιά, γέρο, και μη μου κάνης το δύσκολο. — Εγώ κλειδιά; Τέτοιαν ώραν μεσάνυκτα! — Εχάθης, σ' εσκότωσα, δος μου τα κλειδιά γρήγορα. Αν φωνάξης, σε πνίγω.

Χαίρονταν που ξαναϊδώθηκαν, ελυπόνταν όταν χωρίστηκαν, επονούσαν, κάτι ήθελαν, δεν ήξεραν τι θέλουν. Τούτο μονάχα ήξεραν: ότι τον έναν τον αφάνισε το φιλί και την άλλη το λουτρό. Τους ξάναβε όμως περισσότερο κ' η εποχή. Άνοιξης ήταν πια τέλος κι' αρχή του καλοκαιριού κι όλα στον καιρό τους· τα δέντρα γεμάτα καρπούς, οι κάμποι όλο σπαρτά.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Αιώνια τον θάνατον θα κλαίης του Τυβάλτη; ή με τα δάκρυα θαρρείς τον τάφον του θ' ανοίξεις; κι αν τον ανοίξης, την ζωήν θα του την ξαναδώσης; Παύσε τα κλαύματα λοιπόν. Η μετρημένη λύπη πολλήν αγάπην μαρτυρεί· κ' υπερβολή της λύπης δεν φανερόνει πολύν νουν. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ω! άφησε να κλαίω εκείνον οπού έχασα.

ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Μήπως ετόλμησας να την ανοίξης και έμαθες ό,τι δεν σοι επετρέπετο να μάθης ; ΜΕΝΕΛΑΟΣ Βέβαια και να σε δυσαρεστήσω μαθών ό,τι κακόν δι αυτής έπραξας λάθρα. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Ω της αναισχυντίας σου ! Και πού συνέλαβες τον δούλον μου ; ΜΕΝΕΛΑΟΣ Εκεί όπου ιστάμην περιμένων την άφιξιν της κόρης σου εξ Άργους εις το στρατόπεδον.

Στα βιβλία μας μέσα, και το νου μας θα χύσουμε και την καρδιά μας, ώςπου να γίνη ζωή το χαρτί μας. Οι κυρίες πρέπει μαζί μας να είναι. Δεν το είπαμε κι αλλού; Από τη μάννα θα μάθη το παιδί, και για κείνες θα γράφουν τα χρυσά βιβλία της αγάπης, που σαν της άνοιξης τα ρόδα θα μυρίζουν. Η φιλολογία μας θα είναι δική τους και να το ξέρουν. Τι ωραία που φιλονικούν οι κυρίες!

Τώρα; 'Σαν ταποτώρα! απήντησεν ο Σταυρής ο Ξυλοπόδαρος, ξύων την βάσιν της τριγωνικής κεφαλής του. Κάμε ό,τι θέλης. Μόνον να μη ξεχάσης τι προφητεύει ο Χρονογράφος για την Αθήνα κ' έχε τον νουν σου. Και κάμε λήγωρα να ανοίξης δικό σου εργοστάσιο.

Ο κόσμος είνε καθρέφτης που σκύβεις και βλέπεις μέσα το νου σου προτού ν' ανοίξης το στόμα σου και να μιλήσης. Ξεχνάς καμιά φορά το σκοπό σου; Βγαίνεις και τονέ ρωτάς τον κόσμο, τι έχεις να πης ή να κάμης. Σε παίρνει τότες από το χέρι και σε σέρνει σε μύριους γκρεμνούς ο καλόβουλος αυτός κόσμος, που σ' αγαπάει κι όλο για το καλό σου χολοσκάνει και νοιάζεται.

Οι μεταξοσκώληκες, που εκαθάρισες συ, τόσο περίφημα κουκούλια έπλεξαν, ώστε, όταν έβγαλα το μετάξι, σε ενθυμήθηκα και ύφανα και για σένα ένα φόρεμα. Λάμπει περισσότερον από καθαρό χρυσάφι. Πάρε το καρύδι, αλλά πρόσεξε εις αυτό, το όποιον σου παραγγέλλω· δεν θα το ανοίξης, διά να ιδής το φόρεμα, παρά μόνον όταν φθάσης εις την θύραν της καλύβης σας.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν