United States or Saint Martin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έρχοντ' ύστερα η Ζαγορίσσιες κι η Βλάχισσες του Πίνδου, που δένουν τόσ' ώμορφα το μαντηλάκι τους στο κεφάλι και που συνειθίζουν να περικεντούν με κόκκινα και πλουμερά μεταξωτά γαϊτάνια τες καλοκομμένες κι αρμονικά ταιρισμένες στο λιγερό τους κορμί σάρικες· ανάμεσα σε τούτες η ωμορφιά δεν είνε σπάνια, κι όπου βρίσκεται προβάλλει στην εντέλεια, κ' ίσα ίσα κατ' αυτό πλειότερο παραλλάζουν από τες γυναίκες της Κόνιτσας.

Τότε ο φιλόσοφός μου με την τέχνην του έκαμε να γεννηθούν κάποιες ασυμφωνίες και διαφορές ανάμεσα του Σουλτάνου και του βασιλέως της Γάζνας, και τόσον επλήθυναν, που εγύρισαν τα άρματά τους εναντίον ο ένας του άλλου.

Και τι καλλίτερη απόδειξη θέλουμε παρά τους δυο νέους φωστήρες, που ξεπροβάλανε σαν αστέρια απ' ανάμεσα από τα μαύρα σύννεφα και φώτισαν τα Έθνος και το βοηθήσανε να περάση κι αυτή τη φουρτούνα και να σύρη κατά το μεγάλο του δρόμο. Αρχίζουμε από το Συνέσιο της Κυρήνης, Ελληνικής αποικίας στα βορεινά της Αφρικής αιώνες πολλούς.

Ολόγυρα το δάσος άπλονε τον κατάγυμνο χειμωνιάτικο σκελετό του, π' ανάμεσα του ξάνοιγαν φανταστικά, μακριά οι χιονισμένες κορυφές των μεγάλων βουνών πλημμυρισμένες στο φως του φεγγαριού. Σκεπασμένη από πράσινο χνουδωτό τάπητα η γις, κι από ένα χρωματιστό στρώμα απ' ανεμώνες, ξάτμιζε ολοένα πιο πολύ, την πυκνή εκείνη αντάρα, που σκεπάζει τη φύση τις βραδιές του χειμώνα κοντά από βροχή.

Πηγαίνετε τώρα! — είπε το παιδίΤελείωσε η κρίση σας! — Και πώς τελείωσε; — είπαν οι πολλοί — Ο ένας κρατάει κι' ο άλλος έχει να λάβη. — Τελείωσε, είπε το παιδί. — Η διαφορά τους είταν το μίσος. Αφού μπήκε η αγάπη ανάμεσα τους, το μίσος έφυγε και το δίκιο έρχεται μόνο του.

Αλλ' ο Μπαρμπαγιώργης ο ναύκληρος έτρεξε στη μέση, έσπρωξε τον έναν αποδώ, έρριξε τον άλλον αποκεί και ορθός ανάμεσά τους, με την θαυμαστή απάθεια στο πρόσωπο, τη γιγάντια κορμοστασιά, το αυστηρό βλέμμα του εδέσποσεν εκεί, σαν θαλασσογέννητος θεός που κατασιγάζει των ανθρώπων τα πάθη όπως και τις τρικυμίες. — Ε, ντραπήτε και μια στάλα, ρε παιδιά· είπε με την τρανταχτή φωνή του.

Δεν πειράζει. Οι Βόθροι δεν είναι μακριά· ας διούμε και κει πώς μιλούνε. Νύχτωσε. Πρέπει ακόμη να κάμης κουράγιο, ώςπου να φτάσης κάτω στη ρεματιά, γιατί εκεί κάτω είναι οι Βόθροι, ανάμεσα σε δυο βουνά.

Κι όταν το βαπόρι μας έβγαλε τέλος στη στεριά, αφού σταθήκαμε μόνοι στην αποβάθρα και βλέπαμε το πλοίο που έφευγε, πιαστήκαμε έπειτα μέση με μέση και πήραμε αργά το δρόμο, που πήγαινε φιδωτός ανάμεσα σε λεφτοκαριές και ψηλές ροζιάρικες βελανιδιές. Στα κλαδιά τους μόλις φαινόταν ένα πράσινο ανοιξιάτικο χνούδι και τότε είδαμε πόσο λίγο είταν προχωρημένη γύρω μας η βλάστηση.

Αν κ' ήτανε τέτοιο το περιβόλι, ο Λάμωνας το εσιγύριζε, κόβοντας τα ξερά, στηλόνοντας τα κλήματα· εστεφάνωσε το Διόνυσο· άνοιξε αυλάκι να τρέχη το νερό στ' άνθια από μια πηγή, που τη βρήκεν ο Δάφνης ανάμεσα στα λουλούδια· η πηγή ήτανε κοντά στ' άνθια, την έλεγαν όμως πηγή του Δάφνη.

Όλα ήσαν χαρούμενα και γελαστά μέσα στο μεγάλο περιβόλι και μόνο η ωραία βασίλισσα είχε τον πόνο της, ανάμεσα στην ξένη χαρά, και τα δάκρυά της έσταζαν σαν δροσιά απάνω στα φύλλα των λουλουδιών. Τα δένδρα και τα λουλούδια ήξεραν τον πόνο της. Οι λίμνες και τα ποταμάκια γνώριζαν τον καϋμό της.