Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Μα υπάρχει φόβος, σοβαρός φόβος κ. εργοστασιάρχη, για κανένα δυστύχημα. ΦΙΝΤΗΣ Το καθετί, σοβαρό μου το παρασταίνεται όλοι εσείς. Ξέρεις καλά πως δε συνηθίζω ν' ακούω ποτέ κανέναν από σας. Αν δεν τόκανα αυτό, εδώ και πολύν καιρό θα είτανε καταστραμμένα τα οικονομικά μου.
Η παραγγελία μου, είπεν η Σελήνη, δεν είνε δύσκολος• θα σε παρακαλέσω να πης εκ μέρους μου προς τον Δία, ότι απέκαμα πλέον ν' ακούω ύβρεις και ανοησίας από τους φιλοσόφους, οι οποίοι δεν έχουν άλλην ασχολίαν παρά να εξετάζουν με αδιακρισίαν τα αφορώντά με, τι είμαι, τι μέγεθος έχω και διά ποίον λόγον φαίνομαι μισή ή ως δρέπανον.
Κ' εκείνες θεότρελες ετσαλαβουτούσαν εδώ κ' εκεί, άρπαζαν τα χαρίσματα κ' εγύριζαν πίσω με τα λάφυρά τους στα χέρια. Έπιαναν την καρίνα, αρπάζονταν στα σχοινιά ν' ανεβούν απάνω τάχα κ' εφώναζαν ολογέλαστες: — Για βας λιουμπλιού!... για βας λιουμπλιού!... — Ναι· σ' αγαπώ! κ' εγώ σ' αγαπώ! ... Άξαφν' ακούω πίσω μου μια φοβερή βροντή. Είπα πως εκόπηκε η άγκυρα, πως έσπασε κανένα κατάρτι.
Σωκράτης Το παραδέχομαι, εάν βεβαίως οι προστρέχοντες πέριξ αυτής λόγοι παρέχουν την μαρτυρίαν, ότι η ρητορική είναι μία τέχνη· διότι, καθώς μου φαίνεται, ακούω μερικούς λόγους προσερχομένους να διαμαρτύρωνται ότι η ρητορική ψεύδεται και δεν είναι τέχνη, αλλ' άτεχνος μηχανική άσκησις· «δεν υπάρχει δε ούτε θα υπάρξη ποτέ, λέγει ο Λάκων , αληθής τέχνη του λέγειν χωρίς να είναι κάτοχος της αληθείας».
Αλλ' όμως και τον Σωκράτη ερώτησα διά μερικά πράγματα εξ όσων ήκουσα παρ' εκείνου, εσυμφώνει δε και αυτός με την αφήγησιν του Αριστοδήμου. — Μα τότε λοιπόν, μου λέγει, τι κάθεσαι και δεν μου τα διηγήσαι; Ο δρόμος που έχομεν να κάμωμεν έως το άστυ είνε περίστασις καταλληλοτάτη και διά να μου τα διηγηθής και δι' εμέ να σ' ακούω. Και έτσι βαδίζοντες ηρχίσαμεν την περί του αντικειμένου αυτού ομιλίαν.
Έτοιμος ήμουν να την παραιτήσω και να ξαπλωθώ, προσμένοντας ήσυχα τον θάνατο. Αλλά στην ώρα που έκανα τη σκέψι ακούω τον ναύκληρο να φωνάζη από την πλώρη: — Πανί, παιδιά! ένα πανί!... — Ένα πανί! φωνάζω κ' εγώ χωρίς να ιδώ τίποτα. Είδαμε τέλος όλοι μακριά ένα μικρό χαμηλό πανάκι που αρμένιζε τον μαΐστρο. Δεν ήταν μεγαλήτερο από φούσκα και όμως εφάνηκε θεόρατο. Με μιας εζωντάνεψα.
Λέξη όμως δε βγάζαμε κι όταν γυρνούσα προς το μέρος, όπου καθότανε η γυναίκα μου, αιστανόμουνα πως έκλαιγε, χωρίς να την ακούω. Πιο δυστυχισμένοι δε θα μπορούσαμε να είμαστε, αν ένας από μας ή κ' οι δυο είχαμε να κρύψουμε αναμεταξύ μας κάποιο σκοτεινό μυστικό. Κι όμως κ' οι δυο γνωρίζαμε πως τέτοιο δεν υπήρχε. Είσαι δυστυχισμένη μαζί μου, Έλσα; τη ρωτούσα.
Ποιος θα τα φυλάξει; Έλληνες ελεεινοί, μήπως θα τα φυλάξετε σεις; Χωρίς πίστη, ακούω και μουρμουρίζει στ' αυτί μου μια φωνή: «Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δική μας θάναι» Ήμουν στην πλώρη και φυσούσε υγρασία στο πρόσωπό μου ο πρωινός αέρας. Κάτι Τούρκοι πίσω μου, κοίταζαν.
Τότε παράδοξον φαινόμενον ενώπιόν μου προέκυψεν. Ο Άνθρωπος αισθάνεται αμέσως στομαχικήν επανάστασιν, αρχίζει δε να εξαιμή την τόσον γλυκείαν και τόσον χωνευτικήν τροφήν. Ερωτώ και εγώ: — Τι άρά γε συμβαίνει, δυστυχή! έτρωγες δηλητήριον λοιπόν και δεν το ηννόεις; Ιδού και πάλιν τον ακούω να βάλλη κραυγάς ισχυράς και να αισθάνεται πόνους φρικώδεις.
Ο Σκεντέρμπεης το 'στειλε μετά χαράς, κι ο Σουλτάνος επρόσταξε τους πλέον αντρειωμένους του να το δικιμάσουν. Μα πού να κάνη όσα έκανε το σπαθί 'ςτα χέρια του αφεντικού του. Ο Σουλτάνος γυρίζοντας το πίσω τού μήνυσε τούτα. «Τέτοια και καλλύτερα σπαθιά έχω κ' εγώ μέσα στα ασκέρια μου αμέτρητα και δεν επίστεψα πως μ' ένα τέτοιο και συ κατορθώνεις τα όσ' ακούω και δοκιμάζω θάμματά σου».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν