Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Πριν έμβω εις το κατάστημα, εγύριζον νυχθημερόν ζητεύουσα· ενθυμούμαι δε κάλλιστα και τας περιφρονήσεις των διαβατών, και τους πικρούς των λόγους, και τας ψυχράς νύκτας, τας οποίας ημίγυμνος και ανυπόδητος, τρέμουσα και πεινώσα, διήλθον άυπνος εις τας δημοσίους οδούς. Η καρδία μου κλαίει οσάκις περί πτωχών ακούω, παρηγορείται δε και ευφραίνεται οσάκις δύναμαι να τοις προσφέρω μικράν βοήθειαν.
Αλλ' εγώ, μολονότι με πολλήν ευχαρίστησιν ακούω πάντοτε τον Σωκράτη διαλεγόμενον, εν τούτοις τόρα είνε ανάγκη να φροντίσω διά το εγκώμιον του Έρωτος το οποίον περιμένω να ειπή καθένας από σας. Όταν λοιπόν και ο ένας και ο άλλος εκπληρώσετε το καθήκον σας αυτό προς τον Θεόν, ας συνδιαλέγεται έπειτα.
Γιομάτος είμαι από φόβο κι' από τρόμο. Μυριάδες αγγέλων νοιώθω να μ' ανοίγουνε το δρόμο του μαρτυρίου. Έχει σήμερα η εκκλησία μεγάλο πανηγύρι.. Με τους πρωτότοκους της πίστεως στο ίδιο θε να πιω ποτήρι! Η ΜΑΝΝΑ. Τον ακούω να μιλά, όμως να τον κυττάξω δεν μπορώ. Σεις πήτε μου πώς είνε.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ Ναι, με όλην την ψυχήν μου· πολύ το χαίρομαι ν' ακούω ότι κλίνει 'ς αυτά· και σεις να τον κεντάτε δρόμον να πάρη ο νους του, ευγενικοί μου φίλοι, εις τέτοια ξεφαντώματα. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Θα γίνη, Κύριε.
Το ένα πρώτο για να βρω νερό κ' έπειτα με την ελπίδα ν' απαντήσω κανένα γνώριμο... να τον αρωτήσω αν είδε τον άνδρα μου πουθενά. Χωρίς άλλο, είχα σκοπό να γυρίσω πίσω στο σπιτάκι μου. Επήγα παραπέρ' απ' τη βρύσι, που δεν είχε νερό. Εκεί ακούω σαν μουρμουρητό, σαν σιγανή ψαλμωδία. Έφτασα απ' έξω απ' τους Αγίους Αποστόλους.
κ' η ξακουστή σου Πάπισα κ' η σάτυραις κ' η Σκνίπαις κ' εκείνα που μας έλεγες, κ' εκείνα που δεν είπες, έστησαν μες στο Πάνθεον της Τέχνης την μορφή σου, κ' εκείνοι που σ' αφώρισαν βλογούν την κορυφή σου. Στου Ζαχαράτου τη γωνιά θαρρώ και τώρ' ακόμα πως του Μανώλη με καλεί χαριτωμένο σκώμμα, κι ακούω μες' από σοφό, μα κάτισχνο κουφάρι, τους σαρκασμούς τους Αττικούς με μια περίσσια χάρι.
Τα αναθήματα του Κροίσου εις τους Βραγχίδας των Μιλησίων, ως ακούω, ήσαν όμοια και ισοβαρή με τα εις τους Δελφούς σταλέντα. Ταύτα και εκείνα τα οποία έδωκεν εις τον Αμφιάραον προήρχοντο εκ της κληρονομίας του και της ιδίας του περιουσίας, τα δε άλλα ήσαν από την περιουσίαν εχθρού τινος όστις, πριν βασιλεύση ο Κροίσος, ωργάνωσε στάσιν διά να αναβή εις τον θρόνον των Λυδών ο Πανταλέων.
— Τώρα ο Θεόδωρος φθάνει. Ιδού ακούω τα βήματα. Τω όντι δε βήματα ηκούσθησαν και τρεις άνδρες ενεφανίσθησαν αίφνης. Οι δύο ήσαν χωρικοί εκ των πέριξ μερών, και έφερον ξίφη και τόξα. Ο τρίτος ήτο ο γνωστός ημίν Λάκων, ον ο άρχων ωνόμαζε Θεόδωρον. — Ήλθες, Θεόδωρε! είπεν ο άρχων άμα ιδών αυτόν. — Ιδού εγώ, αυθέντα, απήντησεν ο Θεόδωρος. — Και ποίας ειδήσεις μοι κομίζεις; — Παντού ησυχία, άρχων μου.
Εγώ, έλεγε μόνος του, έχω τους πρώτους τραγουδιστάδες που είναι, μα οι φωνές που ακούω εις τούτους μού τους υπερβαίνουν κατά πολλά, και θαυμάζω πώς ένας απλούς άνθρωπος και χωρίς καμμίαν αξίαν να υπερέβη έτσι και τους ιδίους βασιλείς εις την μεγαλοπρέπειαν.
Θα σφαλήξω τα μάτια, να βλέπω μόνο τη Λέλα και να την ακούω. «Δεν έχω φίλο πουθενά.» Ναι! Αφτό μπορεί κανείς να το πιστέψη. Θα πη πως δεν αγαπούσε ή πως δεν αγάπησε κανέναν εκεί κάτω στον τόπο της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν