Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Θα ήμουν δέκα τεσσάρων περίπου ετών παιδί, όταν ήλθε κάποιος και ανήγγειλεν εις τον πατέρα μου ότι τον Μίδαν τον αμπελουργόν, υπηρέτην μας πολύ εύρωστον και εργατικόν, εδάγκωσε κατά το μεσημέρι μία έχιδνα και ότι ήδη είχεν αρχίσει να σήπεται το πόδι του.

Κι' ο Φληνς θα τόβλεπε! — Αλλά, τα λόγια μας ολίγα. Δι' ένα λόγον ο Μακδώφ απρόσεκτον, κ' επίσης διότιτο συμπόσιον δεν ήλθε του τυράννου, καθώς μου λέγουν, έπεσεν εις την οργήν του τώρα. Πού άρα γε κατέφυγε, είδησιν έχεις μήπως; ΑΓΚΟΣ Του Δώγκαν ο διάδοχος, — τον θρόνον του οποίου ο Μάκβεθ σφετερίζεται, — εις την Αγγλίαν μένει.

Είπε• οι θεοί συνάχθηκαντο χάλκινο το δώμα• ο ευεργέτης ήλθ' Ερμής, ο σείστης Ποσειδώνας, ο τοξευτής Απόλλωνας και αυτός κατόπιν ήλθε• αλλ' η θεαίς απ' εντροπήτο σπίτι έμειναν όλαις. οι αγαθοδόταις οι θεοίτα πρόθυρα εσταθήκαν• 325 γέλιοτους μάκαραις θεούς άσβεστον εγεννήθη, ταις τέχναις ως ετήραζαν του πολυβούλου Ηφαίστου. κ' είπ' ένας τον πλησίον του κυττώντας• «Δεν προκόβουν η κακαίς πράξες• και ο αργός τον γλήγορον προφθάνει. ιδού πώς τώρ' ο Ήφαιστος, αργός, χωλός, τον Άρη, 330 αν κ' είναι ο γληγορώτατος των Ολυμποκατοίκων, με τέχνην έπιασε μοιχόν, και θα τον προστιμήση».

Ιδούσαι την Ιωάνναν περιεκύκλωσαν αμέσως αυτήν, ερωτώσαι τις ήτο, πόθεν ήλθε και τι εζήτει· αφού δε έμαθον ότι επεθύμει ράσον, σανδάλια και κελλίον, ωδήγησαν αυτήν προς την Ηγουμένην, ήτις εμνήστευσε την ημετέραν ηρωίδα μετά του Σωτήρος, απαλλάξασα αυτήν της δεκαμήνου δοκιμασίας χάριν των προς την θρησκείαν εκδουλεύσεων του μακαρίτου πατρός της.

Τι υπέφερα προς χάριν σας, από τη στιγμή που μπήκα εις την αίθουσα! Το προέβλεπα, εκατοντάκις μου ήλθε να σας μιλήσω.

Άμα ήλθε από το σπίτι σας στην Πόλι κ' έννοιωσα τον εαυτό μου καλά, επήρα το τουφέκι κ' επήγα πίσω στον μυλωνά, που μ' έβγαλε από τον ποταμό μισαποθαμένο. — Μου έκλεψες ένα κεμέρι, του είπα, με πεντακόσια φλουριά· μου έσωσες μια ζωή, πέντε παράδες δεν αξίζει. Εσύ που λογυρίζεις τόσο συχνά στην άκρη του ποταμού, χωρίς άλλο θα γνωρίζης ποιος εσκότωσε τον αδελφοποιτό μου, την ημέρα που μ' έσυρες έξω.

Είπα, και από το μέγαρον η Κίρκη εξήλθε κ' είχε ραβδί 'ςτο χέρι, και άνοιξεν ευθύς την χοιρομάνδρα, κ' έβγαλε αυτούς όπ' ώμοιζαν εννηάχρονα θρεφτάρια. 390 εμπρός της 'κείνοι εσταθήκαν και αραδικώς η Κίρκη μ' άλειμμ' απ' άλλο βότανο τους έχριζε περνώντας. κ' ερρέαν απ' τα μέλη τους η τρίχαις, οπού πρώτα είχε γεννήσει της θεάς το φθαρτικό βοτάνι• κ' έγειναν πάλιν άνθρωποι, 'ς την νηότη καιτην χάρι, 395το κάλλος και 'ς τ' ανάστημα, καλήτεροι απ' ό,τ' ήσαν. μ' εγνώρισαν, μ' αγκάλιασαν και αγάλι αγάλ' εις όλους τα δάκρυα γλυκανάβρυζαν, και από τα κλάυματά τους το δώμα εβρόντα• και η θεά μ' εμάς εσυμπονούσε. ήλθε σιμά μου η θαυμαστή θεά και τούτα μου 'πε• 400 «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, τώρ' άμε προς τ' ογλήγορο καράβι, 'ς τ' ακρογιάλι, και πρώτα σύρετε εις την γη το πλοίο και φυλάξτε εις ταις σπηλιαίς τα κτήματα και τ' άρμενά σας όλα• κ' έπειτα στρέψε φέροντας μαζή σου τους συντρόφους». 405

Την τετάρτην ημέραν ήλθε πολύ ωχρά και μαραμένη· εφαίνετο να πάσχη. — Τι έχεις, κορίτσι μου, της είπεν ο πατήρ της. — Αν δεν έλθης, πατέρα, του απήντησεν αποτόμως αίφνης, με παράπονον και με πνιγμένα δάκρυα, να ξεύρης, θα πεθάνω από τον καϋμό μου! Έρχομαι, κορίτσι μου, είπεν ο Φραγκούλης. Τω όντι, την άλλην ημέραν επήγεν εις την οικίαν.

Αφού και εζήσαμεν με τούτον τον τρόπον πολύν καιρόν εις την Δαμασκόν μας ήλθε στοχασμός διά να ταξειδεύσωμεν.

Επέρασεν ολόκληρος ο Μάρτιος, ήλθε και το Πάσχα, παρήλθεν ο Απρίλιος, και η Πολύμνια δεν εξήλθε πλέον εις περίπατον προς την παραθαλασσίαν του ναυπηγείου. Εις μάτην έτρεχες τακτικά κάθε πρωίαν κ' εσπέραν εις την αμμουδιάν εκείνην.

Λέξη Της Ημέρας

αρραβωνιστικού

Άλλοι Ψάχνουν