Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Και τα λουλούδια δεν ξυπνήσανε τριγύρω από την αγάπη τους και οι πεταλούδες δεν πετάξανε από τα μαλλιά της. Την ώρα που γεμίζουν τα νερά της λίμνης από ροδόφυλλα, ήλθε ο μάγος λεβέντης και φίλησε την Πεντάμορφη. Και ο καθρέφτης των νερών χωρίς ραγισματιά καθρέφτισε το φίλημά του και οι νυμφαίες κρύψανε τα χείλια τους.
ΝΟΤ. Σε ζηλεύω, ευτυχή Ζέφυρε, δι' όσα είδες, καθ' ον καιρόν εγώ έβλεπα γρύπας και ελέφαντας και μαύρους ανθρώπους &Χαιρεφών—Σωκράτης& ΧΑΙΡ. Τι φωνή είνε αύτη, ω Σώκρατες, που ήλθε μακρόθεν από τα παράλια και το ακρωτήριον εκείνο; Πολύ ευχάριστον άκουσμα. Τι είδους ζώον άρά γε να είνε αυτό που φωνάζει; Διότι τα διαιτώμενα εις τα ύδατα ζώα είνε άφωνα.
Κ' ήλθε η ψυχή του παλαιού Θηβαίου Τειρεσία• 90 σκήπτρο κρατούσε ολόχρυσο• μ' εγνώρισε και μου 'πε• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, ει πάλιν, ω ταλαίπωρε, από το φως του ηλίου ήλθες να ίδης τους νεκρούς, τον άτερπνο τον κόσμο; σύρου απ' τον λάκκο, το σπαθί βάστα μακρυά, να πίω 95 από το αίμα, να σου ειπώ κατόπι την αλήθεια».
— 'Γώ να σου πω φοβήθηκα κομμάτι, απήντησε και ο άλλος ποιμήν, πλησιάσας και αυτός υπό την κάπαν του αντικρύ, γιατί έφερνε γύρω 'ς το Κάστρο σαν νάθελε να βγάλη όξω ανθρώπους. — Ήταν από την μπονάτσα. Δεν εδούλευαν καλά τα πανιά. — Μπε! μπε! ανεμίχθησαν οξείαι φωναί εις την ομιλίαν. Και ήλθε το παιδίον τρέχον υπό την μικράν του κάπαν, δύο αρτιγέννητα αιγίδια φέρον εις τας αγκάλας.
Τέλος εφόρεσε τα καλά της και ήλθε, φέρουσα την μαύρην μανδήλαν της χηρείας της, επιφυλαχθείσα να φορέση χρωματιστήν «πολίτικην» την στιγμήν μόνον που ήθελεν ασπασθή τα στέφανα. Ήλθε και η ανδραδέλφη της κ' εστάθη υψηλή, σιμά εις την τέμπλαν, άλλη τέμπλα έμψυχος αυτή, πλατεία, ακίνητος, στολισμένη ως νύμφη. Διότι η τέμπλα δεν είνε να λείψη από την αίθουσαν όπου θα τελεσθή ο γάμος.
Διελογίσθη ο κυρ-Δημάκης. Και πάραυτα εσκέφθη. — Ίσως θα ήλθε καμμία βάρκα! Και είδες το πρόσωπόν του, το πρώην άγριον και κατηφές, ως η συννεφιασμένη Ζαγορά, να πραϋνθή εν τω άμα, να αιθριάση. Διά της ατραπού ανήρχετο προς την κορυφήν της νησίδος, οπόθεν ηκούοντο του σημάντρου οι ήχοι.
Τότε η γυνή ήλθε και έπεσε παρά τους πόδας Του, και ήρχισε να Τον προσκυνή λέγουσα, «Κύριε, βοήθησόν μοι». Ηδύνατο να μένη αμάλακτος εις την λύπην εκείνην; Ηδύνατο ν' απορρίψη την ικεσίαν αυτήν; Και θα την άφηνε να επιστρέψη εις την ισόβιον αγωνίαν του να παρίσταται εις τους παροξυσμούς της δαιμονιζομένης παιδίσκης της; Γαληνίως και ψυχρώς εξήλθεν εκ των χειλέων εκείνων, τα οποία δεν απήντησαν ειμή λόγους ελέους και ευσπλαγχνίας εις την παράκλησιν παντός ικέτου, η απάντησις; «Ου καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις».
Δεν απέρασαν πολλές ημέρες αφού αυτοί εκεί ανταμώθηκαν, και ιδού που ήλθε προς αυτούς ο αρχηγός της βασίλισσας και τους είπε.
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Εις τας διαταγάς σου. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ε, τι νέα εκ Σικυώνος; Λέγε. Α’. ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Ήλθε κανείς από την Σικυώνα; Β’. ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Περιμένει τας διαταγάς σας. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ας εισέλθη. — Πρέπει να θραύσω τα ισχυρά ταύτα δεσμά της Αιγύπτου, ή να εξαφανισθώ εις τον παράφορον τούτον έρωτα. Ποίος είσαι; ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Απέθανεν η σύζυγός σου Φουλβία. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Πού απέθανεν; ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Εις την Σικυώνα.
Εκείνοι ήθελον ν' αναγγείλη Εαυτόν ως Μεσσίαν, και ούτω να καταστή ελευθερωτής των εγκόσμιος και πρόσκαιρος· αλλ' Αυτός θέλει μόνον να τους είπη τας πολλώ βαθυτέρας αληθείας, ότι Αυτός είνε το Φως και η Ζωή και το Ύδωρ το Ζων, και ότι ήλθε παρά του Πατρός — καθώς και αυτοί έμελλον να γνωρίσωσιν όταν ήθελον Τον υψώσει επί του Σταυρού. Εκείνοι απέβλεπον μόνον προς τον Μεσσίαν των Ιουδαίων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν