Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Μα άκου καλά τι θα σου πω και τήρα μην ξεχάσεις. 83 Διώξε οχ τα πλοία τους οχτρούς, και πίσω εφτύς!

Και καλά λέει. Πώς θα ζήσης χωρίς γράμματα; — Θα ζήσω με τη ζωή που μου χάρισ' ο Θεός, μάννα. Άκου που στο λέω! Όχι ο αδερφός μου με τις μελέτες του. Εγώ, να, εγώ με τα μπράτσα μου θα διώξω από τον τόπο μας το Χαγάνο. Εγώ, να το ξέρης. Η κυρά Πανώρια τον άρπαζε στην αγκαλιά της και τον καταφιλούσε. Αυτό ήθελε κ' εκείνη· Δεν την έμελλε για τα μέσα.

Και σαν τον είδε, χάρηκε ο πρωταφέντης τ' Άργους που Τρώων λόχους λιάνιζε απ' τ' άσπαστο δοξάρι, και πάει κοντά του στέκεται και του λαλεί διο λόγια 280 «Τέφκρο μου, γιά στο χέρι σου, του Τελαμώνα θρέμα, ρήχνε έτσι, μπας και δει ο στρατός φως μέρας κι' ο γονιός σου ο Τελαμώνας, που μικρό σ' ανάθρεψε και πάντα στον πύργο του σε φρόντιζε, κιας είσουν νοθοπαίδι· μακριά' ναι αφτός, μα δόξασ' του στον κόσμο τ' όνομά του. 285 Κι' άκου το τι σου τάζω εγώ, που θαν το δεις να γίνει· μια μέρα αν δώσει η Αθηνά κι' ο Ελυμπήσος Δίας ναν την κουρσέψουμε την Τριά, τη μυριοπλούσια χώρα, πρεσβιό στερνά από μένα εσύ θα λάβεις πρώτα πρώτα, καν άμαξα διπλάλογη, καν τρίποδο λεβέτι, 290 καν κόρη νια που δίπλα σου τη νύχτα να πλαγιάζει

Μα άκου με, αν θέλεις, κι' ίσως βγει πολύ καλύτερά μας· τώρα την έρμα ας πάψουμε σφαγή και τους πολέμους σήμερα· απέ έπειτα ξανά χτυπιούνται ως που την άκρη 30 της Τριάς να βρούνε, αφού μαθές τ' αποφασίσατε έτσι εσείς οι διο οι αθάνατες, να φάτε αφτό το κάστρο

Αν είναι στ' αλήθεια πολιτικός, ν' αρπάξη ίσια από το Ταμείο. Αν όχι, από ταυλάκια που τρέχουνε στο Ταμείο· μα τελωνεία είναι, φόροι είναι, ό,τι τύχη να είναι. Άκου τον αβοκάτο, με τι πίκρα μοιρολογάει την πατρίδα του, τώρα που την κυβερνάει η σκληρόκαρδη η παρέα που τον έχει αφημένο απ' έξω. Και τι τερτίπια σοφίζεται να την αναποδογυρίση αυτήν την παρέα.

«Εύμαιε, και σεις ολόγυρα οι άλλοι, ακούσετέ με• κατά την πόλι το πρωί θα πάω να ζητιανεύω, βάρος να μη σας ήμ' εδώ, 'ς εσέ και εις τους συντρόφους. αλλά συ δος μου συμβουλή και άνδρα να μ' οδηγήση 310 ως κεί' κατόπι μόνος μου θα τριγυρνώτην πόλι, ίσως κανείς καυκί πιοτό μου δώση και ψωμάκι. και θα 'φθανατα δώματα του θείου Οδυσσέα, ταις είδησαις της συνετής να δώσω Πηνελόπης. και τους αυθάδεις θα 'σμιγα μνηστήραις, ίσως κείνοι, 315 τόσ' αφού χαίρονται καλά, θα μώκαμναν το γεύμα. κ' εύκολ' αυτούς, 'ς ό,τ' ήθελαν, εγώ θα υπηρετούσα. ότι άκου τώρα τι θα ειπώ και ας το φυλάξη ο νους σου• δόξα να έχη ο γλήγορος Ερμής, αυτός 'που δίδειτα έργα όλων των θνητών την λάμψι και την χάρι, 320 θνητόν δεν έχω αντίπαλον εις την υπηρεσία, να καλοανάφθτω την φωτιά, ξερά να σχίζω ξύλα, να διαμοιράζω κρέατα, να ψήνω, να κερνάω, αυτά, 'που οι δούλοι εργάζονται των καλογεννημένων».

Λόγο θα δώσης; Δεν τον ήθελες, τελείωσε... — Όχι, έχω να σου πω, ξαναείπε ο Γιώργης, για να καταλάβετε τι ανθρώποι είνε στον κόσμο. «Άκου, Σταύρο, του λέω λοιπόν, πόσο σε θέλομε στο σπίτι μας το ξέρεις. Κανένα παράπονο δεν έχω μαθές. Μα ο κόσμος είνε κακός.

Κατόπι προσεφκήθηκε κι' ο μαχητής Διομήδης «Άκου με τώρα, δέσποινα διόσπαρτη, κι' εμένα. Έλα μαζί μου, θέαινα, σαν που στη Θήβα πήγες 285 με τον πατέρα μου άλλοτες, το θεϊκό Τυδέα, σαν έσυρε των Αχαιών στη Θήβα αποσταλμένος.

Και το βασιλόπουλο από τι τρελλάθηκε; ΥΠΗΡΕΤΗΣΠολλά με ρωτάς, Μπάρμπ-Αργύρη! Ξέρω 'γω. Από έρωτα θα τρελλάθηκε κι' αυτό. Όλοι από τον έρωτα τρελλαίνονται σ' αυτόν τον κόσμο. Δεν μου λες αλήθεια; Θαρθή τ' αφεντικό σου στην παράσταση. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΔεν ξέρω. Σε λίγο. Άκου να σου πω. Ποια ήτανε η κυρία που σου μιλούσε προτήτερα στην πόρτα;

Τα φλωροκαπνισμένα μας τάρματα κρεμασμένα 'Στού Παρνασσού, 'ςτού Όλυμπου, 'ςτού Πίνδου τα πρινάρια Σκουριάζουν τώραταις βροχαίς, και μόνο ανάρηαανάρηα Κανένα αναταράζεται ξυπνάειτον Ψηλορείτη! Άκου .... και τώρα εβρόντησε. Για σου, καϋμένη Κρήτη!

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν