Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
— Να ιδούμε πώς θα γυρίση πίσου! Διέκοψεν ο ποιμήν. — Ήτανε ανάγκη για τα δέντρα, να κινδυνέψη; εξηκολούθησεν απορών ο Κομποδήμος. Εμείς έχουμε ζωντανά και δεν κάνουμε έτσι. Ξέρεις τι χιόνι έπεσε; Πού μπορεις να ξεμυτίσης! Και λαβών το πτύον, εξεχιόνισε καλά την αυλήν.
Αν ίσως αγαπάς πολύ, κι’ αν ίσως είσαι κι’ άξιος Και δεν φοβάσαι τίποτε στον κόσμο τον απάνω, Τρέξε, μη χάνης μια στιγμή, και φέρε μου όσα σου είπα. Άμ’ άκουσε της Μάγισσας αυτά τα λόγια ο Γιάννος, Της είπε με βραχνή φωνή και σουφρωμένα φρείδια: — Την αγαπώ παραπολύ και λυόνω, σαν το χιόνι, Που το χτυπάει ζεστή νοτιά, κι’ ήλιος γλυκός το δέρνει. Ποτέ μου δεν εδείλιασα κι’ είμαι άξιος και παράξιος.
Ήρθε να με θυμιάση, που λες, ήταν ώμορφη! ώμορφη! άλλο πράμα, άσπρη-άσπρη σαν το χιόνι, και τα μαλλιά της ξέπλεκα τα είχε. Σαν διάκος. Και φορούσε άσπρο στιχάρι. Εγώ έτρεμα σαν φύλλο. Τάχασα. Τώρα θα με πιάση, είπα . . . Μώρριξε μια γλυκεία ματιά. Κι' εγώ ξέχασα πως ήτανε πεθαμένη. Και της λέω: Με τον παπά σου ήρθες Κουκκίτσα; Τότες έγεινε άφαντη. Σαν αέρας. Φου μια, και χάθηκε.
«Το χιόνι ξακολουθούσε να πέφτη, ο βοριάς ξακολουθούσε ν' αγριοφυσάη, το κρύο ξακολουθούσε ν' αντρειεύεται και τ' άλογο ξακολουθούσε ν' αναιβαίνη τον ανήφορο αργά-αργά « γκρουπ-γκρουπ- γκρουπππ... ».
Ολοένα αριό και σπιθωτό, απαλό και μαλακώτατο, ολοένα αλαφρό και σπιρωτό, αγανό και ήμερο, άλλοτε πυκνό και γλίγωρο, άλλοτε αργό και πουπουλένιο, τόρα κατεβατό και ήσυχο, τόρα χυτό κι ομαλό, βουβό και κούφιο, και πάλι πλαγιαστό και ανεμισμένο έπεφτε· ολοένα έπεφτε το χιόνι απάνωθε, κι ολοένα τα παιδιά, χωμένα μέσα στην αρμονική χιονιά που εσκέπαζε τον κόσμον όλον ολοτρίγυρα, εμάχονταν, χωρισμένα σε δυο ανυπόταχτα στρατόπαιδα, — η Κατωρούγα η φοβερή με την αντρειωμένη Απανωρούγα.
Τι αν να χωθείτε ορέγεστε ως στο στρατό των Τρώων, να! οι Θράκες νιοφερμένοι εκεί — στην άκρη, χώρια απ' όλους — κι' ο Ρήσος, γιος του Ηονιά, στη μέση, ο βασιλιάς τους. 435 Σαν τ' άλογά του εγώ όμορφα δεν είδα ή πιο μεγάλα· χιόνι δεν είναι ασπρύτερο, άνεμοι πιο δεν τρέχουν. Τ' αμάξι του είναι τεχνικά μ' ασήμια δουλεμένο και με χρουσάφια.
Ο Ρούντυ κατέλιπε το Βεξ, και επήρε το δρόμο προς το σπίτι του· επήρε το βουνό προς τον καθαρόν δροσιστικόν αέρα, εκεί που εξετείνετο χάμω το χιόνι, όπου η Νεράιδα του Πάγου εκυριάρχει.
Το ονάριον επάτει ως επάνω εις βαμβάκια στρωμένα, έτρεχεν, έτρεχε κι' ο παπάς καβάλλα . . . Έτρεχε κ' η συντέκνισσα απ' οπίσω απ' την ουράν, γνωρίζουσα με ελαφρά τινα επιφωνήματα και με μίαν βέργαν την οποίαν εκράτει, να κάμνη το υποζύγιον να τρέχη. Έτριζε το χιόνι υπό τα βήματα. Επήγαν από τον κάτω δρόμον, το ρέμμα-ρέμμα, όπου δεν είχε πιάσει πολύ το χιόνι.
Όλα κάτασπρα και υψώματα και κοιλάδες, πού και πού δε μόνον διακρίνεις μελανάς κηλίδας· είνε χαμόδενδρα ή χόρτα ξηρά τα οποία δεν έφθασε να θάψη το χιόνι και επί των οποίων ευχαρίστως αναπαύεται το μάτι του οδοιπόρου. Το ψύχος ήτο μέτριον.
— Το Γιάννη το Νυφιώτη, και τον Αργύρη της Μυλωνούς, τους έκλεισε το χιόνι απάν' στο Κάστρο, τ'μ πέρα πάντα, στο Στοιβωτό τον ανήφορο· τ' ακούσατε;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν