Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Ο Μπάρμπα-Σταύρος θάνε σαν ρουφός μες 'ς τον πάγο, φρέσκος-φρέσκος, όπως διατηρούν φρέσκα 'ς την Αθήνα τα ψάρια. — Ας μη λαχταράη το ψάρι, παρετήρησεν ο Κομποδήμος, και περίμενε να 'ς το κάνη φρέσκο το χιόνι. Τι, θάλασσα είνε το χιόνι νάχη φρέσκα ψάρια; Αίφνης ο ποιμήν ο οδηγός εσταμάτησε κατηφής.
Μ' αυτή τη διδασκαλία, σ' ένα μήνα μοναχά, τον εγύμνασε να κυνηγάη στα μουγγά. Όταν το βέλος του πλήγωνε κανένα ζαρκάδι ή αγριοκάτσικο, ο Χουσδάν χωρίς πεια να γαυγίζη, ακολουθούσε ταχνάρια στον πάγο, στο χιόνι ή στα χορτάρια. Αν πρόφταινε το αγρίμι στα δάση, ήξερε να σημαδεύη το μέρος μαζεύοντας φύλλα.
Και πάλι πετούσε η Λιόλια πιο πέρα και μάζευε γαλανά ματάκια άνθινα, που την κυττάζανε λυπητερά και σα δακρυσμένα, και γέμιζε την ποδιά της όλο μαργαρίτες, χωρίς νάχη καιρό να τις ξεφυλλίση, κ' έτρεχε κ’ έκοβε κάτι ασπρολούλουδα σ' αψηλά κλωνιά που ανθίζανε δέσμες-δέσμες κ' ήτανε γεμάτα μέλισσες. . . Δεν τα χωρούσε πια η αγκαλιά της κ' η ποδιά της τα λουλούδια κι ανασήκωνε και τη φουστίτσα της και φάνηκε το μισοφοράκι τάσπρο χιόνι κ' η παχουλή γαμπίτσα της.
Τους συλλαμβάνουν εις το χιόνι, όπου τα ευδιάκριτα ίχνη των οδηγούν τον κυνηγόν κατ' ευθείαν εις την κρύπτην των. Αλλά πρέπει να είνε πρόσφατον το χιόνι διά να έχουν αποτυπωθή τα ίχνη και να μη έχουν σκεπασθή.
Μον αυτά απ' ανεγνωμιά τους, Παιδιακήσια ακεφαλιά τους, Με τη μάνα τους γελούσαν, Της ορμήνιαις δεν ψηφούσαν. Ήταν ώρα που το χιόνι 175 Των βουνών, κι' ο πάγος λιόνει· Ροβολάν μ' ορμή, αβγατίζουν, Και τα κάτω πλευρίζουν. Το ποτάμι φουσκομένο, Κατεβάζει αφρισμένο. 180 Τα νερά του τόσο υψόνει, Που τους κάμπους θαλασσόνει·
Λεπτό περιδέραιο από χρυσάφι και πετράδια στολίζει το φωτεινό της μέτωπο: — Η Βασίλισσα! λέει σιγανά ο Καερδέν. — Η Βασίλισσα; λέει ο Τριστάνος. Όχι, είναι η Καμίλλη, η υπηρέτρια της». Έπειτα, σ' ένα ψαρρί άλογο έρχεται μια άλλη πειο άσπρη από το χιόνι του Φλεβάρη, πειο ροδαλή από τα τριαντάφυλλα. Τα λαμπρά μάτια της κάνουν μαρμαρυγές όπως τ' αστέρια στο καθαρό νερό της πηγής.
Αν εγλύτωσες από το χιόνι, από εκείνο όμως που σε περιμένει δεν θα γλυτώσης! Και το εχάιδευε.
«Το χιόνι ξακολουθούσε να πέφτη, ο βοριάς ξακολουθούσε ν' αγριοφυσάη, το κρύο ξακολουθούσε ν' αντρειεύεται και τ' άλογο ξακολουθούσε ν' αναιβαίνη τον ανήφορο αργά αργά «γκρουπ-γκρουπ- γκρουππππ...
Όξω ο λυσσιασμένος Βοριάς κόπασε κι' άρχισε να χιονίζη. Το χιόνι έπεφτε τόσο πυκνό και πολύ, ώστε όλο εκείνο το σκοτάδι της συννεφιασμένης νύχτας άλλαξε όψη.
Και λοιπόν εξηκολούθησεν ο Σωκράτης, αν ήτο υποχρεωτικόν και το άζεστον να είναι άφθαρτον, οπόταν ήθελε πλησιάσει κανείς ζεστόν επάνω εις χιόνι, το χιόνι δεν θα εγλύτωνε και θα έμενεν απείρακτον και άλυωτον; Διότι βεβαίως δεν θα εφθείρετο, ούτε πάλιν υποφέρον το ζεστόν θα εδέχετο την ζέστην. Αληθινά λέγεις, είπεν ο Κέβης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν