Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Ζωή του είνε η τρικυμία, το πέλαγο· θάνατός του η γαλήνη. Μην τον αφίνεις να συλλογίζεται τον εαυτό του γιατί τον έχασες. Τους έβλεπα όλους τόρα νευρικούς, ανήσυχους, με κατεβασμένα μούτρα να τριγυρίζουν το μαγεριό. Ήθελαν να εύρουν δουλειά με το φαγί. Μερικοί καθισμένοι στην κουπαστή έπαιζαν πέρα — δώθε τα γυμνά ποδάρια τους με τόση δύναμι, λέγεις και ήθελαν να τα ξεκλειδώσουν.
Γιατί δεν εφωτίζετο της Βέρας μου το δώμα; πώς της γλυκείας μου φωνής δεν ήκουε τους ήχους; ίσως κοιμάται, έλεγα, 'στο απαλό της στρώμα, κι' εκτύπων οι οδόντες μου εξ έρωτος και ψύχους. Και έψαλλαν και έψαλλαν τα χείλη μου τα κρύα, κι' εχάνοντο εις το κενόν οι φλογεροί μου πόθοι, ως ότου πια του τραγουδιού η τόση αρμονία εκόλλησε 'στο στόμα μου και απεκρυσταλλώθη.
Αλήθεια, ήτο μικρό, πολύ μικρό· μέσα εις την τόση πείνα όπου είχαν, ποιος να φάγη να γιατρευθή και ποιος να φάγη να 'γειάνη; αλλ' από τίποτε, καλό κι' αυτό. . . Και η Μάρω έβαλε την χείρα εις τον κόλπον της και το εξήγαγε μετά χαράς. — Δικό σου, Γιάννο μου· είπε, προσφέρουσα αυτό εις τον αδελφόν της. — Ψωμί; α, όχι· είνε δικό σου. — Εγώ δεν πεινάω.
— Λοιπόν κύριε Αριστόδημε· το χέρι σας; για τελευταία φορά· του είπε ο Περαχώρας, μπαίνοντας στο γραφείο με το καπέλλο στο χέρι. — Και σας ευχαριστούμε για την τόση σας φιλοξενία! επρόσθεσε ο Γκενεβέξος από πίσω του. — Ω κύριοι· εψιθύρισε ο Αριστόδημος, σκύβοντας ταπεινότατα το κεφάλι του. Λυπούμαι πολύ που χάνω την πολύτιμη συντροφιά σας.
Πως την νοιώθω όλην την πίκρα στην ψυχή του πένθους μου!... ΧΟΡΟΣ Βεβαίως εγώ δεν ημπορώ να 'πω πως είσαι ευτυχισμένος. Αλλ' όμως με υπομονή πρέπει να υποστούμε ό,τι μας δίνουν οι θεοί. ΗΡΑΚΛΗΣ Πως ήθελα να είχα τόση μεγάλη δύναμι να πάω στον κάτω κόσμο να πάρω την γυναίκα σου κ' εδώ να σου την φέρω! ΑΔΜΗΤΟΣ Ξέρω καλά πως το ήθελες.
Και δεν είνε ένας ή δυο, αλλά είκοσι, πενήντα, εκατό, όλοι με προστασία και τόση μάλιστα, πού ένα καλοκαίρι, που έτυχε να είνε ολιγώτερο ή χειρότερο το νερό, μας επλάκωσε κοιλιακός τύφος και άρχισαν να πεθαίνουν σαν τες μύγες τα παιδιά. Τέσσαρα δικά μου έθαψα το ένα μετά το άλλο σ' εκείνη τη γωνιά, κοντά στο μνήμα του Γεννάδιου, εκεί πού εκαμάρωνες την άσπρη γαρουφαλιά.
Έχω όμως τόση βεβαιότητα στην πίστη μου, ώστε χαμογελώ μέσα μου όταν την ακούω να μιλή για το θάνατο. Μπορώ να την ακούω να λέη πως ποθεί να φύγη και μπορώ να αιστάνουμαι το χάδεμά της, άμα με παρακαλεί να τη συχωρέσω. Τότε απολαβαίνω το χάδεμα και λησμονώ τα λόγια της. Έχω μια μεγάλη, απέραντη βεβαιότητα πως η νίκη είναι τελειωτικά δική μου κι όχι εκείνου, που κοιμάται στη γις.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονο! Τι να του πω! Θα με πιστέψη, που πριν ακόμη του ’δειξα τόση κακία; ΚΡΕΩΝ Δεν ήλθα να γελάσω στα δεινά σου, Οιδίπου, ούτε για τους πρωτύτερους κακούς σου λόγους να σ’ ονειδίσω. Αν των θνητών ντροπή δεν έχεις, σεβάσου την υπέρτατη του Ήλιου φλόγα, φανερό τέτοιο μίασμα ν’ αφίνης. Μήτε τα ιερά τα βροχινά νερά θα το δεχθούνε, μήτε το φως, μήτε το χώμα.
Ίσως χωρίς την αποσβόλωσιν εκείνην θα είχε την ετοιμότητα και το θάρρος ν' αντιμετωπίση και το όπλον του Στρατή. Τάχα ήτο αδύνατον να του επιτεθή και να τον αφοπλίση; Τόση ήτο η αθυμία και η απελπισία του ώστε σχεδόν αμφέβαλλεν αν ήτο ζωντανός, αν δεν ήτο σκιά. Εβάδιζεν ως φάντασμα και αι δυνάμεις του είχαν εξαντληθή εις τοιούτον βαθμόν, ώστε έν φύσημα ηδύνατο να τον ανατρέψη.
Ομολογώ δε ότι και εγώ, εις την σημερινήν εποχήν τουλάχιστον, δεν ευρίσκω όλως αδικαιολόγητον τον θαυμασμόν του. Μετά πόλεμον, κατά τον οποίον τόση παρουσιάσθη μικροψυχία, τόση μέριμνα διά το σαρκίον, δεν είνε μικρόν πράγμα να βλέπης ένα άνθρωπον επαναστατούντα κατά της κοινωνίας και των νόμων αυτής και κηρύττοντα πόλεμον κατ' αυτής αδιάλλακτον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν