Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Αντρίκια, γυναικίσια, παιδιακίσια, και γέρικα. Τάβλεπε ο Μιχάλης συλλογισμένος και τα χείλη του κρυφοσφύριζαν. Ρώταγε άραγες η ψυχή του σαν πόσα κόκκαλα εκεί μέσα τα είχε το βόλι σκισμένα; δεν το ρώταγε; Θεός το ξέρει. Τα χείλη του χαμηλοσφύριζαν όμως. Ίσως το γνωστικό εκείνο το σφύριγμα που σκεπάζει κάποτες βαθιούς στοχασμούς και βαθύτερους πόνους. Εκεί απάνω τονε φωνάζει ο Πανάγος.
Πρώτη φορά το έβλεπα καθαρά μπροστά μου πόσους από τους ολόβαθους στοχασμούς της κρατούσε κρυμένους από με κι απ' όλους, πόσο είτανε συνηθισμένη με την ιδέα του θανάτου και πως η βεβαιότητα, που είχε πως θα πεθάνη νέα, της έτρωγε τη ζωική δύναμη μέσα της. Έγινε χλωμή και το πρόσωπό της αδυνάτισε. Τα χέρια της είτανε κίτρινα σαν κερί και φαινότανε σα να είχε κάποιο φόβο από μένα.
Και στεκόμενος με αυτούς τους στοχασμούς εφανταζόμουν εις τον νουν μου πως αυτή η Σχυρίνα, που ήτον κλεισμένη έτσι θα ήτον η πλέον ωραιοτάτη κόρη του κόσμου, και ούτω μου ήλθεν η επιθυμία διά να δοκιμάσω την τύχην μου με το μέσον της μηχανής μου.
Τεθλιμμένος το λοιπόν δι' αυτήν την υπόθεσιν, και μην ευρίσκοντας με κανένα τρόπον ανάπαυσιν, εβγήκα μίαν ημέραν από την χώραν και ήλθα περιδιαβάζοντάς με αυτούς τους στοχασμούς εις ένα ναόν ειδωλολατρών, που ήτον κτισμένος σιμά εις τα χείλη ενός ποταμού μισήν ώραν μακράν από την χώραν.
Ο βεζύρης του, που είχε φθάσει εκεί ομού με τους άλλους, που ήσαν εις την συντροφιά του, δεν έλαβαν ολιγωτέραν την έκστασιν. Ο δε βασιλεύς αφού έκαμε διαφόρους στοχασμούς, λέγει· δεν ημπορώ να βεβαιωθώ πώς εκείνη η έλαφος είνε αληθώς ένα ζώον άγριον, αλλά λογιάζω πώς είνε μία εξωτική του δάσους, η οποία υποκάτω εις τούτην την μορφήν λαμβάνει ηδονήν να γελά τους κυνηγούς.
Έγινα υπομονετικός και δεν περίμενα να γυρίση τόσο γλήγορα τους στοχασμούς της από κείνον, που χάθηκε, σε μας, που μας είχε ακόμα. Έτσι μου έδειχνε περσότερη εμπιστοσύνη κ' έγινε ειλικρινέστερη μαζί μου. Το ταξίδι όμως γλυστρούσε σιμά μας, σα να είτανε μόνο φανταστικά όλα όσα βλέπαμε.
Εγώ δηλαδή πιθυμούσα από μέρος μου να παραιτήση η γυναίκα μου τους στοχασμούς του θανάτου και να ξαναπάρη χάρη μου το δρόμο της ζωής, όπου φαινότανε σα να σταμάτησε παράλυτη όταν χάθηκε ο Σβεν. Εκείνη πάλι ήθελε να μπορούσα να δω καλά πως είχε κάμει αγύριστα πια ένα βήμα προς τον άλλον κόσμο από την ημέρα που έφυγε ο άγγελος της, όπως τον έλεγε.
Μα καθώς στεκόμαστε βυθισμένοι στους στοχασμούς μας και κοιτάζαμε το φως του φεγγαριού να σβήνη στη σκοτεινιά του δάσους, η γυναίκα μου είπε: — Δε θέλω να την αφήσω εδώ. Ήθελα να την πάρω μαζί μου. Την έβγαλε προσεχτικά και την κάρφωσε στο φόρεμά της. — Μπορεί να μην ξαναγυρίσω εδώ και δε θέλω να τη βρης εσύ κατόπι.
Το ξέρει εκείνη γιατί τη γλυκοκοιτάζει τη θάλασσα. Αυτή της φέρνει τα γράμματα, θα της φέρη και τον καλό της μια μέρα. Τι δεν έδινες νάχης τους στοχασμούς της αυτή την ώρα! Άγιο μυστήριο η αγάπη! Ας τη λατρέψουμε από μακριά, κι ας την αφήσουμε να καίη εκεί ήσυχα, σαν αυτό το καντήλι, σιμά στα κονίσματα. Μια ματιά στην άλλη την κάμαρα, και φεύγουμε. Βλέπω &δυο& κερές εδώ μέσα.
Μπορούσε να μ' αγαπά γιατί — σα να μου είτανε δυνατό νακολουθώ τους στοχασμούς της, που είτανε χωρισμένοι από τους δικούς μου — μου φαινότανε πως τη βασάνισα χωρίς τη θέλησή μου και μου φαινότανε πως το αιστανότανε κι αυτή, αν και προτήτερα δεν ήθελα να το πιστέψω πως το αιστάνεται. Μα στο ρώτημα αυτό δεν έμελλε να μου δοθή απάντηση.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν