Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Δε θα με λυπηθή και κανένας; Γίνεται να πεθάνω, που έχω τόσα να κάμω, που έχω τόσα στο νου μου; Όχι! τέτοιο άδικο πράμα δε γίνεται! Σηκώνουμαι και παλαίβω και σκοτώνω. Ο καταραμένος ο μουσαφίρης! Έχω δύναμη ακόμη. Νοιώθω πως έχω. Θα σηκωθώ. Να πεθάνη αφτός, μια πιστολιά και σώνει, να ησυχάσουμε όλοι. Να μπουν όλα σε τάξη. Αχ! να μπορούσα μόνο να κουνήσω το πόδι! Ή να σκοτωθώ, να τελειώση;

Η φωνή που μου ανιστόρησε κ' εμένα, στον ήσκιο της καρυδιάς, μέσα στην άψη του Θεριστή, την ιστορία της Βοσκοπούλας με τα Μαργαριτάρια, ήτανε γλυκειά, μακρυνή και σβυσμένη. Ένας μεγάλος Ρήγας της Ανατολής απόκτησ' ένα μονάκριβο παιδί. Χρόνια και χρόνια το περίμενε ο Ρήγας το βασιλόπουλο. Χρόνια και χρόνια το περίμενε ο λαός του. Ο Ρήγας κινδύνευε να πεθάνη άκληρος.

Άμα τάκουσεν ο Δάφνης γίνεται έξωφρενών κ' έκλαψε, αφού κάθησε χάμου, λέγοντας ότι θα πεθάνη, αν δε μένη πια μαζί του η Χλόη· κι όχι μονάχα αυτός παρά και τα γίδια ύστερ' από τέτοιονε βοσκό. Κατόπι, αφού συνήρθε, πήρε θάρρος και στοχαζόταν, ότι θα καταπείση τον πατέρα της κ' ελογάριαζε έναν από τους γαμπρούς και τον ατό του και παράλπιζε πως θα φανή καλύτερος από τους άλλους.

Μόλις είδε πως η ημέρα έφτασε που πρέπει να πεθάνη πήρε νερό του ποταμού και το άσπρο της το σώμα καλά καλά το έπλυνε• έπειτα από το δώμα, το κέδρινον, φορέματα και στολισμούς επήρε και με αυτά στολίσθηκε, σαν νύφη. Και κατόπιν μπρος στο βωμό εστάθηκε κ' είπε την προσευχή της: «Δέσποινα, είπε, κύτταξε, μπροστά σου γονατίζω εγώ για τελευταία φορά, γιατί θε να πεθάνω.

Του μάγερά μας τη γλώσσα θέλω. Πρώτα πρώτα σαν πιο φρόνιμο μ' έρχεται να μιλούμε την ίδια γλώσσα, γιατί αν του μιλήσουμε άλληνα, άξαφνα μπορεί να μη μας καταλάβη και να μη βρούμε φαγί να φάμε· αν ο λαός δε μας καταλάβη, έτσι κι αφτή μας η φιλολογία θα πεθάνη από την πείνα.

Δεν μπορώ να το υποφέρω αυτό, φώναξα σχεδόν. Δεν μπορώ να το υποφέρω. Να χάσω και σε και κείνον. Δεν είναι δυνατό να το θέλης. Σηκώθηκε άφωνη και στάθηκε μπροστά σα μια Νιόβη, που απλώνει τα χέρια ναγκαλιάση τα παιδιά της, που χτυπιούνται από τα βέλη των θεών ακόμα και μες την αγκαλιά της. — Άφησέ με να πάρω μαζί το Σβεν, είπε. Θα πεθάνη που θα πεθάνη.

Μαθόντας όμως πως ο Ιουστινιανός πήγαινε να την καταπείση ο ίδιος, βγήκε και πρόσπεσε στα πόδια του αυτοκράτορα κ' έδωσε χάρισμα το οικόπεδο, και μόνο τον παρακάλεσε να τη θάψουνε στο έμπασμα του ναού σαν πεθάνη για να συχωρεθούν οι αμαρτίες της.

Αγάπα με σα μια μικρή σου κόρη, σα μια φίλη σου, που δεν απαιτεί άλλο τίποτε παρά να είναι στο πλευρό σου, όσο της έχει ο θεός να ζήση, κ' έπειτα να πεθάνη και να κοιμηθή με γαλήνη, λησμονημένη απ' όλους τους άλλους, όξω από σε. Γιατί εσύ δεν πρέπει να με λησμονήσης κι αυτή είναι η μόνη «αθάνατη ζωή» που λαχταρώ. «Ένα όμως πιθυμώ κάποτε.

Πού παιδί! Έπρεπε να βγη έξω για να μάθη. Πλύθηκεντύθηκε γοργά. Δυο πόνοι του σφάζανε τώρα την καρδιά. Η λύπη που έχασε τη μάννα του κ' η ντροπή που πέθανε όξω απ' το σπίτι της. Ο άντρας της παιδεύτηκε να την σπιτώση κι ο γιος την ξεσπίτωσε! Τι καταφρόνια στη γυναίκα του Ευμορφόπουλου να πεθάνη σε ξένα χέρια!..

Πηδούσε από το ένα πλευρό του δρόμου στο άλλο, μα δε μου ήρθε ούτε μια στιγμή στο νου πως μπορούσε να σπάση κάτι, ή ναναποδογυριστούμε. Ο αμαξάς είτανε λαμπρό παιδί και συλλογιζότανε το μικρό αγόρι μου, που είταν τόσο ωραίο και χαριτωμένο και δεν έπρεπε να πεθάνη. «Είναι ο πατέρας με το παιδί του», έλεγα δυνατά μόνος μου.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν