United States or Jersey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τώρα ήλθεν η σειρά του Πετρωνίου να εκπλαγή· δεν επερίμενε ποτέ να ακούση στίχον του Ομήρου εξερχόμενον από το στόμα κόρης, της οποίας ο Βινίκιος του είχε διηγηθή την εκ βαρβάρων καταγωγήν. Παρετήρησε λοιπόν την Πομπονίαν με ύφος ερωτηματικόν, αλλ' αυτή εμειδία βλέπουσα την υπερηφάνειαν, ήτις έλαμπεν εις το πρόσωπον του συζύγου της.

Παρεκτός δε τούτου, του εφαίνετο και ως, τρόπον τινά, προδοσία το να ανακοινώση εις αυτόν τα απόρρητα της καρδίας του, αφού άπαξ εις άλλην ψυχήν τα ενεπιστεύθη. Ο Κ. Πλατέας παρετήρησε τον δισταγμόν, αλλά τον απέδωκεν εις την συγκίνησιν του φίλου του. Μετά τινα σιωπήν, βλέπων ότι η εξομολόγησις δεν ήρχετο αφ' εαυτής, ηθέλησε να την προκαλέση δι' ερωτήσεων.

Ταινίαι κυαναί έσφιγγον την πλουσίαν κόμην της, την τόσον βαρείαν ώστε κάποτε την υπεβάσταζε με τας χείρας της. Η σκιά του μικρού σκιαδίου της περιεπάτει υπεράνω της και την έκρυπτε κατά το ήμισυ. Ο Αντίπας παρετήρησε δυο τρεις φοράς τον λεπτοφυή τραχηλόν της, το άκρον του οφθαλμού της, την γωνίαν του μικρού στόματός της.

Έλαβε λοιπόν το κηρίον και έτρεξεν εις τους κοιτώνας. Εις τον πρώτον ήνοιξε το παραπέτασμα της θύρας και φωτιζόμενος υπό του κηρίου παρετήρησε. Και εκεί ουδείς ήτο.

Κατεδαφίζομεν τας οικίας διά να μη φθάση η πυρκαϊά εις την Λιμενίαν οδόν, απεκρίθη είς εκ των εργατών. — Με εβοηθήσατε. Σας ευχαριστώ. — Οφείλει τις να βοηθή τον πλησίον του, απήντησαν φωναί. Τότε ο Βινίκιος, όστις από πρωίας έβλεπε μόνον όχλους αγρίους, ρήξεις και διαρπαγάς, παρετήρησε προσεκτικώς τα πρόσωπα, τα οποία τον περιεστοίχιζον και είπε: — Να σας ανταμείψη . . . ο Χριστός!

Ο Αντίππας παρετήρησε τον Μαναή και του έκαμε νεύμα να φύγη, εν ώ ο Βιτέλλιος με την στάσιν του εδείκνυεν ότι αυτά τα πράγματα δεν τον ενδιέφερον. Οι Φαρισαίοι καθήμενοι επί των τρικλινίων των εμαίνοντο ως δαιμονισμένοι. Συνέτριβον τα πινάκια τα οποία είχον έμπροσθέν των. Τους είχον δώσει να φάγουν τα ονομαστά ορεκτικά του Μαικήνα, από άγριον όνον, έν κρέας ακάθαρτον.

Εξύπνησε μόλις την εσπέραν ή μάλλον αφυπνίσθη υπό της δούλης του, ήτις τον προέτρεπε να εγερθή, επειδή κάποιος τον εζήτει διά κατεπείγουσαν υπόθεσιν. Ο άγρυπνος Χίλων εζαλίσθη αμέσως, έρριψε ταχέως μανδύαν με κουκούλαν επί των ώμων του έπειτα παρετήρησε διά της θύρας του κοιτώνος με βλέμμα ύποπτον και διέκρινε την γιγάντιον κατατομήν του Ούρσου.

Πάλιν παρετήρησε τούτο εις τα βλέμματα τα οποία αντήλλαξαν οι παρόντες Γραμματείς, και από το ήθος του προσώπου των. Αλλά την φοράν ταύτην επροκάλεσεν ο ίδιος την προσοχήν εις τους λόγους Του, και διά θαύματος τους εδικαιολόγησε. «Τι ούτος λαλεί βλασφημίαςέλεγον προς αλλήλους οι Φαρισαίοι.

Σμάλτω! ε, Σμάλτω!. . . ηκούσθη φωνή περιχαρής, ανακόπτουσα αίφνης το βήμα της. Η λυγερή στραφείσα παρετήρησε τον Μήτρον ερχόμενον από μακράν με το ποίμνιόν του. Αλλ' ουδεμίαν ησθάνθη ήδη ταραχήν εις την θέαν του.

Η νεάνις έκλινε το πρόσωπόν της μέχρι των ποδών του κυρίου της και έμεινεν ακίνητος. Ο Πετρώνιος έρριψε βλέμμα εις τους άνδρας. Παρετήρησε την Ευνίκην κειμένην παρά τους πόδας του και μετέβη εις το τρίκλινον χωρίς πλέον να ομιλήση. Μετά το γεύμα του μετέβη εις το παλάτιον, κατόπιν εις την οικίαν της Χρυσοθέμιδος, όπου έμεινε πολύ αργά.