Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
— Γιατί, 'γούμενε, βιάζεις τον Σταυράκη να μην ψηφίση εκείνον που θέλει; — Γιατί είν' ανόητος και πρέπει να ακούη εμένα. — Έχει τη συνείδησί του και θ ακούη ό,τι του λέει. — Εγώ τονε ταΐζω, δεν τονε ταΐζ' η συνείδησί του, είπεν ο Συνέσιος. — Όχι, γούμενε, είπεν ο Άνθιμος· τόνε ταΐζει ο κόπος του και τα χέρια του. Ήταν πολύ αυστηρό το πρόσωπο του καλόγερου· ο Συνέσιος το παρετήρησε.
Κάμπτων προς την οδόν των Ιουδαίων, όπου ευρίσκετο η οικία του Λίνου, ο Βινίκιος παρετήρησε τας φλόγας εν τω μέσω νέφους καπνού· και η Τρανστιβέρη, εκεί όπου κατώκει η Λίγεια, εκαίετο. Ο Βινίκιος ενεθυμήθη ότι η οικία του Λίνου ήτο περιβεβλημένη με κήπον, όπισθεν του οποίου, προς το μέρος του Τιβέρεως, ευρίσκετο μικρός αγρός χωρίς οικίαν. Η σκέψις αύτη του έδωσε θάρρος.
— Οι πραιτωριανοί ήσαν έτοιμοι, ανέκραξεν ο Τιγγελίνος και οι φωνασκοί, εάν δεν τους κατεπράυνες, θα εσιώπων διά παντός. Τι κρίμα, Καίσαρ, να μη επιτρέψης να γίνη χρήσις της βίας! Ο Πετρώνιος τον παρετήρησε προς στιγμήν, ύψωσε τους ώμους και είπε: — Τίποτε δεν εχάθη. Θα λάβης ίσως την ευκαιρίαν να μεταχειρισθής βίαν αύριον.
Ταύτα λέγων, έρριψε το βλέμμα του προς τας ένθεν και ένθεν του πλοίου καταπρασίνους ακτάς και δακρύων εξ ενθουσιασμού παρετήρησε: — Τι ωραίαν πατρίδα οπού έχομεν! Κύτταξε Θωμαή, κύτταξε, θεια! Γελούν η ακρογιαλιαίς, θαρρείς, γελούν τα βουνά, οι κάμποι, ο ουρανός, η θάλασσα, όλα γελούν, εις την πατρίδα μας!
Αλλ' ενώ έλεγε ταύτα εσταμάτησεν αιφνιδίως, αφήκε την κεφαλήν του να καταπέση και εφάνη ως να ήθελε ν' ακούση ένα κρότον τον οποίον δεν ηδυνάμην εγώ ν' ακούσω. Είτα ανετινάχθη, παρετήρησε δεξιά και αριστερά και εψιθύρισε τους στίχους του Επισκόπου του Τσιστέστερ: «Εκεί κάτω θα με περιμένης! Θα σπεύσω να σε ανεύρω εις την βαθείαν αυτήν κοιλάδα».
Πού λοιπόν εκρύβη η ξένη; Η Αϊμά παρετήρησε γύρω εις όλα τα μέρη τα ύποπτα, εις όλα τα κοιλώματα, όπου ηδύνατο να κρυβή προσκαίρως άνθρωπος. Ούδαμού εύρεν ουδέ ίχνος της ξένης. Παρέτεινε τας ερεύνας της επί πολλήν ώραν. Ουδαμού. Η ξένη είχε γείνει άφαντος. Τότε η Αϊμά ησθάνθη φόβον και επέστρεψε σύννους εις την καλύβην. Εις μάτην εβασάνιζε τον νουν της. Δεν ηδύνατο να λύση το αίνιγμα τούτο.
Προσέθηκεν άλλη τις εκ των παρισταμένων διά να φουρνίσωσι, βιαζομένη διότι ενύκτωνε. — Τι να τήνε κάμω τώρα; Επανέλαβε πάλιν η οργισθείσα γυνή. Δος' νε τ' δασκάλ'! Παρετήρησε, γελώσα η φουρνάρισσα. Τι να κάμη η ατυχής εκείνη; Να κάθηται να φιλονική 'ς τον φούρνον; Παρέλαβε τα ταψία της ένα-ένα και απήλθεν.
— Κυρ Σπυράκη, ανέκραξεν ο Παντελής χωρίς να εγερθή. Βλέπω τον καπνόν. — Δεν είναι ακόμη ώρα να φανή το ατμόπλοιον! — Το βοηθεί ο άνεμος, επρόσθεσεν ο Παντελής. Ο Κ. Σπυράκης, περικλείων τους οφθαλμούς διά των χειρών, παρετήρησε τον ορίζοντα, όπου οι ιδικοί μας αγύμναστοι οφθαλμοί δεν διέκρινον ούτε καπνόν, ούτε τίποτε. — Πραγματικώς! ανέκραξε.
Τον θαυμάζω, διότι, ενώ ήτο υιός ενδόξου πατρός, του Μιλτιάδου, ανεφάνη υιός ενδοξότερος του πατρός του. — Αλλά τούτο ήτο πολύ φυσικόν, παρετήρησέ τις εξ ημών. Παράδοξον ήθελεν είσθαι αν, έχων πατέρα τοιούτον, δεν ανεφαίνετο υιός άξιος του πατρός του.
Μίαν ημέραν εις τους αγώνας, εν μέσω των πολυτελών αρμάτων, ο Βινίκιος παρετήρησε το υπερήφανον τέθριππον της Χρυσοθέμιδος, της παλλακίδος του Πετρωνίου, του οποίου επροπορεύοντο δύο μολοσσοί, και όπερ περιεκυκλούτο με σύμπλεγμα, εις το οποίον ανεμιγνύοντο με τους νέους και γέροντας συγκλητικοί.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν