United States or Montserrat ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο άνεμος είχε τραπή και έπνεε τώρα από της θαλάσσης μετά δαιμονιώδους σφοδρότητος. Ο λαός είχε λάβει απειλητικήν στάσιν. — Άρτον και στέγην, εκραύγαζεν. Εις μάτην οι πραιτωριανοί προσεπάθουν να συγκρατήσωσι την τάξιν. Εδώ ανθίσταντο φανερά με τα όπλα εις τας χείρας· απωτέρω άνθρωποι άοπλοι ανέκραζον: — Τολμήσατε να μας σφάξετε έμπροσθεν της πυρκαϊάς ταύτης!

Μετά πολλάς συγκρούσεις και υπερδιασκελίζοντες οδοφράγματα εκ κιβωτίων, βαρελλίων, πολυτίμων σκευών, μαγειρικών τοιούτων, φορείων, αμαξών, ο Βινίκιος και οι πραιτωριανοί του κατώρθωσαν να εκφύγουν της οχλοβοής.

Ο Καίσαρ ήθελε να πνιγή πάσαν ανάμνησιν της πυρκαϊάς εις χειμάρρους αίματος· ήθελε να μεθύση δι' ανθρωποθυσιών τον λαόν. Αι φυλακαί είχον παραγεμίσει από χριστιανούς, και καθ' εκάστην τα καθάρματα του όχλου και οι πραιτωριανοί εισήγον νέα θύματα. «Εις τους λέοντας!, εις τους λέοντας τους χριστιανούςεφώναζεν ο λαός εις τας οδούς.

Ο Σενέκας ετάχθη με την γνώμην ταύτην καθώς και ο ύπατος Λικίνιος. Εν τούτοις ο αναβρασμός κάτω εγίνετο ορμητικώτερος. Ο λαός ωπλίζετο με λίθους, με πασσάλους σκηνών, με σανίδας αποσπωμένας από τα αμάξια και με παν σιδηρούν αντικείμενον. Αρχηγοί τινες λόχων ήλθον να δηλώσουν ότι οι πραιτωριανοί, υπό την πίεσιν του πλήθους, ησθάνοντο μεγίστην δυσκολίαν να παραμείνουν εις την γραμμήν της μάχης.

Της Νέας Ρώμης η «Σύγκλητος» άλλη δουλειά δεν είχε παρά να δικάζη «Συγκλητικούς» κάποτες, να διορίζη πολιτική υπαλληλία, και να εγκρίνη Βασιλικά Διατάγματα. Οι Πραιτωριανοί πάλι, η Βασιλική δηλαδή φρουρά, από εφτά χιλιάδες πεζούρα και καβάλλα που είταν άλλοτες, απόμειναν ως χίλιοι πεντακόσοι.

Εκεί, οι πραιτωριανοί, οι οποίοι αντικαθίστων αλλήλους εις την φρούρησιν, τον εγνώριζον όλοι και συνήθως τον άφινον να εισέρχεται άνευ δυσκολίας τινός. Αλλά την φοράν αυτήν αι τάξεις των φρουρών δεν παρεμέρισαν προ αυτού και είς εκατόνταρχος τον επλησίασε και είπε: — Συγγνώμην, ευγενή τριβούνε, σήμερον έχομεν διαταγήν να μη επιτρέπωμεν εις κανένα την δίοδον.

Τότε, εν μέσω του αμυδρού φωτός, είδε το πρόσωπόν της Λιγείας να ακτινοβολή. Εκείνη έφερεν ακόμη μίαν φοράν την χείρα του Βινικίου εις τα χείλη της και εψιθύρισε: — Η σύζυγός σου . . . . είμαι σύζυγός σου . . . Όπισθεν του τοίχου, οι πραιτωριανοί, οίτινες έπαιζον τους πεσσούς, εξέβαλον φωνάς φιλονεικίας.

Τέλος περί το μεσονύκτιον έφθασαν αντικρύ των τειχών αυτός και η πολυάριθμος ακολουθία του εκ συγκλητικών, ιπποτών απελευθέρων, δούλων, γυναικών και παιδίων. Δεκαέξ χιλιάδες πραιτωριανοί, κλιμακηδόν τεταγμένοι εις γραμμάς μάχης καθ' όλην την οδόν, επηγρύπνουν διά την ασφάλειαν της εισόδου του.

Οι πραιτωριανοί ήσαν έτοιμοι, ανέκραξεν ο Τιγγελίνος και οι φωνασκοί, εάν δεν τους κατεπράυνες, θα εσιώπων διά παντός. Τι κρίμα, Καίσαρ, να μη επιτρέψης να γίνη χρήσις της βίας! Ο Πετρώνιος τον παρετήρησε προς στιγμήν, ύψωσε τους ώμους και είπε: — Τίποτε δεν εχάθη. Θα λάβης ίσως την ευκαιρίαν να μεταχειρισθής βίαν αύριον.

Όλων τα βλέμματα εστρέφοντο μετ' απλήστου επιμονής προς την θέσιν την οποίαν κατείχεν ο δύστηνος μνηστήρ. Εκείνος ήτο ωχρότατος, και ιδρώς έβρεχε το μέτωπόν του. Από πρωίας είχε προσπαθήσει να εισχωρήση εις τα υπόγεια, όπως πληροφορηθή αν εκείνη ευρίσκετο εκεί. Αλλ' οι πραιτωριανοί επετήρουν όλας τας διεξόδους, και ήτο αδύνατον να εισέλθη.