Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουλίου 2025
Μα κείνο που σου δίνει καινούρια ζωή, που σε κάνει κι ανεσαίνεις πιο εύκολα, είναι που Τούρκος δεν έχει χωράφι τριγύρω... Έχει ρωμαίικη ψυχή μέσα του το μικρό το Μεσοβούνι. Ζούσανε μάλιστα τα χρόνια εκείνα και δυο τρεις Μεσοβουνιώτες που μύρισαν κι αυτοί μπαρούτι στα νιάτα τους! Ο γέρο Βασίλης είταν ένας. Ο μακαρίτης ο Αγγελάκος, στο πλάγι μας, άλλος ένας.
Τον εφώτισεν ο Θεός, όταν ενυμφεύθη την Σοφίαν, και της τα «έκαμεν όλα επάνω της». Οι συγγενείς του εγόγγυσαν διά τούτο, αλλά τι τους έπταιεν η πτωχή Σοφία; Ας μην εγύρευεν ο Αγάλλος πανδρειά. Ο Μανώλης έζησε δύο χρόνια και απέθανεν. Η Σοφία τα εκληρονόμησεν όλα, μαζί και τον μύλον αυτόν, τον οποίον είχεν ανακαινίσει εσχάτως ο μακαρίτης.
― Καλή η απάντησή σου, μου είπε, αν και σε μερικά ξακολουθώ νάχω τις γνώμες μου και τις επιφυλάξεις μου!.. Συχαρητήρια πήρε κι ο μακαρίτης Στέφανος Γρανίτσας που βρισκότανε τότε στα Γιάννενα και που, καθώς μούλεγε αργότερα, τονέ συνεχάρηκε ο κ. Βενιζέλος, θαρρώντας πως το άρθρο είναι δικό του, για την απάντησή του στο «Τιμή και Ανάθεμα» του Δραγούμη.
Κοίταξέ το, που και καλά να ξεκινήση γυρεύει. Στεφ. Σου δίνω ένα φλουρί, σου δίνω κατόπι και την ευκή μου, Κεριάκο. Κερ. Ας είσαι καλά για το φλουρί, αφεντικό, μα η ευκή από πού κι ως πού; Στεφ. Είταν παπάς ο πατέρας μου, Κεριάκο· γιατί τάχατες να μην παπαδέψω και γω; Κερ. Είταν παπάς, και καλός παπάς ο μακαρίτης, αφεντικό.
Και ξαναχτύπησε τη γροθιά του, κάνοντας να ξεχειλίση μια κανάτα, γεμάτη μπρούσκο κρασί, απιθωμένη καταμεσής του τραπεζιού. — Εβίβα! του είπε ο Ρήγας του Μαθιού, ένας βαρελτζής απ' την Κούμη, που τον συντρόφευε. Και σήκωσε το ποτήρι του. — Γιατί τάχα; είπε ο Γιάννης ο Μακαρίτης. Σου φαίνεται παράξενο τάχα; — Βρε βάλε να πιούμε, ξαναείπε ο Ρήγας του Μαθιού. Λόγια σαπέρα θα λέμε τώρα;
Ο Έφις την άφηνε να τον ψαχουλεύει και χαιρόταν τη χάρη της. Η γριά όμως με ανέκφραστο το πρόσωπο και τα μάτια γυάλινα είπε με γλύκα: «Ο μακαρίτης ντον Τζάμε γυρίζει πίσω.»
ΑΡΓΓΑΝ Μήπως είνε επικίνδυνο πράγμα να κάνη κανείς τον πεθαμένο; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όχι, όχι. Να η κυρία. Μην κουνηθήτε καθόλου. Θεέ μου! αχ! συμφορά μου! Τι ήταν τούτο το κακό; ΜΠΕΛΙΝΑ Τι τρέχει, Τουανέττα; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αχ! κυρία μου! ΜΠΕΛΙΝΑ Μα τι τρέχει; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ο άντρας σας . . . πέθανε. ΜΠΕΛΙΝΑ Ο άντρας μου πέθανε; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αχ' ναι· πέθανε ο μακαρίτης. ΜΠΕΛΙΝΑ Είνε βέβαιον; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Βεβαιότατον.
Ο μακαρίτης, σαν κι' εσύ Μου ήλεγε, θυμούμαι, Γιατρέ δεν τον πατούμε Το χάρο τούτην τη φορά. Μον κείνος ήταν γέρος, Και του θανάτου μέρος. Δεν έχω δύναμι γιατρέ, Μηδέ για να μιλήσω, Και δε θαρρώ να γλύσω. Τον ίδιον είχε, και ρωτά, Ο μακαρίτης θιος σου, Το φόβον το δικό σου. Μον εσύ, φίλε μου, αγκαλά Αποπολλής στο στρώμα Χαμοβαστιέσαι ακόμα.
Μα καλαφάτηδες με το ίδιο τόνομα ήτανε κι' άλλοι. Για να τον βρης έπρεπε να γυρέψης τον Γιάννη τον Μακαρίτη. Να πούμε την αλήθεια, δεν τούμοιαζε καθόλου για μακαρίτης. Ολοστρόγγυλος, καλοθρεμμένος, ροδοκόκκινος, με κάτι μάτια γεμάτα φωτιά και πονηρία ήτανε ζωντανός απ' τους πιο ζωντανούς.
Και λέγοντας αυτά τα λόγια, έκανε τρεις φορές το σταυρό του, με μεγάλη κατάνυξη. Η κάκω η Μήτραινα τον ξαναγκάλιασε πάλι, και τον έσφιξε δυνατά στα στεγνωμένα στήθια της, λέγοντας του: — Καλώς ήρθες, παιδάκι μ'! καλώς ήρθες! Ο Γιάννης, εξακολούθησε: — Πιστεύω, τον ψεύτικο θάνατό σ' τον έπλασε ο μακαρίτης ο πεθερός μ', για να με κάνη γαμπρό τ'. Αλλά βλέπ'ς; δεν τώστρεξε το άδικο ο Θεός!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν