Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Οι άντρες δεν εκβαλίκεψαν. Ένας απ' αυτούς, ο νιόγαμπρος, είχε αγοράσει ένα πιστόλι, κι ανεβαίνοντας όλοι μαζή απάνου από το δρόμο, στους όχτους, έρριχναν στα πουρνάρια μ' αυτό, δοκιμάζοντά το πόσο έκοφτε, Εγώ μοναχά ακολουθούσα τες γυναίκες, — τη νιόνυφη και τη δασκάλα, — κι ο αγωγιάτης, που χάζευε κι αυτός με το πιστόλι από μακριά κ' έμνησκε πίσω πίσω.
Ποτέ μου δε θα τη ξεχάσω αυτή τη γυναίκα. Στάθηκε τόσο ευγενική και τόσο περήφανη μαζή μου. Μούδειξε την αγάπη της χίλιες φορές. Στην αρρώστεια μου σαράντα μέρες ξενύχτισε στο προσκέφαλό μου. Ποια τίμια γυναίκα θα φερνότανε έτσι; Και τώρα ακόμα, τώρα που νευριασμένος εγώ από την ιδέα πως με κυνηγάει, της κακομίλησα σαν τον τελευταίο παλιάνθρωπο, αυτή φάνηκε ανώτερη κι' ευγενικώτερη από μένα.
Εσυγύριζεν η Μαριώ, έπλυνεν ολίγα φορέματα των μικρών της, διώρθονεν άλλα, ήρχιζε το πλέξιμόν της, . . . αλλ' ο καιρός δεν παρήρχετο. Τι να κάμη; Της ήλθεν όρεξις ν' ανοίξη το βαρύ εκείνο κιβώτιον, και να ιδή ολίγον, να ιδή μόνον — τα τάλληρα του σάκκου. Ποτέ της δεν είχεν ιδεί πολλά μαζή, . . . ουδέ ολίγα, η αγαθή γυνή.
Και της έδειξε δύο χριστόψωμα. — Εκύτταξε η γρηά την κοπέλλα με το μακάριο της χαμόγελο. — Τα παίρνω, κόρη μου, για τα παιδιά. Η ευκή μου μαζή σου . . . Η κόρη εσυγκινήθηκε κ' έφυγε . . . Η γρηά εσηκώθηκε.
Ημείς έως που να γυρίση το μετζίλι ημπορούμεν να φύγωμεν, και να πάμε εις την Μποκάρα το γληγορώτερον, και εκεί θέλομεν κυβερνηθή με την προίκα μου και με τα διαμαντικά μου, που τα έχω μαζή με εμένα, και θέλομεν ζήσει ατάραχοι από τους εχθρούς.
ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Τέτοιαις χαραίς ορμητικαίς ολέθρια τελειόνουν και σβύνουν εις την δόξαν των, καθώς εκεί που σμίξουν μαζή πυρίτις και φωτιά, φιλιούνται και ‘πεθαίνουν. Το μέλι το γλυκύτερον απ' την πολλήν του γλύκαν κανένας το σιχαίνεται και το αηδιάζει· λοιπόν και η αγάπη σου ας ήναι μετρημένη· εκείνη μόνη διαρκεί· αργά εξ ίσου φθάνει κ' εκείνος που αργοπατεί, και όποιος πολυτρέχει.
Αλλά δεν μου λες, ποία ήτο αυτή η απολιθώνουσα Μέδουσα και από πού ήτο διά να μάθω και εγώ; διότι δεν πιστεύω να θέλης μόνον διά τον εαυτόν σου το θέαμα και να ζηλοτυπήσης εάν και εγώ θελήσω να απολιθωθώ μαζή σου. ΛΥΚ. Πρέπει να ξέρης ότι και μακρόθεν αν την ατενίσης, θα σε καταστήση πλέον ακίνητον και άλαλον από τα αγάλματα.
Όλοι 'ς αυτό συμφώνησαν κ' εκείνον εμψυχόναν• κ' εμπήκαν έπειτα μαζή 'ς το σπίτι τ' Οδυσσέα. Ουδ' άργησε πολύν καιρό να μάθ' η Πηνελόπη 675 όσα οι μνηστήρες μέσα τους βαθειά μηχανευόνταν• ο Μέδοντας ο κήρυκας της τα 'πε, οπού τα μέτρα, 'που έπλεκαν κείνοι 'ς την αυλήν, είχ' έξωθεν ακούσει. και να το είπη εκίνησεν ευθύς της Πηνελόπης• και ως το κατώφλι αυτός πατεί του λέγ' η Πηνελόπη• 680
Σχεδόν κάθε μέρα έγραφα ένα κατά τη ψυχική μου διάθεση. Και τα φύλαγα με τη σκέψη να τα διαβάσω τον Βαγγελιού όλα μαζή, όταν το καλοκαίρι θα πήγαινα στο χωριό. Μετά καιρό είδα και πάλι τον αγωγιάτη στην πόλη. Αλλ' αυτή τη φορά δεν μαστειεύθηκε για το Βαγγελιό. Μούφερε δυσάρεστα νέα. — Η Βαγγελιά, η καϋμένη, δε μπορεί. — Είντα 'χει; ρώτησα μ' ανησυχία, που δε φρόντισα να κρύψω.
Ποτέ δεν τον ήκουσα ν' αναστενάξη, ούτε τον είδα να δακρύση, ούτε ήρθε να μου κτυπήση ποτέ την πόρτα εις ώραν περασμένην της νύκτας, αλλά μόνον που εκοιμάτο καμμιά φορά μαζή μου και αυτό σπανίως. Αλλ' όταν μια φορά ήλθε και δεν τον εδέχθηκα — διότι ήτο μέσα ο Καλλίδης ο ζωγράφος που μούχε στείλη δέκα δραχμές — μ' έβρισε κι' έφυγε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν