Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Με το ζερβό χέρι βάσταε τα χαλινάρια τ' αλόγου και με το δεξιό την μακρυά λάντζα, είδος κονταριού με σιδερένιο στόκοτην κορφή και με μικρό κόκκινο φλάμπουρο με τον αητό το δικέφαλο μέσ' τη μέση. Τ' άλογό του ήτον μαύρο και κατά το μέτωπο μοναχά λίγο μπάλλιο, ντυμένο κι' αυτό με χρυσάργυρη σέλλα και με φαντά φάλαρα.

Τ' Άγραφα που τον γέννησαν ομοιάζει το κορμί του, Και την κορφή του Πίνδου μου η άσπρη κεφαλή του, Κρατείτο χέρι του δαυλί με φλόγα.

Ήξερε πώς προβάλλει ο χρυσός Ήλιος απ' την κορφή του βουνού και πώς ροδίζουνε οι πλαγιές κ' οι κάμποι και πώς ντύνονται τα ωραία τους στολίδια στο φίλημά του δένδρα και λουλούδια. Ήξερε πώς προβάλλει τολοστρόγγυλο φεγγάρι απ' τη θάλασσα και πώς ασημώνει τα ωραία νερά, που ανατριχιαζουνε στο φως του, και τα λευκά πανάκια, που αρμενίζουνε στο πέλαγο.

Να ξενυχτίσουμε 'ςτό χάνι δεν ειμπορούσαμε, γιατί τα πράμματα ήθελαν θροφή και 'ςτό χάνι θροφή δεν ήτον. — Απάνουτου μοναστηριού τα σιάδια θα βγούνε νάβρουμε βοσκή, λέει ο Πολιάνος. Βγήκαμε και 'ςτού μοναστηριού τα σιάδια με το σουρούπωμα. Εδώ μας εύρηκε κ' η νύχτα. Κονέψαμε. Στα κράκουρα κατάψηλα. Στην κορφή τ' ανήφορα. Είχαμε μπροστά τα Χαλάσματα.

Φέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι Σαύρα θα κάψω στη φωτιά και θα την κάνω σκόνη κ' ένα πιοτό, κακό πιοτό ταχυά θε να σου φέρω. Πάρε τα μάγια, Θέστυλι, πάρε τα μάγια τώρα και την κορφή της πόρτας του σύρε μ' αυτά ν' αλείψης και λέγε ψιθυρίζοντας: «τα κόκκαλά του αλείφωΦέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι. Τώρα, πούμεινα μόνη μου, τον έρωτά μου ας κλάψω.

Κι ολοένα περισσότερο βυθιζότανε στην ευδαιμονία αυτής της θωριάς, βούλιαζε ολάκερη, χανόταν. . ως που τα μάτια της κλείσανε σαν από μιαν ηδονή κι έναν πόνο αβάσταχτα για την ψυχή της Και τα μάτια της είδαν τότες πως σηκώθηκαν απ' το σκαλοπάτι και βγήκαν έξω στο δρόμο μαζί με το Νίκο-πιασμένοι απ’ τα χέρια και κατέβηκαν απ’ το βουνό τους κάτω στον κάμπο με τα λουλούδια πούχαν πάει τις προάλλες . . και πέρασαν όλον τον κάμπο και μπρος απ' της Καλλιθέας τα σπίτια που ήταν τυλιγμένα μες τασημένια μαλλιά του φεγγαριού τα ξέχυτα και πάντα χεροπιασμένοι με το Νίκο ανεβήκανε σ' εκείνο τολοστρόγγυλο το βουναλάκι-προτού νανοίξη ο κάμπος για τις Τζιτζιφιές-πούχει στην κορφή του την εκκλησίτσα της Αγια-Σωτήρας. . . Εκεί στο βουναλάκι απάνω στεκόταν το φεγγάρι• μα δεν τόβλεπαν καθώς ανεβαίνανε, γιατ' ήτον κρυμένο πίσω απ’ την εκκλησίτσα.

Αλλά και στην κορφή του βουνού απάνω το όραμα της ημέρας εκείνης ήτον εμμορφώτατο. Τρεις χιλιάδες και πλειότερες πανηγυριστάδες τήραε κανένας σκορπισμένες ανάμεσα στ' ανοιχτά ρεπιθεμέλα των παλαιών χτιρίων. Έλεγες ότ' είχαν συκωθή σύγκορμοι από τους τάφους των οι παλιοί κάτοικοι της μεγάλης αυτής και ξακουσμένης των Μολοσσών πολιτείας.

Τα πιώτερα φύλλα γλυκόπαιζαν ακόμα τόνα με τάλλο απάνω στους κλώνους. Πλάγιασε η Ασήμω ανάστηθα και ξέννοιαστα, και κοίταζε την ολοπράσινη στέγωσή της, αναγυρισμένα τα δυο της μπράτσα ζερβόδεξα, και τα δάχτυλα μπλεγμένα απάνω στην αναμαλλιασμένη κορφή της.

Από τα πρώτα που έστησ' εκεί ο Κωσταντίνος είταν η πορφυρόλιθη κολώνα της Ιεράπολης, με το μπρούντζινο άγαλμα του Απόλλωνα στην κορφή της, μα κατά το ρωμαϊκό το σύστημα ταποκεφάλισε ο Κωσταντίνος αυτό τάγαλμα και τούβαλε κεφάλι όμοιο με το δικό του.

Τι εγώ να δω θα πεταχτώ στον πύργο τους δικούς μου, 365 το μυριοχάιδεφτό μου γιο, την έρμα μου γυναίκα... Πιος ξέρει πίσω αν θα με δουν και πάλι να γυρίσω, ή θα με σφάξουν πια οι θεοί με των οχτρών τα χέριαΕίπε, και φέβγει σείνοντας πας στην κορφή τη φούντα.

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν