Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Μια στιγμή κάπως άκουσα ψιθυρίσματα εμπρός, στην πλώρη κατάνακρα. Βάνω τ' αυτί μου. Ένα γέλοιο μικρό, γαργαλιστικό, κομματιασμένο, γνώριμο γέλοιο έρχεται να μου παγώση την καρδιά. Και μια φωνίτσα μασημένη, κελαϊδιστή ακούω να λέγη: — Αχ, τι καλά!... Τι όμορφα... Έτσι πάντα!... έτσι πάντα!... αιώνια έτσι!... Ήταν η φωνή της καπετάνισας.

Ο λοχίας γέλασε δυνατά με το ξερό του γέλοιο, ο κρεμανταλάς άνοιγε περισσότερο τα μάτια του και το στόμα του, με τα τεντωμένα μουστάκια του, σα νάλεγε πάντα το ξαφνισμένο του εκείνο «α! α!» — Μωρέ, να χαθής, όρνιο, θα πας και στον πόλεμο, συ είπε ο λοχίας, ξεκαρδισμένος στα γέλοια. — Στον πόλεμο, κυρ λοχία; πήγες του λόγου σου στον πόλεμο; Πού να τον δούμε μεις τον πόλεμο!...

Βλέπει τις ετοιμασίες για κείνο που φοβείται, βλέπει τον ανάξιον αντίζηλο που η ιδιοτροπία του πατέρα της αντιτάσσει στον έρωτά του, και τον βλέπει θριαμβεύοντα τον γελοίο εκείνον αντίζηλο κοντά στην αγαπημένη του βοσκοπούλα σαν να έχη εξασφαλισμένη την κατάκτησί της. Δεν μπορεί να κρατήση την οργή του.

Και όμως κοντά του, τόσο κοντά που να αισθάνεται τον ανασασμό λίβα στο πρόσωπο, που να πέφτη Καβομαλιάς ο ίσκιος στο στήθος του στέκεται μικρομέγας ο Τρακάδας και με γέλοιο τον κυτάζει κατάματα, τον περιχύνει με την αγριόχρωμη φωνή του: Τάωτω! και πίσω δεν κυτώ! τ' αχνάρια μου πάνε μπροστά κ' εγώ γυρίζω πίσω. Έλα βλάμη σήκω, σήκω να μοιράσουμε!..

Και προτήτερα από τα γνεψίματα κι από το γέλοιο το κατάλαβε· μα τότες, αφού από το πρωί επροφασίστηκε στο Χρώμη, ότι θα πάη σε μια γειτόνισσά της ετοιμόγεννη, τους παρακολούθησε κι αφού εκρύφτηκε σε κάποια χαμόκλαδα για να μη φαίνεται άκουσεν όλα όσα είπαν, είδεν όλα όσα εκάμανε· μήτε της ξέφυγε ότι έκλαψε ο Δάφνης.

Τ' ήθελες και δεν έκανε του καθενός; Ποιος είχε ράψιμο να του ράψη· ποιος είχε μπάλωμα να τον μπαλώση· ποιος είχε λύπη στην καρδιά να την σηκώση με το δροσάτο γέλοιο της, με τον γλυκόλογό της.

Κι ονειρεύοντάς το τανιστορούσε μ' όλες του τις ομορφιές, ομορφιές που τόσο τις λάτρευε, που να βασταχτή δεν μπορούσε, παρά ξεχείλιζε η καρδιά του με την ανιστόρηση μονάχη, άστραφτε η όψη του, το τραγούδι του καταντούσε κελάδημα, και γλέντι το γέλοιο του. Είταν όμως η κατάστασή του μπλεγμένη, κ' έπρεπε να γυρίση τα χωριά να μαζέψη τουλάχιστο μέρος πρι να ξεκινήση.

Πώς την καρδιά μ' ανοίγει το γέλοιο του παιδιού μου, και της ζωής ξεχάνω την πίκρα και τον πόνο! να μου γελά το βλέπω και λέγω μες 'στον νου μου: πώς έτσι να γελούμε 'στα πρώτα χρόνια μόνο; Ω! πώς σε καμαρόνω, γιατί δεν αμφιβάλλω πως θα φανής 'δικό μου εις όποιον κι' αν σε 'δή..· και τώρα θεωρείται κατόρθωμα μεγάλο νάχη κανείς 'δικό του μονάκριβο παιδί.

Άθελα θυμήθηκε το κρανίο που ηύρε την αυγή σε μια σαρκοφάγο· ένα κρανίο γυμνό και άδειο με το γέλοιο στα δόντια του. Προχώρησε στην πόρτα, χτύπησε, την έσπρωξε δυο τρεις φορές· μα η πόρτα έμεινε σφαλιστή. Κύτταξε τριγύρω του χωρίς να ξέρη τι γυρεύει κ' είδε άξαφνα το κλειδί σε μιαν άκρη. Κ' εκείνο είχε κάποιο γέλοιο απάνω του.

Τo στόμα της έδειχνε κυρτωμένο σ' ένα τόξο, που θάτον ακόμα πιο τρομερό αν ήτονε γέλοιο κι όχι κλάμα βαστηγμένο μιας ψυχής που σπάραζε . . . Τώρα ο Νίκος ερχόταν το απόγεμα από νωρίς στο σπίτι πολλές φορές και δε ματάβγαινε καθόλου ύστερ’ απ' το γιόμα.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν