United States or North Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πλάκωσαν το λοιπόν αυτές όλες -που δεν πατούσαν το πόδι τους καμμιά τους στο σπίτι της Λιόλιας κ' ήρθαν τώρα τάχατες να φανούνε χρήσιμες κι αυτές σε μιαν περίσταση, γιατί πού ξέρεις πως τα φέρνει ο Θεός καμμιά φορά και σου χρειάζεται κ' εσένα η βοήθεια ταλλουνού! και πέσανε μελίσσι πάνω απ’ το παιδί: Μοίρες να το μοιράνουν, εκεί που τόχε πάρει η Κερά Γιώργαινα πάλι στα χέρια της να το ξεφασκιώση, να του βάλη λίγο γλυκοπόδιο και καινούργιο βαμπάκι πούχε φέρει απ' το σπίτι κ' έλεγαν πια η καθεμιά το μακρύ της και το κοντό της : Χριστέ μου ! για παιδί.

Στην αρχή από ντροπή να μην φανερωθή κ' επειδή προφυλάγονταν από το τομάρι, που τον εσκέπαζε, έμενε βουβός μέσα στ' αγκάθια. Μα όταν κ' η Χλόη κατατρομαγμένη, καθώς τον πρωτόειδε, εφώναζε το Δάφνη βοήθεια και τα σκυλιά ξεσκίζοντας το τομάρι εδάγκωναν το κορμί του, έκλαψε δυνατά και παρακαλούσε την κορασιά και το Δάφνη, που είχε πια φθάσει, να τόνε βοηθήσουν.

ΒΕΡΑΛΔΟΣ Τι άλλο θέλεις ν' ανεβάση στη σκηνή, αν όχι τα διάφορα επαγγέλματα των ανθρώπων; Ανεβάζουν κάθε μέρα πρίγκηπας και βασιλείς που είνε επίσης αξιότιμοι άνθρωποι όσο και οι γιατροί. ΑΡΓΓΑΝ Να πάρη ο διάβολος! αν ήμουν γιατρός θα την τιμωρούσα εγώ την αυθάδειά του· όταν θ' αρρώσταινε, θα τον άφινα να πεθάνη χωρίς καμμιά βοήθεια.

Ήρθε τότες ο Βελισάριος στα 535 στη Σικελία μ' εφτάμιση χιλιάδες στρατό, και δίχως πολλή δυσκολία την κυριεύει, έχοντας και βοήθεια τους ελληνοαίματους τους ντόπιους, Ύστερις από ένα χρόνο ξεκίνησε και για την Ιταλία. Όντας ελληνική η κάτω Ιταλία, δεν άργησε να παραδοθή στο Βελισάριο, και πρώτο πρώτο το Ρήγιο.

Άργησα όμως τόσο πολύ σ' αυτή τη δουλιά, που ο Ιμάμης θύμωσε και βλέποντας, πως είμαι χριστιανός, φώναξε βοήθεια. Με πήγανε στον κατή, ο οποίος έβαλε να μου δώσουν εκατό ξυλιές μ' ένα πέταυρο στις πατούσες των ποδιών, και μ' έστειλε στα καταναγκαστικά έργα. Μ' αλυσσοδέσανε ακριβώς στην ίδια γαλέρα και στον ίδιο μπάγκο με τον κύριο βαρώνο.

Ήταν ωραία που πηγαίναμε έτσι, σαν να ήμασταν γίγαντες. Έτσι ζήτησε σε γάμο τη Γκριζέντα κι έτσι, με τη βοήθεια του Θεού, θα παντρευτούνε.» «Από ποιόν τη ζήτησε σε γάμο;» «Δεν ξέρω∙ από την ίδια!» «Πες μου Τσουαναντόνι, ο ντον Τζατσίντο πήγε στις θείες του, στις κυράδες μουΤο αγόρι δίστασε πάλι. «Ναι», είπε έπειτα, «πήγε.

Αυτή με μέλει πολύ περισσότερον! ανέκραξεν ο Βινίκιος μετά παραφοράς. — Τότε δεν θα δυνηθής να φθάσης εκεί ειμή διά της λιμενικής οδού, διότι παρά το Αδεντίνον το πυρ θα σε έπνιγε . . . Μετά τινα δισταγμόν, ταπεινώσας την φωνήν, ο Ιουλιανός εξηκολούθησεν: — Ηξεύρω ότι δεν θα με προδώσης· θα σου είπω λοιπόν ότι δεν είναι πυρκαϊά συνήθης. Δεν άφησαν να δοθή βοήθεια εις τον Κίρκον.

Τη βοηθεία δε των στρατευμάτων, τα οποία ήσαν επί των πλοίων, παρεσκευάζοντο να κυριεύσουν την Έρεσον, μεταχειριζόμενοι εις τούτο μηχανάς πολεμικάς και πάντα τα δυνατά μέσα. Προσορμισθέντες εις τον εν Καρτερίοις της Φωκαϊδος λιμένα και προγευματίσαντες εκεί παρέπλευσαν την Κυμαίαν και εδείπνησαν εις τας Αργινούσας της ηπείρου απέναντι της Μυτιλήνης.

Τη βοηθεία της δυνατής βάρκας του μπάρμπα- Στεφανή και της μικράς φελούκας του Λημνίου κυβερνήτου, τόσοι βραχίονες συμπονήσαντες, δεν εβράδυναν να ξεκαθίσωσιν από την άμμον το γολεττί, το οποίον δεν είχε πάθει τίποτε, αλλ' εφαίνετο ως μαλακώς πλαγιασμένον και αναπαυομένον κατόπιν πολλών κόπων.

Θα σου γνωρίζωμεν όμως χάριν, εάν τον βοηθήσης. Σωκράτης. Το παραδέχομαι, καλέ Θεόδωρε. Πρόσεξε λοιπόν να ιδής ποίου είδους είναι η βοήθειά μου. Διότι χειρότερα ακόμη από τα προηγούμενα είναι δυνατόν να παραδεχθή κανείς, εάν δεν προσέχη εις τας λέξεις με τας οποίας συνήθως λέγομεν, ότι μένομεν ή δεν μένομεν σύμφωνοι. Θέλεις εις εσέ να ειπώ το πώς, ή εις τον Θεαίτητον; Θεόδωρος.