Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Προχωρήσαντες εφθάσαμεν μετ' ολίγον εις το δικαστήριον του Μίνωος, τον οποίον ευρήκαμεν να κάθηται επί θρόνου υψηλού, εκατέρωθεν δε αυτού εστέκοντο αι Ποιναί, αι Εριννύες και οι εκδικηταί Δαίμονες.
Ο δε ευσεβής ερημίτης, βλέπων αυτήν μεγάλοις βήμασιν απομακρυνομένην, κατέγραψεν εις το ημερολόγιον ότι διά των παρακλήσεων αυτού τα επισκιάζοντα το ερημητήριόν του δένδρα απέκτησαν την ιδιότητά του να εμπνέωσιν ακράτητον προς τον μοναστικόν βίον ορμήν εις πάντα από την σκιάν αυτών αναπαυόμενον.
Τα Δαιμόνια εν τω Σαικσπειρείω δράματι εκπροσωπούσι τον πειρασμόν, εις τον οποίον ναι μεν υποκύπτει ο αφρόνως προσηλών επ' αυτού τον οφθαλμόν, αλλ' ουχί και ο έχων την γνώσιν ν' αποστρέψη το πρόσωπον.
Και την περιφρονητικήν ταύτην ιδέαν εσχημάτισαν, υποθέτω, διότι οι κατάσκοποι των ανήγγελλον αλλόκοτα περί του στρατεύματος αυτού, ως λόγου χάριν ότι η φάλαγξ και οι λόχοι αυτού απετελούντο από γυναίκας παράφρονας και μαινομένας, στεφανωμένας με κισσόν, ενδεδυμένας με δέρματα νεαρών ελάφων και ωπλισμένας με μικρά δόρατα χωρίς σιδηράν αιχμήν, από κισσόν κατεσκευασμένα και αυτά, και μικράς ασπίδας ελαφράς αι οποίαι εβόμβουν και μόνον αν τας έψαυε κανείς, — διότι ως ασπίδας εξελάμβανον τα τύμπανα. — Ηκολούθουν δε μόνον ολίγοι νέοι αγροίκοι και γυμνοί, οίτινες εχόρευον κόρδακα και είχον ουράς και κέρατα όπως τα μικρά ερίφια.
Είπα, και η θαυμαστή θεά μου απάντησεν αμέσως• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, εις το καράβι σου οδηγόν καθόλου μη ζητήσης• 505 άμα τεντώσης τα λευκά πανιά 'ς τ' ορθό κατάρτι, κάθου• φυσώντας ο Βορηάς θα σου οδηγά το πλοίο. αλλ' άμα τον Ωκεανό διαβής με το καράβι, άγριαν θα ιδής ακρογιαλιά, και της Περσεφονείας τα δάση, λεύκαις υψηλαίς, χασόκαρπες ιτέαις. 510 εις τον βαθύ Ωκεανό την πλώρη αυτού να στήσης, και συ 'ς του Άδη κίνησε τ' αραχνιασμένο δώμα, όπου ο Πυριφλεγέθοντας 'ς του Αχέροντα το κύμα, και ο Κώκυτος, 'που της Στυγός απόκομμ' είναι, ρέουν• πέτρ' είναι, όπου βαρύκτυπα τα δυο ποτάμια σμίγουν. 515 και ως φθάσης, ήρωα, κει σιμά 'ς το μέρος, 'που σου λέγω, λάκκο μιαν πήχη σκάψ' ευθύς του μάκρου και του πλάτου, και χύσε γύρω αυτού χοαίς όλων των πεθαμένων• και αφού βάλης μελίκρατο, γλυκό κρασί κατόπι, τρίτα νερό, και μ' άλευρα λευκά τα πασπαλίσης, 520 'ς ταις άδειαις κάραις των νεκρών εύχου θερμά, και τάξου δαμάλα στείρα διαλεκτή να σφάξης άμα φθάσης εις την Ιθάκη, και πυράν πολύδωρη να κάψης, και να προσφέρης χωριστόν αρνί του Τειρεσία, ΟΜΗΡΟΥ κατάμαυρο, 'που δεύτερο δεν θα 'χη το κοπάδι. 525 και άμα ικετεύσης τάνδοξα των πεθαμένων πλήθη, κριάρι σφάξε, ολόμαυρη κοντά του προβατίνα, και στρέψε τα 'ς το έρεβος• συ γύρε αλλού την όψι προς ταις ροαίς του ποταμού• και τότε αυτού θε να 'λθουν να σ' εύρουν αναρίθμηταις ψυχαίς απεθαμένων. 530 και κάμε τους συντρόφους σου να γδάρουν και να κάψουν τ' αρνιά ριμμένα, ως τα 'σφαξε το αλύπητο μαχαίρι, κ' έπειτα ευχαίς των δυο θεών ειπήτε, εις τον ανδρείον τον Άδη και εις την άσπονδην αντάμα Περσεφόνη. και συ το ξίφος γύμνωσε, κάθου και μην αφίνης 535 ταις άδειαις κάραις των νεκρών καθόλου να σιμώσουν 'ς το αίμα, πριν συμβουλευθής εσύ τον Τειρεσία. ο μάντης θα 'λθη ευθύς εκεί να σ' εύρη, ω πολεμάρχε• αυτός τον δρόμο θα σου ειπή, του ταξειδιού τα μέτρα, και πώς, το πέλαο σχίζοντας, θα φθάσης 'ς την πατρίδα». 540
Για τούτο, αν καλοπροσέξει κανείς και κείνες τις σελίδες του ακόμα, που φαίνονται σε πρώτο διάβασμα, καθαρά λογοτεχνικές, θα ιδεί πως κάτου κι από τις απαλότερες φράσες κουφοβράζει η ακράτητη ορμή του πολεμιστή. Η Εταιρία «Τύπος» τιμώντας τη μνήμη του ευγενικού αυτού πολεμιστή, θέλησε, να βγάλει το βιβλίο τούτο, ως μνημόσυνό του φιλολογικό, κι ανάθεσε τη σύνταξή του και τη φροντίδα του σε μένα.
Θαύμασε αυτή κ' εγύρισε 'ς το δώμα, ότι τον λόγον του τέκνου της τον φρόνιμον εδέχθη 'ς την καρδία. 355 και με ταις κόραις έφθασε 'ς τ' ανώγι, αυτού να κλαίη πικρά τον Οδυσσέα της, ως ότου γλυκόν ύπνο 'ς τα βλέφαρά της έχυσεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη.
Πλάττει αυλήν εξ αχρήστων ανθρώπων, στοιχείων φθοροποιών, το οποία τον περιστοινίζουσιν, παρασίτων, τα οποία αποζώσιν εξ αυτού παχυνόμενα επιβλαβώς, σηπόμενα, ζωύφια βλαβερά, ύδατα λιμνάζοντα, παράγοντα αναθυμιάσεις νοσηράς, πληθύνοντα την ακαθαρσίαν.
Καταβαίνοντες δε από τους ήρωας τούτους, απηρίθμησαν τους απογόνους των μέχρι του Περσέως, έπειτα προσέθηκαν. «Φθάσας ούτος εις την Αίγυπτον διά την αιτίαν την οποίαν αναφέρουσι και οι Έλληνες, διά να φέρη δηλαδή την κεφαλήν της Γοργούς εκ της Λιβύας, ήλθεν εις την πόλιν μας και μας ανεγνώρισεν όλους ως συγγενείς του· διότι πριν μεταβή εις την Αίγυπτον είχε μάθει παρά της μητρός του το όνομα του Χέμμιος, και κατά παραγγελίαν αυτού συνεστήσαμεν τον γυμνικόν αγώνα.»
απ' της μητρός του πρόωρα τα σπλάγχνα εχωρίσθη.& Το δε της τρίτης οπτασίας εστεμμένον βρέφος μετά δένδρου εις χείρας, παριστά τον Μάλκομ, όςτις επιστρέφων προς ανάκτησιν του βασιλείου του διατάσσει τους στρατιώτας αυτού να φέρωσι κλάδους εις χείρας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν