Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
— Τι σύγκριση! σκέφτηκε ο Αριστόδημος, έτοιμος να δακρύση. — Α! βέβαια, καμία σύγκριση· καμία βέβαια· βιάστηκε να προσθέση ο Περαχώρας. Μα είνε, βλέπετε, νέοι λαοί, όλως διόλου νέοι. Και το ξύπνημα του βρέφους είνε πολύ σημαντικώτερο από του γέρου το ψυχομάχημα. Κρίμα που δεν το καταλάβατε ακόμα! — Μπορεί· έκαμε ο Αριστόδημος χωρίς να διώξη από το μέτωπό του τη θλίψη.
Να μας θεωρήσετε λοιπόν κ' εμένα και τους άλλους εδώ ωσάν ιδικούς σας προσκαλεσμένους και να μας περιποιηθητε διά να σας επαινέσωμεν και ημείς. Και ημείς μεν, εξηκολούθησεν ο Αριστόδημος, ηρχίσαμεν να τρώγωμεν, αλλ' ο Σωκράτης δεν ήρχετο. Ο Αγάθων πολλάκις ηθέλησε να στείλη να τον καλέσουν, αλλ' εγώ δεν τον άφινα.
Θρυμματίζονταν θαρρείς από θλίψη και καϋμό που δεν τους άνοιγε. Μα ο Αριστόδημος έκαμε αηδίας και δυσπιστίας μορφασμό. Αυτό μας έλειπε! Ας τον χαίρετε τώρα η μαννούλα του. Πήγε βιαστικά και σφάλισε το παράθυρο του κήπου. Δεν ήθελε ν' ακούη φωνές. Τα γέλοια τον δυσαρεστούσαν η χαρά τον επείραξε. Πίστευε πως ο έξω κόσμος δεν κάνει άλλο παρά να ξελογιάζη τον άνθρωπο.
Ο Αριστόδημος δεν κινήθηκε από τη θέση του. Είχε μιαν ευαισθησία παράξενη. Όταν άκουε τους σοφούς να θαυμάζουνε τα βιβλία των προγόνων του, γινότανε σαν ζύμη. Κάθε λόγος τους, λες και ήτανε μορφίνη, του σκότιζε το λογικό, του σκλάβωνε τη θέληση. Ήθελε κ' εκείνος να παρακαλέση, ήταν ανυπόμονος ν' ακούση το νέο θησαυρό που ανακάλυψε ο καθηγητής. Μα δεν είχε δύναμη να βγάλη άχνα.
Αύριο — μεθαύριο θα τα σκορπίση η πείνα μέσα στο χωριό· θα τρέξουν απ' αυλή σ' αυλή κι απ' αχεριώνα σ' αχεριώνα για κάνα ψίχουλο. Και τότε; Κλαίγε τα τότε. Άλλα θα πάνε απ' τα πετροβολήματα των παιδιών κι άλλα απ' το λεπίδι καμιάς χωριάτισσας! Να το κακό που γίνεται στο σπίτι σα λείψη η νοικοκυρά!... — Έτσι σβύνει το νοικοκυριό· σκέφτηκε ο Αριστόδημος με πίκρα.
Αλλ' εάν οι προ ημών αναπτύξουν καλώς και ικανώς το θέμα, θ' αρκεσθώμεν εις τους λόγους αυτών. Εμπρός λοιπόν, ας αρχίση αισίως ο Φαίδρος εγκωμιάζων τον Έρωτα. Εις αυτά και όλοι οι άλλοι εσυμφώνησαν με τον Σωκράτη. Να σας ειπώ τόρα όλα όσα καθένας είπε, δεν είναι δυνατόν, διότι ούτε ο Αριστόδημος τα ενθυμείτο καλά, ούτ' εγώ εκράτησα εις τον νουν μου όλα όσα εκείνος μου διηγήθη.
Δίχως τη γλώσσα δεν είστε τίποτα· είστε ένα άτομο όπως και κάθε άλλο. — Μα αφού έχω τ' όνομά τους! είπε ο Αριστόδημος με θλίψη. Αφού ζω στο χώμα τους! — Ζήτε στο χώμα τους; έχετε τ' όνομά τους; τον ρώτησε ο Περαχώρας με χαμόγελο. Και πόσοι δεν πέρασαν απ' αυτό το χώμα; Να ο Χαγάνος· ζη αιώνες εδώ πέρα· είνε λοιπόν κ' εκείνος Ευμορφόπουλος; Α, να ήμουν στη θέση σας! να ήμουν στη θέση σας!...
Η Ελπίδα ξαφνίστηκε σα να της έδωκαν μαχαιριά. Την έγγιξε εκεί που την πόναγε. Το σπίτι της ήξερε τι άξιζε· και το σπίτι και το κλήμα της. Κι αν τάκανε θυσία, τάκανε μόνον για να βαστάξη ψηλά τόνομα της γενιάς του· της γενιάς εκεινού και τη δική της. Ο Αριστόδημος είνε σημερνός μα η γενιά είν' αιώνια. Αύριο θ' αλλάξουν τα πρόσωπα· θ' αλλάξουν και τα μυαλά μαζί. Τώλπιζε τουλάχιστον.
Μα όπως σας είπα, εμείς δεν έχουμε καμμιά σχέση μαζί της. Για τούτο τάχω με τον αδερφό μου, που θέλει σώνει και καλά να την κουβαλήση στο σπίτι μας. Δε θα το καταφέρη όμως, να είστε βέβαιοι. Όσο ζω εγώ, δε θα το καταφέρη.... Ο Αριστόδημος συντρόφευε τα λόγια του με φοβερές χερονομίες και με μορφασμούς σιχασιάς. Μα έλεγε μισή την αλήθεια.
Ρώτα ό,τι θες και θα σ' αποκριθώ. — Ήθελα να μάθω, είπε ο Δημητράκης με δισταγμό· αυτά όλα που κέντησες... — Σε τι βιβλίο τα διάβασες; — Σε βιβλίο! του είπε η κόρη σκάζοντας τα γέλοια. Μα δεν έχεις άδικο. Ο Αριστόδημος θαρρεί πως στο βιβλίο βρίσκονται όλα τα πράματα. — Ναι· έτσι μ' έμαθε. — Μπορεί νάχη δίκιο. Μα εγώ δεν τα διάβασα σε βιβλίο· δεν ξέρω γράμματα. — Δεν ξέρεις γράμματα!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν