Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Η Μαριώ του Καπετάν Τραχήλη την αρραβώνιασε με τον γιο της τον προστάτη σου. Έπειτα μάθε και τη δική μου συμβουλή. Μην απλώνεις το χέρι σου εκεί που δεν φτάνεις. Τι έχεις να κάμης εσύ με το κορίτσι του καπετάν Πανώργιου; Εκείνο είνε καραβοκυροπούλα και δεν μπορεί παρά να πάρη καραβοκύρη». — Τ' ακούς! μου λέγει· δεν είνε ψέμα ε; — Όχι βέβαια· δεν είνε ψέμα, του απάντησα ήσυχος.
— Τώρα ας μας πιάσουν! ανέκραξεν ευθύμως το Λιαλιώ. Μου φαίνεται πως είνε μακρύτερα από μας. — Ω! βέβαια· πολύ μακρύτερα. Μα έχουν πολλά κουπιά. — Κ' ημείς έχομε μεγάλη δύναμι! Κ' εδιπλασίασε την ζέσιν της εις την κωπηλασίαν.
ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Αφού μάλιστα πάρης κανένα ύπνο, αλλ' έως τότε φοβούμαι ότι δεν θα στέκης καλά. ΛΕΠΙΔΟΣ. Ναι, βέβαια· ήκουσα ότι αι Πυραμίδες των Πτολεμαίων είναι πολύ ωραία πράγματα· αναντιρρήτως το ήκουσα. Μίαν λέξιν, Πομπήιε. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Ειπέ μου σιγά· τι τρέχει; Σήκω, σε παρακαλώ, στρατηγέ· άκουσε να σου 'πώ μίαν λέξιν. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Περίμενε ολίγον. — Πίνω εις υγείαν του Λεπίδου.
— Λες κ' ήτανε κι' αυτό μαζί μου βουλιαγμένο μέσα εις τον βούρκον, πατέρα μου! Και αποτεινόμενος προς τον ιερέα ερωτά: — Και έχουν αληθινά δύναμιν τα μάγια; — Έχουν βέβαια· αλλά μόνον εις τους αμαρτωλούς πιάνουν!
Έναν καιρόν οι Αχαιοί όλοι θα 'πιθυμήσουν Τον Αχιλλέα βέβαια· κ' εσύ καταθλιμμένος, Δεν θα 'μπορέσεις τίποτε αυτούς να ωφελήσης, Οπόταν απ' τον Έκτορα τον ανδρειοφόνον πέφτουν 'Παιθαίνοντας· μον την καρδιάν μέσα σου θα ξεσχίσης Πικρά· γιατί δεν τίμησες των Αχαιών τον πρώτον.
Μα ξεσπά στο δράμα και δείχνεται με όλη της τη σημασία η χαρακτηριστική τούτη θέληση στην τέταρτη πράξη, στο Συναπάντημα, ύστερ' από χρόνια, της γυναίκας με τον άντρα. Βέβαια· κι άλλη γυναίκα με κάποιαν απόφαση θα μπορούσε να τον αφήση τον άντρα της, μα μόνο δραματική ηρωίδα θα φερνόταν προς εκείνον καθώς του φέρθηκε στο τέλος η Μαρία.
Οπόταν εζούσα εις την Δαμασκόν εν ταις τρυφαίς, ελόγιαζα ποτέ πως θέλω έλθει εις δυστυχίαν; και ερχόμενος εδώ εις Καρακορτάμ ημπορούσα ποτέ να ελπίσω να γένω εκείνος που είμαι; όχι βέβαια· όλες οι ευτυχίες μας και οι δυστυχίες μας κρέμονται από θέλησιν ανωτέραν. Ας ζήσωμεν το λοιπόν κατά πως μας αρέσει, και ας αναμένωμεν τα της τύχης, που δεν ημπορούμεν να αποφύγωμεν.
— Να, θέλω ένα χρώμα για το βάθρο της Δόξας μου· τόσον καιρό παιδεύουμαι κι ακόμα να το βρω. — Πού ξέρω γω, η φτωχή, από τέτοια. — Μ... βέβαια· πού να ξέρης εσύ από τέτοια! είπε με λύπηση. Έπειτα κυττάζοντας το πρόστυχο πλέξιμό της επρόσθεσε ξαναβρίσκοντας την όρεξη του· — Δουλειά, βλέπω, δουλειά! έτσ' είσαστ' εσείς οι προκομμένοι! ... — Τι να κάνουμε· είπ' εκείνη χαμογελώντας πονηρά.
— Πώς δεν το ξέρω! απήντησεν εν πεποιθήσει ο αγρότης· το ξέρω βέβαια· μα δεν είνε να ζυγώση άνθρωπος εκεί κοντά· θα τον ρουφήξη χωρίς άλλο το μάτι· κι' από μακρυά ακόμα, ειμπορεί να τον τραβήξη, αν δεν φυλαχτή. Εμείς το ξέρουμε, κι' όταν ψάχνουμε για χέλια μες το βούρκο, φυλαγόμαστε και δεν σιμώνουμε καθόλου σ' εκείνο το μέρος. Ο πραγματευτής εταπείνωσεν άπελπις την κεφαλήν.
— Τι σύγκριση! σκέφτηκε ο Αριστόδημος, έτοιμος να δακρύση. — Α! βέβαια, καμία σύγκριση· καμία βέβαια· βιάστηκε να προσθέση ο Περαχώρας. Μα είνε, βλέπετε, νέοι λαοί, όλως διόλου νέοι. Και το ξύπνημα του βρέφους είνε πολύ σημαντικώτερο από του γέρου το ψυχομάχημα. Κρίμα που δεν το καταλάβατε ακόμα! — Μπορεί· έκαμε ο Αριστόδημος χωρίς να διώξη από το μέτωπό του τη θλίψη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν