Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Εκείνες πάλε οι διο γυρνούν στου Δία τα παλάτια, η σώστρα η κόρη του Διός κι' η κρουσταλλόκορφη Ήρα, μιας κι' ο αχόρταγος θεός παράτησε τους φόνους. Κι' έμειναν μόνοι οι Δαναοί να πολεμάν κι' οι Τρώες· κι' ώρα ξανάσμιγαν δεξά ώρα ζερβά στον κάμπο, κι' έρηχναν ένας τ' αλλουνού τα φράξινα κοντάρια ανάμεσα απ' τα ρέματα του Ξάνθου και Σιμόη.

Την πίστι των Θεών ότι παράτησε και τώρα στης μαγείες δόθηκε, όπου οι δούλοι πιστεύουν, οι τρελλοί, οι αρρωστιάρηδες κι' οι μούλοι. ΤΡΟΦΙΜΟΣ. Βδομάδες έχει στο παλάτι να πατήση. Έγινε λένε, Χριστιανός. Να σε πολυχρονήση δεν παρουσιαζόταν στης θυσίες όταν έλειπες. Μαζί του πήρε και σέρνει και τον Νέστορα. Αλλοί του! Θε να τον κάψω ζωντανό, τ' ορκίζομαι!

Παράτησε τόρα τα κουπιά ο ψαράς, ο γέρος μου· εφούνταρε το σίδερο στανοιχτά. Αρμάτωσε πρώτα την εδική μου καθετή· τη δόλωσε και μου την έδοσε. Αρμάτωσε και τη δική του τόρα, τη δόλωσε κι αφτή. Στα παγκάρι αφτός γερμένος, πίσωθε καθισμένος εγώ, τις εβουλιάξαμε από την κουπαστή κ' εψαρέβαμε. Εδιάβαζα εγώ και το βιβλίο του φίλου μας.

Και τέλος του πήρε τα λουλούδια και τα έβαλε σ' ένα μικρό πράσινο ανθογυάλι, τα έσιαξε και τα έδειξε του Σβεν, τι ωραία που λάμπανε στον ήλιο. Τότε παράτησε κι ο μπαμπάς κάθε ιδέα τιμωρίας, πήγε στο γραφείο του κ' ένοιωθε πόσο είναι περιττός.

Έλεγε πως τη γελούνε. «Βρε παιδί μου, κάθεσαι και χάνεσαι για έναν άνθρωπο που σε παράτησε και πήγε και παντρεύτηκε στα ξένα; Δεν ήταν άνθρωπος για σένα. Γαμπροί άλλο τίποτε. Θα βρης άλλον καλύτερο, όπως σου αξίζει». Αυτή τίποτε. «Ο Γιαννιός μου πνίγηκε. Τον πήρε η θάλασσα απ' την κουβέρτα. Τα κοκκαλάκια του στην αμμουδιά τα δέρνει η θάλασσα. Θα πάω να τονέ βρω». Σημαδιακά λόγια.

Ούτε παράτησε τη συνήθειά του να δηλητηριάζη κι αναφέρονται δύο περιστατικά, όπου προσπάθησε να ξεκάμη ανθρώπους, που τον είχανε βρίσει. Αλλά το χέρι του φαίνεται πως είχε χάσει τη μαστοριά του.

Θα σ' έχω ίδιαν αδελφήν αγαπητήν στης Αιωνίας ζωής τον κήπο, χέρι με χέρι θα περπατάμε, κάτασπρο περιστεριώνε ταίρι. Ανάβω. . . Άφησέ με!. . . από το κορμί μου φλόγες βγάνω. . . κάτω τα χέρια. . . παράτησέ με. . . σφάξε με, ν' αποθάνω θέλω. Σαν αδερφή σου δεν μπορώ να ζήσω. Γυμνό θέλω να σε χαρώ, νυχτιές ερωτικές μαζύ σου ν' αγρυπνήσω!

Μετά τριών ωρών αδιάκοπον συνομιλίαν κατώρθωσεν ώστε η εξαδέλφη παράτησε την εργασίαν, προς ζημίαν πρόσκαιρον του υστεροτόκου υιού της, ητοιμάσθη, και εξήλθον οι δύο ομού της οικίας της, εκείνη μεν διά να συνδιαλεχθή μετά του Κ. Μητροφάνους, ο δε Λιάκος προς ανεύρεσιν του Κ. Πλατέα. Ο πτωχός καθηγητής επερίμενε τον σωτήρα του εναγωνίως.

Πώς μπορούσε να είνε πρόστυχη και τιποτένια τέτοια λυγερή; Πήγε και ξαναπήγε στο σπίτι της. Την άκουσε να τραγουδή και μαγεύτηκε. Την είδε να υφαίνη, να μασουρίζη, να κεντά και τη θαύμασε. Λίγο λίγο άφησε τα παιγνίδια, παράτησε και τους συντρόφους του. Έκαμε συντροφιά την Ελπίδα. Έπειτ' από τη μάννα του πρώτη του έγνοια ήταν εκείνη.

Άρχισε από Ταμίας ο Τύφος· γλήγορα όμως τον έκαμαν και τα παράτησε όσα δεν έκλεψε, και τότε πήγε με το κόμμα του Γαϊνά και μ' αυτό και μάλλα συστατικά, που ένα τους δε γίνεται να σωπαστή. Τόσο ακόλαστος κι αδιάντροπος είτανε, λέει, που το είχε μεγάλο καμάρι να ρουχαλίζη επιταυτού έξυπνος όντας, και να προστατεύη κι όσους είχαν το θάρρος να ρουχαλίζουνε με τον ίδιον τρόπο κι αυτοί.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν