Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Πουλάκια, μικρά, τόσο μικρά, που να τα κλείση ένας στην παλάμη του, έχυναν τη χαρμόσυνη, μελωδική φωνούλα τους, τρέχοντας εναέρια από δέντρο σε δέντρο και από θάμνο, σε πέτρα, με το κυματιστό, χαριτωμένο πέταμά τους· αρνάκια σγουρόμαλλα, σωριασμένα στον απότοιχο χωραφιού, αναμασσούσαν την τροφή τους αμέριμνα.
Μα εσύ μου εγλύτωσες με την έγνοια των θεών για νάχουμε περισσότερους γεροκόμους. Μήτε λοιπόν εσύ να μου φυλάξης ποτέ πάθος για το πέταμα, επειδή δεν το αποφάσισα θέλοντας, μήτε κ' εσύ Άστυλε να λυπηθής, ότι θα πάρης ένα μερίδιο αντί για όλη την περιουσία. Μα ν' αγαπάτε ο ένας τον άλλο κι όσο για πλούτη και με βασιλιάδες παραβγαίνετε.
Τα χείλια της ήσαν σιμά στα δικά του. Ανάμεσα στα δυο χείλια ένα φιλί πετούσε σα λευκή πεταλούδα που ζητούσε ένα κόκκινο άνθος να ξεκουρασθή. Μ' ένα τρεμουλιαστό πέταμα κάθισε πρώτα στα χείλια της κοπέλλας. Κ' ύστερα κάθισε στα χείλια τα δικά του. Η πεταλούδα πετούσε τρελλή από το ένα λουλούδι στο άλλο. Και δεν ακούσθηκε κανένας ήχος φιλιού στον αέρα, γιατί το φως του φεγγαριού ήπιε το φιλί τους.
Του φαινόταν όμως πως το σώμα του ήταν ένας άδειος σάκος που τον έδερνε ο άνεμος, σχισμένος, βρώμικος, για πέταμα στα κουρέλια. Και οι σύντροφοί του δεν ήταν καλύτεροι από αυτόν. Περπατούσαν, περπατούσαν, χωρίς να ξέρουν πού πηγαίνουν, χωρίς να ξέρουν το γιατί.
Εγώ ήμουν το τ ρ ε λ λ ο κ ό ρ ι τ σ ό σου. Πού μ' ελογάριαζες εμένα! Εν τούτοις όσα ποιήματα ήλθον εις της θείας, όλα τα ενθυμούμαι απ' έξω, όλα τα έχω φυλαγμένα. Όχι τάχα πως τα έπαιρνα κρυφά από την θείαν! Αλλ' αφού τα είχαν διά πέταμα, με άφινε να τα συνάζω, διά να κάμω εις τον πατέρα μου ένα δώρον, πολύ ευχάριστον δι' αυτόν, καθώς έλεγεν.
Τη σάτυρα του Ιουλιανού « Ο Μισοπώγων » δεν την έχουν κι όλως διόλου για πέταμα, καθώς μήτε το Συμπόσιο των Αυτοκρατόρων . Ο Ιουλιανός που δεν είχε αρκετό νου για να νοιώση την εποχή του, το νου που είχε δεν τον έδεναν τα δόγματα, και κάτι μας έφτειαξε. Μα και στον πέμτον αιώνα τα βρίσκουμε τα κλασσικά αυτά τα στοιχεία, κι ας είναι πιο ανάργια, πιο αδύνατα.
Και ετρυπούσαν τα δάκτυλα με την σακκορράφαν το παπούτσι της μαγείρισσας, το οποίον είχε σκάσει και έπρεπε να ραφθή. — Αυτή είναι πρόστυχη εργασία, έλεγεν η σακκορράφα. Δεν ημπορώ να τρυπήσω αυτό το δέρμα. Θα σπάσω ! Θα σπάσω ! Και τω όντι έσπασε. — Δεν το έλεγα; είπεν η σακκορράφα. Είμαι τόσον λεπτή. Τα δε δάκτυλα είπαν: — Χωρίς μύτην βελόνη δεν αξίζει. Είναι διά πέταμα.
Έχουμε τα κακά μας — δεν λέγω τ' όχι· επήραμε δρόμο στραβό σαν το κακοκυβερνημένο πλεούμενο· μα δεν είμαστε και για πέταμα. Και να είμαστε για πέταμα δεν θα χαθούμε. Θέλουμε δεν θέλουμε θα ζήσουμε. Θα ζήσουμε και θα θεριέψουμε και θα δοξασθούμε όπως και πρώτα.
Αυτό καρτερούσανε τα μάτια μου. Έφυγες και πήρες μαζί σου τις έγνοιες μου και τις λαχτάρες μου. Το Στρατή μαζί σου τον πήρες. Κι' απόμεινα ένα ξερό κουφάρι, μονάχος κι' απομόναχος. Ένα κουφάρι για πέταμα. Που ούτε να το πετάξης δεν αξίζει. Στοιχειό του στοιχειού. Αυτό καρτερούσανε τα μάτια μου. Ας μου τα κλείση τώρα ο Θεός... Έκλεισε τα μάτια του και δεν τάνοιξε πια.
Ο Ρωμιός φοβάται τον έπαινο — για τους άλλους εννοείται — μην ο ίδιος φανή μικρός — Δεν είναι όμορφο πράμα. Ας δροσίση λιγάκι κ' η καλοσύνη την καρδιά μας. Πρέπει να χαίρεται κανείς, άμα βρίσκει πως έχουν προτερήματα κ' οι άλλοι, που μπορεί να μας λείπουν εμάς. Βλέπω πως κι ο κ. Παράσχος όλο τα παλιά χρόνια δοξάζει. Βέβαια! Και τα παλιά χρόνια για πέταμα δεν είναι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν