United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατόπι βρέθηκα στρωμένος σε μέρος που με το φως ενός φαναριού με κοιτάζανε, με ψάχνανε, μ' έδεναν, κ' ύστερα ύστερα βυθίστηκα, και πια δεν έβλεπα τίποτις, δεν άκουγα τίποτις. Πρέπει ακόμα δυο λόγια να πω, πρι να κλείσω την ιστορία μου.

Κι' ο φιλόσοφος θαρρούσε πως ονειρεύεται... Και μέσα στόνειρό του καμάρωνε την παράξενη Πολιτεία, που ένας αμίλητος θεός την είχε πλάσει κάτω απ' το φως του φεγγαριού. Οι ευγενικοί ρυθμοί, τα ωραία κινήματα, οι πλαστικές ομορφάδες, έπλαθαν έτσι νέες μυστικές μελωδίες κ' έδεναν ασύγκριτα σε μια σιωπηλήν ορχήστρα τις πνευματικές αρμονίες της ζωής.

Τούτα εγλυκοκελάιδισαν• ποθούσα εγώ ν' ακούω, κ' ένευα με τα βλέφαρα των φίλων να με λύσουν, κ' εκείνοι έπεσαντα κουπιά και σφόδρα ελάμναν όλοι• ο Ευρύλοχος σηκώθηκεν ευθύς και ο Περιμήδης 195 και με δεσμά πλειότερα μ' εδέναν και μ' εσφίγγαν. και αφού ταις επροσπέρασαν, και αγάλι αγάλι εσβύσθη με των Σειρήνων την φωνή και το γλυκύ τραγούδι, το κερί τότε αφαίρεσαν οι αγαπητοί μου φίλοι, οπού τους άλειψα τ' αυτιά, και απ' τα δεσμά μ' ελύσαν. 200

Πέρασ' εκείνος ο καιρός, που έχαιρες τιμή, και έδεναν λουκάνικα 'στων σκύλων την ουρά· τώρα σοφία μπόλικη πουλειέται σαν ψωμί και μέσα 'στο μπακάλικο του Παναγιωταρά. Και 'στο καπέλο το 'ψηλό, καθώς και 'στο καστόρι σοφία κρύβεται βαθειά, του Εριγδούπου κόρη.

Έπειτα τους ηρώτησα τι έκαμναν εκεί και μου απεκρίθησαν ότι αυτοί ήσαν Σεήζηδες του βασιλέως εκείνου του νησιού και διά προσταγής του βασιλέως ήρχοντο μίαν φοράν τον χρόνον εις τέτοιον καιρόν με τες φοράδες του βασιλέως και τες έδεναν εκεί από μίαν, ως είδα και εκρύβοντο, και έβγαινε από την θάλασσαν ένα θαλάσσιον άλογον και πηδούσε την φοράδαν και εγγαστρώνετο.

Τη σάτυρα του Ιουλιανού « Ο Μισοπώγων » δεν την έχουν κι όλως διόλου για πέταμα, καθώς μήτε το Συμπόσιο των Αυτοκρατόρων . Ο Ιουλιανός που δεν είχε αρκετό νου για να νοιώση την εποχή του, το νου που είχε δεν τον έδεναν τα δόγματα, και κάτι μας έφτειαξε. Μα και στον πέμτον αιώνα τα βρίσκουμε τα κλασσικά αυτά τα στοιχεία, κι ας είναι πιο ανάργια, πιο αδύνατα.

Και φιλενάδα του πιστή εχτέςτη Χαλκομμάτα Τώστρωσε δάφναις να διαβή... Αν έσφιγγε τα φρύδιατο θέλημά του η Αρβανιτιά με τρόμο επροσκυνούσε Κρατείτα χέρια του σφιχτά δεμένο το λειοντάρι. Που τούχε φράξη τα Θερμιά... Γιατί, γιατί θα νάναι Πάντοτε ίσκιος κι' όχι φως;.... Μ' αυτούς που πολεμούσε Γνωρίζει ότι τον έδεναν, παληαίς αδερφοσύναις.