Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025


Θαρρείς πως δεν είνε χίλιες βολές καλλίτερα στα όρη παρά στο χωριό; Αγρίμια μου λες εμένα; Είδες ποτέ σου αγρίμια; — Όι, δεν είδα. — Αι, καλλίτερα 'νε ταγρίμια από πολλούς ανθρώπους σαν τον Τερερέ, σαν ... Παρ' ολίγον να προσθέση «και σαν τον κύρη σου και τον αδερφό σου». — Ταγρίμια, εξηκολούθησε με πικρίαν, δεν παρανομιάζουνε τσ' ανθρώπους και δεν πειράζουν εκείνους που δεν τα πειράζουνε.

Σ' έχε και σύντροφο μαζύ και κύρη. Όχι, δεν θέλω, Καίσαρ, να τον σφάξης, δώρο τη συχώρεσί του πρέπει να μου τάξης. ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Έπειτα είνε και πολύ ωραίος. Σένα τα μάτια σου σαν τον κυττάζεις, ολοένα γιομίζουν αστραπές. ΕΥΝΙΚΗ Το ξέρω πως μας ζουλεύεις και τους δυο μας, γέρο. ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Γέρος εγώ; ΕΥΝΙΚΗ. Σαν το παιδί σου δεν είσαι βέβαια. Ντροπή σου από τη ζήλεια σου για τα δροσάτα νειάτα του

Τέτοιον καιρό είχαμε ως τον Καβομαλιά· με τέτοιον καιρό επεράσαμε τον ΚαβομαλιάΣωστό ημερολόγιο. Ο καπετάν Δρακόσπιλος τα μάτια του τέσσερα. Το είχεν απόφασι. Ή να γυρίση πίσω το καράβι στον κύρη του ή να μη γυρίση ούτε αυτός. Απόφασι και μαζί πείσμα. Πείσμα ν' αλλάξη την τύχη του. Αρκετά τον επαίδεψε, τον εντρόπιασε, τον έδεσε στο μαρτύριο. Τόρα θα την παιδέψη, θα την ντροπιάση κ' εκείνος.

Μα και γι’ αυτόν που λες βρίσκεται τον Αρκάδα ένας με δίχως πολλά λόγια, μα που βλέπει να δουλεύη το χέρι του, ο Άκτορας, τ’ άλλου που ’παμε πρι αδερφός, και που δε θεν’ αφήση μια γλώσσα δίχως φράκτες πλημμυρώντας έξω από τις πύλες να πληθύνη τα δεινά μας, κι ουδέ στα κάστρα μέσα να περάσ’ η εικόνα του μισητού θεριού πόχ’ η εχθρικιά η ασπίδα° μα ’π’ όξω , με τον κύρη της θα ’χη να κάμη όταν θα τρώη πυκνές κρουξιές κατ’ απ’ την πόλη.

Ό,τι την μέρα χτίζεται χαλά την νύχτα, κόρη. Κι' αν μέσ' 'ς το χρόνο δεν στηθή ακέρηο το γεφύρι, Πάρε μου το κεφάλι εσύ, και σύρ' το εσύ του κύρη Να πλερωθή το τάμμα του. Κ' έκλαιε το παλληκάρι Έκλαιε σιμά κ' η αγάπη του. Μιαν νύχτα με φεγγάρι, Τ' αστέρι του μεσονυχτιού το λαμπερό όταν σκάζη, Το πατρικό το κάστρο της η κόρη το απαριάζει Και πάειτον Ασπροπόταμο.

Σα να ήτονε θεριό ο δάσκαλος να τρώη ανθρώπους. Κεγώ που τώχω χαρά μεγάλη πως θα γενής καλός άντρας, σαν τον κύρη σου, και θάσαι πρώτος στον πόλεμο, σαν το παπού σου! Η ντροπή, να πούνε πως είσαι φοβητσάρης, γυιέ μου! Όλοι είχαν ταραχθή εκ του επεισοδίου εκείνου, υπέρ πάντας δε ο Μουστοβασίλης. Δεν ήσαν καλά σημάδια αυτά και πολύ εφοβείτο διά το παιδί του και το σπίτι του εν γένει.

Τότε αφτά τα σήκωσε από χάμου, και στους οχτρούς γυρίζοντας φωνάζει με περφάνια 500 «Πέστε από μένα, Τρώιδες, στη μάννα και στον κύρη του Βιλιονιά ν' αρχίσουνε τα μοιρολόγια σπίτι· γιατί κι' εκείνη, η λυγερή γυναίκα του Προμάχου, δε θα δεχτεί τον άντρα της χαρούμενη όταν τέλος ξανά απ' την Τρία γυρίσουμε στην ποθητή πατρίδα505

Αγαπάς τον εδά το μπάρμπα Νικολή; — Εγώ πάντα μου σαγάπουνα σαν και τον κύρη μου, μπάρμπα Νικολή, είπεν η Πηγή και εκινήθη να του φιλήση το χέρι· αλλ' ο Σαϊτονικολής την ημπόδισεν. Έπειτα αλλάξας τόνον, της είπε: — Και για πε μου, Πηγιό, παιδί μου, ο Μανώλης μου πώς σου φαίνεται; — Πώς να μου φαίνεται; απήντησε κοκκινίζουσα και χαμηλώνουσα το βλέμμα. Καλός.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν