United States or Nauru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Ζακχαίος Τον είδε καθώς επλησίαζε, και πόσον πρέπει να έπαλεν η καρδία του εκ χαράς και ευγνωμοσύνης, όταν ο Μέγας Προφήτης, ο ωμολογημένος Μεσσίας του έθνους του, εστάθη υπό το δένδρον, ανέβλεψε, και καλέσας αυτόν ονομαστί, είπε: «Ζακχαίε, κατάβηθι· σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι». Ο Ζακχαίος έμελλεν ου μόνον να Τον ίδη, αλλ' εκείνος ήθελε να έλθη και να δειπνήση μετ' αυτού, και να μείνη παρ' αυτώ· ο ένδοξος Μεσσίας ξένος του μισητού τελώνου!

Αλλά εις την ψυχολογικήν αυτήν έρευναν απαιτείται ψυχική γαλήνη οποίαν ο Αμλέτος αισθάνεται ότι δεν δύναται να έχη απέναντι του μισητού Κλαυδίου· διά τούτο προσλαμβάνει βοηθόν τον ακριβόν του φίλον, του οποίου γνωρίζει την μετριοπάθειαν, οπού τον κατέστησεν αδιάφορον τόσον εις την εύνοιαν όσον και εις την έχθραν της Τύχης.

τα μέγαρά μου τους γονείς να μου περιποιήσαι 'σαν τώρα και καλήτερα, όσ' είμ' εγώτα ξένα• και όταν ιδής το πρόσωπο του υιού μας να γενειάση, τότ' άφησε το σπίτι σου και άνδρ' όποιον θέλης πάρε. 270 εκείνος τούτα μου 'λεγε, και όλα θα γείνουν τώρα• θα 'λθη ποτέ του μισητού γάμουεμένα η νύκτα, την έρμη, οπού μ' αφαίρεσε κάθε χαράν ο Δίας. και πάλιν άλλος την καρδιά φρικτός μου θλίβει πόνος• ως τώρα δεν ήταν αυτός ο τρόπος των μνηστήρων. 275 οπόταν νέαν ευγενή πατρός πλουσίου κόρη θέλουν, και συνερίζονται ποιος να την πάρη νύμφη, βώδια και αρνία διαλεκτά δικά τους φέρουν, γεύμα της κόρης εις τους συγγενείς, και δίδουν λαμπρά δώρα• όχ', οι μνηστήρες χάρισμα το ξένο βιο δεν τρώγουν». 280

Μα και γι’ αυτόν που λες βρίσκεται τον Αρκάδα ένας με δίχως πολλά λόγια, μα που βλέπει να δουλεύη το χέρι του, ο Άκτορας, τ’ άλλου που ’παμε πρι αδερφός, και που δε θεν’ αφήση μια γλώσσα δίχως φράκτες πλημμυρώντας έξω από τις πύλες να πληθύνη τα δεινά μας, κι ουδέ στα κάστρα μέσα να περάσ’ η εικόνα του μισητού θεριού πόχ’ η εχθρικιά η ασπίδα° μα ’π’ όξω , με τον κύρη της θα ’χη να κάμη όταν θα τρώη πυκνές κρουξιές κατ’ απ’ την πόλη.

αυτήν να επιστρέψω; Να 'μου ειπής καλλίτερα ο σκλάβος και το κτήνος αυτού εδώ του δούλου της του μισητού να γίνω! ΓΟΝΕΡ. Κάμ' όπως θέλεις. ΛΗΡ Κόρη μου, μη με αποτρελλαίνεις. Εγώ, παιδί μου, πείραξιν δεν θέλω να σου δώσω! Ώρα καλή! Άλλην φοράν δεν θα ανταμωθούμεν ούτε ποτέ θα ξαναδεί ο ένας μας τον άλλον.