Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Το πράσινο χορτάρι, οι τριανταφυλλιές κ' οι μηλιές, το πουλί που πηδά και κάμνει σκαλοπάτι το κλαδί, ο ήλιος και το καλοκαίρι, αφτά μου αρέσουν κι αφτά ξέρω τώρα. Αφτά μου έμαθαν τι είναι η ζωή· αφτά είναι η ζωή· η ζωή μου είταν αφτά. Μου θυμίζουν τα παλιά τα χρόνια και για τούτο ταγαπώ. Αφτά μου απόμειναν κι άλλο τίποτις δεν έχω. Σα νάδειασε ο κόσμος με μιας.

Κιως Αγάς ήτον απόλυτος κύριος της ζωής και των περιουσιών των ραγιάδων, μάλιστα τα χρόνια κείνα της γιανιτσαρικής αναρχίας, που και κατώτεροι Τούρκοι έδερναν και σκότωναν Ρωμιούς, χωρίς να δίδουν ή να χρωστούν λογαριασμόν σε κανένα. Ο Μόχογλους δεν ήτο από τους χειρότερους Τούρκους. Είχε κάμει φοβερά πράμματα, αλλ' είχε και καλές στιγμές.

Ταξίδεψα κάποτε, — μας έλεγε ο Μήτρος, — με τη δασκάλα ενού χωριού. Ο δρόμος μας ήτον μακρινός, κ' είχαμε συντροφιά τον αγωγιάτη μας, δυο μεσόκοπους πεζούς κ' ένα νιοστεφανωμένο αντρόγυνο. Η δασκάλα τότε πρωτοπήγαινε στο χωριό, ύστερ' από τέσσερα πέντε χρόνια που μαθήτευε στα σχολειά του Κεστοράτη.

Είπαμε αλλού πως συνέβηκε και κάτι άλλο πολύ πιο σπουδαίο, και πως η Ελλάδα, στο Βυζάντιο κι από το Βυζάντιο, έμαθε τον εθνισμό της, έμαθε δηλαδή να είναι μια, έμαθε να είναι για πάντα ενωμένη, έμαθε να είναι σήμερις και βασίλειο ένα, πράμα που στην αρχαία την Ελλάδα θα είτανε πρωτάκουστο, που δε θα το καταλάβαινε τότες κανένας πώς μπορούσε άξαφνα ένα Νησί σαν την Κρήτη να γυρέβη ένωση, γιατί στα χρόνια τα παλιά θα γύρεβε να γίνη κράτος χωριστό, να πολεμήση κιόλας τις άλλες ελληνικές πολιτείες, για να δυναμώση αφτό.

Ενώ η Κώσταινα βρίσκονταν μοναχή της, με τες σκέψες της και με όσα της θύμιζαν τα σαράντα χρόνια του ζωντανού ξεχωρισμού, κι' η λειτουργιά είταν στο «&εξαιρέτωςανοίγει απ' έξω η θύρα της εκκλησιάς και μπαίνει μέσα με βαρυά πατήματα άνθρωπος ψήλος και δασύς, ηλικίας πενήντα χρονών και παραπάνω, με φορέματα ξενιτεμένου, κι' από τη θύρα πώμενε πίσω του μισογυρισμένη μπήκε και το φως της ημέρας, που άρχισε να ξανοίγη, κι' ακούστηκε το λάλημα του κυπριού «τριγκ... τριγκ... τριγκκκκ».

Δεν πολυχρειάζονται για τον καθαυτό σκοπό του βιβλίου, ώστε το παραλείπουμε κι αυτό το κεφάλαιο. Δεν ξέρω πόσα χρόνια, και πόσοι μήνες πέρασαν από τότες που με πρωτοπήρε η μάννα μου στο Σκολειό. Πρέπει να είμουνα στα δώδεκα τώρα. Πρέπει να κόντευε χρόνος που δεν ήρχουνταν πια μήτε η Ελένη μήτε η Αννούλα. Δεν την έβλεπα πια τώρα κάθεμέρα την Ελένη.

Και μήτε στρατό είχανε μήτε δύναμη άλλη εξόν από τους φρουρούς του παλατιού, τους Σχολάριους, ανθρώπους όχι του πολέμου παρά για τα μάτια. Είταν τότες ο Βελισάριος τραβηγμένος από το θέατρο των πολέμων και ζούσε ιδιώτης ως δέκα χρόνια.

Εκείνα τα χρόνια ο πλουσιότερος και δυνατότερος μπέης των Βατίκων ήταν ο μπέης του Φαρακλού. Ο κάμπος κάτω ως την Πεζούλατη Νεάπολι να ειπούμεήταν δικός του. Το Καστράκι στο ρίζωμα εκείνος το ώριζε· Ακόμη και τα εικοσιτέσσερα μοναστήρια του Καβομαλιά επλήρωναν φόρο σ' εκείνον.

Ανυπομονούσα να πάρω στο χέρι μου το τουφέκι κέκανα όνειρα για τα κυνήγια που θάκανα. Μετά τρεις μέρες ανεβήκαμε στον Αμαλό. Ο Βασίλης ήτο μεγαλείτερός μου κάμποσα χρόνια, νέος πλέον τέλειος. Όταν την αυγή ήρθε και με πήρε, είδα ότι είχε μόνο ένα τουφέκι κεφοβήθηκα πως με γελούσαν. — Και το δικό μου τουφέκι πούνε; Δε μούπες πως θα μου δώσης ένα τουφέκι να τώχω μοναχικό;

Άμα τα χωριά προκόψουν, ούτε στην Αμερική θα πηγαίνουν οι χωριανοί για να πλουταίνουν, ούτε στις πολιτείες για να σπουδάσουν, ούτε στην Αθήνα για να βρίσκουν θέσες. Αυτό που κάνει η Βαμπακού στην Ελλάδα, επειδή έτυχε να έχει γνωστικούς χωριάτες που καταλαβαίνουν το συμφέρο τους, αυτό το ίδιο το κάνουν όλες στην Τουρκιά οι ελληνικές κοινότητες, από τα παλιά χρόνια.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν