Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Ο γέρος τράβηξε το τσιγάρο του, έβγαλ' ένα σύννεφο καπνό από το στόμα και τα ρουθούνια, κυττάζοντας με περιφρόνηση το παλιόπαιδο· το πανί άρχισε να παίζη, σε λίγο κρεμάστηκε σαν κουρέλι. Το Μπουζούκι και το Βιολί, που τους έλειψε το ακουμπιστήρι, ξυπνήσανε μαχμουρλήδες. Το αεράκι ξεψύχησε ολότελα. Ο γέρος κύτταξε ολόγυρά του και κάτι μουρμούρισε μέσα του.
Όταν θυμούμαι τον καιρό αυτό κι όλα όσα γίναν έπειτα, ξαφνίζουμαι με την ένταση που είχε πάρει η ψυχή μας τότε. Σα να πέρασε απάνω στον ουρανό μας ένα ψιλό μονάχα σύννεφο και σκορπίσθηκε έπειτα. Έτσι πηγαίναμε κ' ερχόμαστε δω κάθε βράδι ευτυχισμένοι και στις ομιλίες μας δεν υπήρχε ούτε το αλαφρότερο σημάδι θλίψης. Όλα όσα είχανε γίνει είτανε θαμένα πίσω μας.
Η καρδιά της ήτον πλακωμένη και σκοτεινό σύννεφο βρισκότανε μπρος στα μάτια της. Ήταν εξήμισυ η ώρα όταν άκουσε τον Βέρθερο ν' ανεβαίνη τη σκάλα και αμέσως ανεγνώρισε το βήμα του, τη φωνή του να ρωτά για κείνη. Πόσο κτυπούσε η καρδιά της και, μπορούμε σχεδόν να πούμε, για πρώτη φορά κατά τον ερχομό του!
Μ' αυτό λοιπόν τον τρόπο ξέσπασε το Γοτθικό εκείνο το σύννεφο και διαλύθηκε πρι να κατεβάση φοβερώτερους κεραυνούς στην Ανατολή. Γραφτό της είταν της Δύσης να τους παραλάβη αργότερα. Εκεί μεριά λόγιαζαν όσοι από τους Γότθους ονειρευόντανε μεγαλεία και δόξες, εκεί κι ο Αλαρίχος, που λες κι ο Θεός τονέ φώτισε και τονέ ζούλευε το Γαϊνά αντίς να τονέ βοηθάη.
Να μπορούσα λοιπόν και γω να γίνω ένα κομάτι κουπί που φέρνει τόσους ναύτες στην ευτυχία και στη ζέστη της αγκαλιάς σου, ή ένα πανί για να οδηγώ στο λιμάνι, ή ένα σύννεφο ομίχλη που κατακάθισε στην πολιτεία και πέρασεν από το ανοιχτό παράθυρο της κάμαράς σου! Μα η ψυχή μου έχει γεράσει, και τα βουνά αρχίσανε να γερνούνε μαζί μου. Είναι η μοναξά που τα γέρασεν όλα. Μ' αν ερχόσουνε μια στιγμή!
ΜΑΚΒΕΘ Πώς είναι τρόπος πράγματα τοιαύτα να συμβαίνουν, να έρχωνται 'σάν σύννεφο καλοκαιριού εμπρός μας, και να μη φέρουν θαυμασμόν; Με κάμνετε, αλήθεια κι εγώ ο ίδιος ν' απορώ με την κατάστασίν μου. όταν σας βλέπω, με αυτό το θέαμα εμπρός σας. τα μάγουλά σας κόκκινα να τάχετε ακόμη, ενώ εγώ 'κατάλευκα τα νοιώθω· απ' τον φόβον! ΡΩΣ Τι θέαμα, αυθέντα μου;
Θέλω με το χέρι το δικό μου το μετάξι της ζωής σου εγώ να κλώθω. Για μήνες μέσα στα σωθικά μου ένα κομμάτι από τον εαυτό σου, ζωντανεμένο να βαρύνη τα σπλάγχνα τα δικά μου θέλω, και να μου ρουφάη το αίμα διψασμένο. Σαν σύννεφο, που καταιγίδα το κυνηγάει, γιομάτος από ζόφο κι' από σκότος, σταματάει ο κάθε λόγος σου 'πάνω από την ψυχή μου.
Τ’ αγροίμια ξεφωλιάζονταν, προντούσαν τ’ αγριοπούλλια, Κι’ ο κουρνιαχτός σηκόνονταν και πήγαινε τ’ αψήλου, Σα να είταν σύννεφο βαρύ, μαύρος καπνός κι’ αντάρα... Κι’ εκεί που γοργοδιάβαινε και γοργοπερπατούσε, Ένα θεριό καβάλλησε κι’ έπιασε εφτά λιοντάρια, Ξελάκκωσε τρία Βουνά, τα τρία στην αράδα, Και μες στα ξελακκώματα γύρισε εννιά ποτάμια, Ποτάμια γοργορρέματα μ’ αφρούς και καταράχτες, Κι’ έτρεχαν χώρες και χωριά, κι’ έτρεχαν πολιτείες Να ιδούν της Χήρας το παιδί, να ιδούν το παλληκάρι, Που διάβαινε σα διοσημειό, δα θεϊκό μεγάλο.
Η καρδιά σκιρτούσε, σαν να προσπαθούσε κάθε φορά να ανυψωθεί κι έπειτα έπεφτε αμέσως κάτω. Και το σκοτάδι πύκνωνε ολοένα. Κάθε σύννεφο, περνώντας από τον κοντινό ορίζοντα, άφηνε ένα πέπλο, ο άνεμος λυσσομανούσε πίσω από την εκκλησία και όλοι οι θάμνοι, μ’ ένα χρώμα μεταλλικό πράσινο, σείονταν προεξέχοντας πάνω από την κοιλάδα, σαν να ήθελαν να φύγουν, κυριευμένοι από μια έκρηξη θλίψης και τρόμου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν