Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Μα αφήκαν πανωφόρια διο κι' ένα σκουτί στο κάρο, 580 για να τυλίξει το νεκρό και πίσω ναν τον δώκει ναν τόνε παν στον τόπο του. Και κράζει σκλάβες όξω, τους λέει να πλύνουν το νεκρό, ναν τον αλείψουν λάδι, παρέκει κάπου, μην τυχόν και δει το γιο του ο γέρος. 583

Τον αναγνώρισε αμέσως: ήταν ο Βαρόνος, ένας από τους τόσους αρχαίους Βαρόνους που τα φαντάσματά τους ζούσαν ακόμη ανάμεσα στα χαλάσματα του Κάστρου, μέσα στα υπόγεια που ήταν σκαμμένα κάτω από τον λόφο και κατέληγαν στη θάλασσα. «Κορίτσι μου», της είπε με ξενική προφορά, «τρέξε στην Κυρία της γέννας και παρακάλεσέ την ν’ ανέβει απόψε το βράδυ στο Κάστρο, επειδή η γυναίκα μου, η Βαρόνη, κοιλοπονά.

Και ξεφωνίζει, κάτου ορμάει, και τρέχει να σηκώσει την κοσμοξάκουστη φρουρά μπροστά στο τειχοπόρτι 530 «Βαστάτε το πορτί ανοιχτό ως που ο πανικωμένος λαός να φτάσει ως στο καστρί, τι τήρα! ο Αχιλέας να! εκεί τους κυνηγά . . . Ω φωτιά που θα μας κάψει τώρα!

Τα άσπρα περιστέρια γουργούριζαν, με τα κοραλλένια πόδια τους να ακουμπούν στο υπέρθυρο της μικρής πόρτας, κάτω από μια κληματίδα που σχημάτιζε μια χρυσή γιρλάντα πάνω από το σκοτεινό άνοιγμα της πόρτας. Και μέσα σ’ αυτό το σκηνικό η τοκογλύφος έγνεθε, με τα μικρά, γυμνά της πόδια μέσα στις κεντητές παντόφλες και τη μαντίλα διπλωμένη στο κεφάλι.

Καθίζει στο μαξιλάρι της η γριά, παίρνει τ' αδράχτι της, κ' η μικρούλα πάντα κοντά της. Κάτι έχει να της πη η γριά, και πρέπει να την ακούσουμε. «Δεν είναι μια δεν είναι δυο που με σταυρώνεις να σου τα πω· είσαι μικρούλα, και γιατί να σε κακοκκαρδίζω! Μα εσύ και καλά να τ' ακούσης. Λοιπόν άκου τα, φτάνει να μην τα ξεστομίσης κανενού καημένη, γιατί η κατάρα μου θα σε φάη.

Όταν όμως σώση και γίνη νέα μάχη στα Φάρσαλα, και μ' αυτήν ξανανοίξη νέα πληγή στο μισοζώντανο τον Ελληνισμό, που τότες θα ονομάζεται Ρωμιοσύνη, ίσως το νοιώσουμε τότες πως η προγονική η δόξα ξεθύμανε πια και πήγε, γιατί ο Καίσαρας που θα βασιλεύη τότες με τέτοια ρητορικά λόγια δε θα μας χαδεύη, μόνο αλύπητα θα μας δείρη που δεν ακολουθήσαμε τις βουλές του.

Οι βιολιτζήδες κατέβαιναν απ' το βουνό, με τα όργανα τυλιγμένα μέσα σε μαβιές, πάνινες θήκες, κάτω απ' τη μασχάλη, σκονισμένοι, βιαστικοί, να φθάσουν κάτω στο γυαλό. Γύριζαν ψηλά απ' το χωριό ξενυχτισμένοι σε ξεφαντώματα.

Αφτός εκεί ξαρμάτωνε το γίγα τον Περίφα, του Οχήσου γιο κι' ολόπρωτο των Αιτωλών κοντάρι· αφτόνε ο Άρης ξέγδυνε, και την περκεφαλαία τ' Άδη φοράει η θέϊσσα μην τύχει και τη νιώσει. 845 Μα το Διομήδη βλέποντας ο θνητοφάγος Άρης, αφίνει εκεί κοιτάμενο το γίγαντα Περίφα όπου τον πρωτοσκότωσε και τη ζωή του πήρε, κι' έτρεξε εφτύς ολόϊσα στο θαρρετό Διομήδη.

Στο γκρέμισμά του ούτε ήλιος σκοτείνιασε, ούτε χάθηκε το φεγγάρι. Τύφλα στο μεθύσι της η Πλάση, δεν πρόσεξε καθόλου το σβύσιμο τ' ακριβού της. Τ' ακριβού και του διαλεγμένου της. Τ' αστέρι π' άναψε κ' έφεξε την άγρια νύχτα, χάθηκε στην άγρια νύχτα και δε θα ξαναφανή. Ώρα του καλή και βλογημένη. Μικρός ήταν και μεγάλη αρχή έκαμε. — Η αρχή έγινε, ας τελειώσουν οι γιοί μου, σκέφτηκε.

Θυμούμαι πως το άνοιξα μ' ένα αίστημα αγωνίας, σα να μπορούσε το χαρτί αυτό να μου ξεσκεπάση ένα μυστικό, που θα είχε τη δύναμη να μου αφανίση όλη τη ζωή. Ταυτόχρονα όμως με φλόγιζε ο πόθος να λάβω απάντηση στο ρώτημα: «Γιατί δεν είναι ευτυχισμένη; Μπορεί κανείς να είναι ευτυχισμένος και δυστυχισμένος μαζίΤο γράμμα είταν αυτό: «Αγαπητέ μου, »Να ειπωθούνε μεταξύ μας τέτοια λόγια!

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν