United States or Bahamas ? Vote for the TOP Country of the Week !


Καθώς στεκότανε πίσω στο κάσσαρο με το ψηλό του κορμί τσακισμένο σε δύο, τάσπρα μαλλιά και τα λίγα ψαρά γένεια ανακατωμένα από τον άνεμο, με τα μάτια βαθουλωτά και σκαμμένα ολοτρόγυρα, με τα σαγόνια σφιγμένα από τον πόνο, έννοιωσε κάποιο βαθύ περόνιασμα στα κόκκαλα. Χλωμός σαν το αγιοκέρι δεν ήταν πια ο Καπετάν-Μοναχάκης. Αγνώριστος. Το καταλάβαινε και μονάχος του. «Πάει σωθήκανε τα ψέμματα.

Τον αναγνώρισε αμέσως: ήταν ο Βαρόνος, ένας από τους τόσους αρχαίους Βαρόνους που τα φαντάσματά τους ζούσαν ακόμη ανάμεσα στα χαλάσματα του Κάστρου, μέσα στα υπόγεια που ήταν σκαμμένα κάτω από τον λόφο και κατέληγαν στη θάλασσα. «Κορίτσι μου», της είπε με ξενική προφορά, «τρέξε στην Κυρία της γέννας και παρακάλεσέ την ν’ ανέβει απόψε το βράδυ στο Κάστρο, επειδή η γυναίκα μου, η Βαρόνη, κοιλοπονά.

Μόλις φτάσαμε εκεί αρχίσαμε να δουλεύουμε.» «Τι δουλειά ήταν;» «Α, ήταν μια εύκολη δουλειά. Κάναμε το εξής: μαζεύαμε το χώμα από το ένα μέρος και το στοιβάζαμε στο άλλο…» «Είναι αλήθεια ότι σκάβουν ένα κανάλι για να περάσει η θάλασσα; Το νερό όμως δεν ακολουθεί το σκάψιμο;» «Ναι, έμπαινε μες στα σκαμμένα, αλλά υπάρχουν μηχανήματα που το τραβούσαν έξω.