Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Μα αν πάρα σούναι μισητός τ' Ατρέα ο γιος, κι' εκείνος 300 κι' αφτά τα δώρα του, μα εμάς λυπήσου καν τους άλλους π' όλους μάς έσφιξε ο οχτρός, κι' εμείς θα σε τιμούμε σάμπως θεό· τι σ' ολωνών θ' ανυψωθείς τα μάτια — σ' το τάζω — τώρα σφάζοντας τον Έχτορα, γιατί ήρθε κοντά πολύ, σαν πούναι τος γιομάτος άγρια λύσσα, 305 τι λέει, κανένας ίσος του δεν είναι απ' τους Αργίτες, όσοι κι' αν ήρθανε ως εδώ με την αρμάδα οχ τ' Άργος.»
Ο ύπνος, πούναι της ψυχής κρυφό περιβολάκι Με χίλια μύρια βότανα για να γιατρεύη πόνους, Είχε γλυκάνη την καρδιά του Ομέρπασα Βριόνη Και τούχε σβύση τη χολή, την άγρια την αψάδα 'Σ τ' ανδρειωμένα σωθικά.
Είπε, κι' εκείνος άκουσε την προσταγή του Δία, και χύθη κάτου απ' τα βουνά της Ίδας σαν αγιούπας, σα φασσοφάγος άφταστος πούναι στον κόσμο απ' όλα το πιο γοργόφτερο πουλί.
Έτσι ίσους μας μην μου ζητάς να βγάλεις τους γονιούς μας» 410 Τότες με μια λοξή ματιά του λάλησε ο Διομήδης «Αδρέφι, κλείσ' το στόμα σου, τ' ακούς; Τον Αγαμέμνο εγώ δεν τον κατηγοράω, πούναι αρχηγός μας όλων, αν τους γενναίους Αχαιούς να πολεμάν τους βιάζει.
— Και ποιον θα ναύρης Γιώργενα, καλλίτερο απ' το γυιό μου Πούναι λεβέντης ακουστός εις του χωριού τους άντρες, Οπούναι και μοναχογυιός και καλοαναθρεμμένος; Πού θα να βρης καλλίτερο απ' το δικό μας σπίτι, Πώχουμε χίλια πρόβατα και δυο χιλιάδες χίδια, Κοπάδια βοϊδογέλαδα κι' άλογα και φοράδια. Πώχουμε χίλια στρέμματα αμπέλια και χωράφια. Πωχουμε λόγγα πάρθενα, πώχουμε και λειβάδια.
Ξεχώριζε με τα μάτια σου τα πολύχρωμα κουρελάκια πούναι φτειαγμένο το χαλάκι μπροστά στον καναπέ: τέσσερα κόκκινα και στη μέση ένα μαύρο, τέσσερα μπλε κ’ένα μαύρο και πάλι κόκκινα με πράσινο, και στο καθένα μια σταυροβελονιά με κίτρινο μετάξι . . . Αχ τι στενοχώρια τι στενοχώρια ! Όλα αυτά ειν’αιώνια μπροστά στην χαρά της ζωής! – Κι αν τα μάτια σου αγναντεύουν φως χρυσό και καθρεφτίζουν τη θάλασσα την μακρινή και τον ουρανό που κατεβαίνει ως μέσα στο παράθυρό σου – από τα βάθη τους όμως αναβρύζει σκοτάδι, σκοτάδι, σκοτάδι. . . Την άλλη μέρα ήρθ’ο γιατρός για τη Βεργινία.
Διότι η Ροζαλίνα ουδέν ήτο πλέον, ή το όνομα, εν ω ενεσαρκούτο, ούτως ειπείν, η ερωτική κλίσις της θαλεράς αυτού φαντασίας.» «Λοιπόν τον έρωτα κι' αυτή να την γελάση αφήκε, πούναι δεκατριών χρονών, δεκατεσσάρων 'μπήκε. » Ετελείτο δ' η εορτή αύτη την πρώτην Αυγούστου.
— Το έλεγα, τσιούπρα μ', αλλά το είδα τόσες φορές αυτό το σημάδι, που δεν μου κάν' η καρδιά να το πιστέψω πλειο. Κατά το κοντινό το γράμμα τ' ο πατέρας σ' λέει, ότι θα είναι εδώ πριν από τα Χριστούγεννα. Τα Χριστούγεννα ήρθαν κι' αυτός πούναι τος; Πάη τελείωσε κι' αυτή η μέρα. Πάη, ψυχή μ', κι' αυτή η διορία του πατρός σ' μαζύ με τες πολλές!
Μά 'χε το νου του κι' άκουσε τ' αλύχτημα ο Μενέλας, κι' έτσι είπε αναστενάζοντας μες στη γερή καρδιά του 90 «Ωχού, αν την πλούσια αρματωσά αφίσω, κι' αν το βλάμη πούχασε εδώ τη νιότη του για να τιμήσει εμένα, μήπως ρεζιλεφτώ αν κανείς με δει τυχόν δικός μας· μα αν πάλε Τρώες κι' Έχτορα σταθώ και πολεμήσω μονάχος, μήπως όλοι τους με ζώσουν πούναι τόσοι, 95 γιατί όλο δες! ο Έχτορας μου φέρνει το κοπάδι.
Τότες της Ήρας απάντησε ο γιος του Κρόνου κι' είπε «Ήρα, πως θαν το δει θεός είτ' άντρας μη φοβάσαι· τι εγώ με τέτιο σύγνεφο θα σε σκεπάσω γύρω χρυσό, που διάμεσα κι' αφτός δε θα μας βλέπει ο Ήλιος πούναι το φως του για να δει πιο διαπεράτο απ' όλα.» 345 Είπε, κι' αρπάει το τέρι του στην αγκαλιά του ο Δίας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν